(ΕΝΑ ΑΡΘΡΟ ΠΟΥ ΓΡΑΦΤΗΚΕ
ΥΠΟ ΑΛΛΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΑΠ’ ΑΥΤΕΣ ΠΟΥ ΖΟΥΜΕ ΣΗΜΕΡΑ, ΟΜΩΣ ΤΟ ΚΑΝΕΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ
ΕΠΙΚΑΙΡΟ)
Χρόνια τώρα, δεκαετίες, οι Νεοέλληνες περνούσαμε Χριστούγεννα που
καμιά σχέση δεν ήταν δυνατόν να έχουν με τη Γέννα του Χριστού.
Επηρεασμένοι από την τακτική του δυτικού κόσμου, δεμένοι στο άρμα της υλιστικής νοοτροπίας και του ακατάσχετου ευδαιμονισμού είχαμε καταστήσει τη μητρόπολη αυτή των εορτών της ορθοδοξίας αφορμή αποθεώσεως της ύλης, του κοσμικού και σαρκικού φρονήματος. «Καλά Χριστούγεννα» λέγαμε, και στη συνείδησή μας το «καλά» είχε συνδεθεί με τα φώτα, τα δώρα, τα κεράσματα, τα χριστουγεννιάτικα δένδρα, τα ρεβεγιόν, τα πάρτι, τα σαλόνια, δηλ. όλη την υλοφροσύνη, την κενοδοξία, την επιδειξιομανία, τη σαρκικότητα.