Ενας συγγενής μου μοῦ
διηγήθηκε τὸ ἑξῆς περιστατικό:
Ἕνας φίλος του
γιατρός, ὅταν ἦταν μικρός, ὅπως ὅλα τὰ παιδάκια, ποὺ γελᾶνε καὶ μετακινοῦνται ἄσκοπα
μέσα στὸν Ναό, χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, ἔτσι κι αὐτός, μαζὶ μὲ ἕνα ξαδελφάκι
του γελοῦσε καὶ πείραζε τὰ ἄλλα παιδάκια, πότε ἔτρεχε ἀπὸ ἐδῶ καὶ πότε ἔτρεχε ἀπὸ
κεῖ.
Τελείωσε ἡ Ἐκκλησία, πῆραν τὸ Ἀντίδωρο, ὁ κόσμος ἔφυγε, ἀλλὰ αὐτὰ τὰ δυὸ παιδάκια, ὁ γιατρὸς καὶ ὁ ξάδελφός του, ἄρχισαν πάλι νὰ ἀτακτοῦν μέσα στὸν Ναό.