Σάββατο 30 Απριλίου 2016

Δεύτε λάβετε φώς

Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός και δοξάσατε Χριστόν τον αναστάντα εκ νεκρών

Ἁγίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, “Τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως”

Πῶς εἶναι ἤ πῶς γίνεται μέσα μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί μέ αὐτήν ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς. Ἐπίσης ποιό εἶναι τό μυστήριο αὐτῆς τῆς ἀναστάσεως.
1. Ἀδελφοί καί πατέρες, ἤδη τό Πάσχα, ἡ χαρμόσυνη ἡμέρα, πού προκαλεῖ κάθε εὐφροσύνη καί εὐτυχία, καθώς ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται τήν ἴδια ἐποχή τοῦ χρόνου πάντοτε, ἤ καλύτερα γίνεται κάθε ἡμέρα καί συνεχῶς μέσα σ᾿ αὐτούς πού γνωρίζουν τό μυστήριό της, ἀφοῦ γέμισε τίς καρδιές μας ἀπό κάθε χαρά καί ἀνεκλάλητη ἀγαλλίαση (Λουκ. 1, 14), ἀφοῦ ἔλυσε μαζί καί τόν κόπο ἀπό τήν πάνσεπτη νηστεία ἤ, γιά νά πῶ καλύτερα, ἀφοῦ τελειοποίησε καί συγχρόνως παρηγόρησε τίς ψυχές μας, γι᾿ αὐτό καί μᾶς προσκάλεσε ὅλους μαζί τούς πιστούς, ὅπως βλέπετε, σέ ἀνάπαυση καί εὐχαριστία, πέρασε. Ἄς εὐχαριστήσουμε λοιπόν τόν Κύριο, πού μᾶς διαπέρασε ἀπό τό πέλαγος (Σοφ. Σολ. 10, 18) τῆς νηστείας καί μᾶς ὁδήγησε μέ εὐθυμία στόν λιμένα τῆς ἀναστάσεώς Του. 

«Ώσπερ πελεκάν…»

(+Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)
«Ὥσπερ πελεκὰν τετρωμένος τὴν πλευράν σου, Λόγε, σοὺς θανόντας  παῖδας ἐζώωσας ἐπιστάξας ζωτικοὺς αὐτοῖς κρουνούς» (Ἐγκώμ. β΄ στάσις)
Στὴν ὑπέροχη ἀκολουθία τοῦ Ἐπιταφίου θρήνου, ἀγαπητοί μου, ποὺ ψάλλεται στὸν ὄρθρο τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ἰδιαίτερη θέσι κατέχουν τὰ Ἐγκώμια. Τί εἶνε τὰ Ἐγκώμια; Εἶνε μία ὡραία συλλογὴ τροπαρίων, ποὺ ἔχει ὡς θέμα τὴν ταφὴ τοῦ Χριστοῦ.
Ὅλος ὁ Ἐπιτάφιος θρῆνος εἶνε γλυκυτάτη ἀκολουθία. Ἀρχίζει μὲ τὸ ἀπολυτίκιο «Ὁ εὐ σχήμων Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ξύλου καθελών…» ,προχωρεῖ μὲ τὸν ἀνεπανάληπτο κανόνα «Κύματι θαλάσσης…» , κορυφώνεται μὲ τὰ ἐγκώμια, τὰ εὐλογητάρια καὶ τοὺς αἴνους, καὶ τέλος κλείνει μὲ τὴν περιφορὰ τοῦ ἐπιταφίουκαὶ τὰ ἀναγνώσματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων διακρίνεται ἡ σπουδαία προφητεία τοῦ Ἰεζεκιήλ.

Ο πόνος της Παναγίας (από τις σημειώσεις του Αγίου Σιλουανού)

Όταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ω, πώς είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρμόσυνα! Η αγάπη, όμως, αυτή συνεπάγεται θλίψη· και όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη.
Η Θεοτόκος δεν αμάρτησε ποτέ, ούτε καν με το λογισμό, και δεν έχασε ποτέ τη χάρη, αλλά και Αυτή είχε μεγάλες θλίψεις. Όταν στεκόταν δίπλα στο Σταυρό, τότε ήταν η θλίψη Της απέραντη σαν τον ωκεανό, και οι πόνοι της ψυχής Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτεροι από τον πόνο του Αδάμ μετά την έξωση από τον Παράδεισο, γιατί και η αγάπη Της ήταν ασύγκριτα μεγαλύτερη από την αγάπη του Αδάμ στον Παράδεισο.