Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2011

Η μάχη γύρω από την πλατφόρμα


Του Μάριου Ευρυβιάδη

Γύρω από την πλατφόρμα του Οικοπέδου 12, στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) της Κύπρου, διεξάγεται μία μάχη. Η μάχη αυτή δεν θα κερδηθεί από στρατούς, στόλους και αεροπορίες. Θα κερδηθεί από τις εντυπώσεις. Θα κερδηθεί από την καλύτερη αφήγηση. Θα κερδηθεί από την καλύτερη «ιστορία» ως προς το ποιος έχει δίκαιο και ποιος έχει άδικο. Όσο δίκαιο και να έχει μία χώρα που συγκρούεται με μία άλλη, το γεγονός αυτό από μόνο του δεν είναι αρκετό για να κερδηθεί η μάχη. Ιστορικά, μέχρι και τον 20ό αιώνα, το δίκαιο δεν αποτελούσε καν αναγκαία συνθήκη ως προς το ποια χώρα κέρδιζε και ποια έχανε. Ιστορικά γνωρίζουμε ότι η ισχύς παρήγαγε δίκαιο, τα κεκτημένα παρήγαγαν δίκαιο και ότι η κάθε «ηθική» και η κάθε «ηθική τάξη», αποτελούσε προϊόν ισχύος. Ωστόσο όλα σχεδόν άλλαξαν με τη «δημοκρατική εποχή». Δηλαδή με τη σταδιακή εκδημοκρατικοποίηση του κόσμου μετά τον Μεγάλο Πόλεμο (Α’ΠΠ). Αναπόφευκτα με την εκδημοκρατικοποίηση καινούργιες «έννοιες» μπήκαν στο λεξιλόγιο της διεθνούς και εσωτερικής πολιτικής. Έννοιες όπως «κοινή γνώμη», «προπαγάνδα», «διαφήμιση», «μάρκετινγκ» «δημόσιες σχέσεις» κ.λπ. Όλα τα παραπάνω έχουν καταστεί πλέον, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αναγκαία για τη νομιμοποίηση της πολιτικής και των πολιτικών πράξεων. Στη μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή, η ανάγκη αυτή για νομιμοποίηση έχει κυριαρχήσει. Κυριαρχούν όμως ταυτόχρονα και για ευνόητους λόγους, η «προπαγάνδα», η «διαφήμιση» η «αφήγηση» και η «κατασκευή εικόνας», ειδικά στο συγκρουσιακό πεδίο της διεθνούς πολιτικής. Αυτά λειτουργούν καταλυτικά στο πεδίο της νομιμοποίησης. Είναι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο που η ισχύς, οι απειλές, η χρήση βίας κ.λπ. δεν είναι πλέον αρκετές από μόνες τους για να κερδηθεί η μάχη. Και γι’ αυτό ένας από τους κορυφαίους γκουρού της διεθνούς πολιτικής που καθιέρωσε τον όρο «softpower» -«ήπια» ή «έξυπνη ισχύς», ο Αμερικανός καθηγητής Joseph Νye, αρέσκεται να λέει ότι σήμερα το ζητούμενο δεν είναι ποιανού ο στρατός θα υπερισχύσει αλλά ποιανού θα υπερισχύσει η ιστορική αφήγηση (Ιtsnotwhose armywins, butwhose storywins). Στην πλατφόρμα του Οικοπέδου 12, λοιπόν, της ΑΟΖ της Κύπρου, δίδεται όχι απλώς μια μάχη αλλά ένας πόλεμος. Ο πόλεμος πρέπει να κερδηθεί πάση θυσία διότι θα επιτρέψει στην Κύπρο να κερδίσει, παράλληλα, όλο το χαμένο έδαφος των τελευταίων δεκαετιών (από το 1984-1985 θα έλεγα), που έχασε έναντι στην τουρκική προπαγάνδα. Ευτυχώς την περίοδο αυτή η Κύπρος έχει ένα μεγάλο σύμμαχο. Είναι το δίδυμο Ερντογάν – Νταβούτογλου, με πρωταγωνιστή τον πρώτο. Όσο πιο πολύ μιλά ο Ερντογάν τόσο πιο καλά. Όσο εμφανίζεται στα διεθνή ΜΜΕ, κυρίως στην Αμερική όπως έκανε πρόσφατα στο CΝΝ, στο περιοδικό Τime, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, ακόμη καλύτερα. Όσες περισσότερες περιοδείες κάνει στον αραβικό/μουσουλμανικό κόσμο, αυτοπαρουσιαζόμενος ως Σααλαντίν, ως Μωάμεθ Κατακτητής, ακόμα και ως Χαλίφης (σκιά του Προφήτη στη γη) εμείς πρέπει να χειροκροτούμε ακατάπαυστα. Τέλος βέβαια, έχουμε το ζήτημα του Ισραήλ και γενικότερα των Εβραίων. Ο βαθιά ριζωμένος αντισημιτισμός του Ερντογάν και του συναφιού του, όπως αυτός των Τούρκων γενικότερα, δεν μπορεί πλέον να ελεγχθεί. Οι εποχές, όταν οι ίδιοι οι Εβραίοι του Ισραήλ και της διασποράς, ωραιοποιούσαν την Τουρκία, όταν την εξάγνιζαν, όταν κουβαλούσαν νερό στο μύλο όλων των εγκλημάτων των πασάδων -των κεμαλιστών και σήμερα των ισλαμιστών-, έχουν πλέον παρέλθει. Το παραμύθι που οι ίδιοι οι Εβραίοι έφτιαξαν για εκαντοντάδες χρόνια, περί της «ανεκτικότητας» των Οθωμανών έναντι των μειονοτήτων, ότι οι Τούρκοι είναι μεν μουσουλμάνοι αλλά δεν είναι Άραβες, ότι το Σουντιτικό Ισλάμ των Τούρκων είναι μετριοπαθές και όχι εξτρεμιστικό, ότι ο κεμαλισμός έχει εκδημοκρατίσει και εκδυτικοποίησει την Τουρκία, δεν βρίσκει πλέον αγοραστές στο Ισραήλ αλλά κυρίως δεν βρίσκει αγοραστές στην εβραϊκή διασπορά (Αγοραστές δυστυχώς βρίσκει ακόμη στους δικούς μας πρόθυμους διανοούμενους).

Απαιτείται πανεθνικός αγώνας
Η ιμπεριαλιστική μεγαλομανία των Ερντογάν – Νταβούτογλου και ο εγγενής αντιχριστιανισμός και αντισημιτισμός της τουρκικής κοινωνίας δεν είναι, από μόνα τους, αρκετά για να κερδηθεί η μάχη της πλατφόρμας και, μαζί, το χαμένο έδαφος έναντι της Τουρκικής προπαγάνδας και του επεκτατισμού. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, από τις αρχές του 1980 στην Ουάσινγκτον και σήμερα στην Ευρώπη, η Τουρκία έχει επενδύσει εκατοντάδες εκατομμύρια για να αλώσει τα δυτικά κέντρα εξουσίας. Έχω σε δεκάδες κείμενά μου στον «Φιλελεύθερο» και σε επιστημονικά περιοδικά, καλύψει σε βάθος το φαινόμενο αυτό. Η Τουρκία συνεχίζει να έχει υποστηρικτές και διαθέτει κυρίως πάμπολλους κονδυλοφόρους. Και μια ένδειξη πόσο δρόμο έχει να διανύσει η Κύπρος είναι ότι ακόμη και στα πιο επικριτικά διεθνή κείμενα για την Τουρκία σήμερα, αναφέρονται μεν οι σφαγές των Αρμενίων, οι σημερινές σφαγές των Κούρδων, αλλά σχεδόν πουθενά η εθνοκάθαρση στην Κύπρο του 1974 και η παρουσία κατοχικού στρατού από μια νατοϊκή χώρα σε μια χώρα της ΕΕ, κ.λπ. Αναφορές δε, όπως «GreekCyprus», «Τurkish Cyprus», «Νorth», «South», «ΤRΝC» κ.λπ., είναι στο καθημερινό λεξιλόγιο διπλωματών που υπηρετούν ακόμη και στην Κύπρο. Ένα απτό παράδειγμα είναι και αυτό του γραφικού, πλέον, Αυστραλού εκπρόσωπου του ΟΗΕ στην Κύπρο, του χαρτογιακά Ντάουνερ. Και όταν το μισθοφορικό ΙnternationalCrisisGroup, που κατά τεκμήριο ελέγχεται από έναν εσμό θιασωτών και απολογητών της χρήσης βίας στις διεθνείς σχέσεις (Σερβία, Κόσοβο, Ιράκ, Γεωργία, Λιβύη, Συρία), και που κατά καιρούς χρηματοδοτείται και από την Άγκυρα, τιτλοφορεί το τελευταίο κείμενο για την Κύπρο με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Stepping on the Gasofa CyprusΡartition», γίνεται αντιληπτό ότι για να κερδηθεί η μάχη της πλατφόρμας χρειάζεται ένας πανεθνικός και όχι μικροπολιτικός αγώνας. Χρειάζεται μια στοχευμένη και ψύχραιμη στρατηγική, ένα παράγωγο της οποίας πρέπει να είναι και η κατάλληλη «ιστορία».