Γράφει
ὁ π. Ἰωὴλ Κωνστάνταρος
Κάθε φορᾶ ποὺ ἡ λειτουργική μας ζωή, μετὰ τὸ Πάσχα, φέρει
στὴν ἐπικαιρότητα τὴν ὅλη στάση τοῦ Ἀποστόλου Θωμά, θέλοντας καὶ μὴ γίνονται
κάποιες συγκρίσεις ποὺ μᾶς γεννοῦν εὐλογημένους προβληματισμούς. Κὰτ΄ ἐπέκτασιν
δὲ μᾶς προσφέρουν λύσεις σὲ προβλήματα ποὺ ἔχουν νὰ κάνουν μὲ τὴν πίστη ποὺ
προσωπικῶς βιώνουμε.
Ἂς ἑστιάσουμε λοιπὸν γιὰ ἄλλη μία φορὰ τὴν προσοχή μας
στὸν μαθητὴ ποὺ φαίνεται νὰ ξεκινᾶ ἀπὸ ἕνα παράπονο, τὸ ὁποῖο ὅμως τελικῶς,
φθάνει στὴν ὀλιγοπιστία.
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὁ Θωμὰς ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴ σύναξη τῶν
μαθητῶν τὴν ὥρα ποὺ ὁ Ἀναστᾶς Ἰησοῦς ἔκανε σ΄αὐτοὺς τὴν ἐμφάνισή Του. Σπουδαῖο
μάθημα κι αὐτὸ πρὸς ὅλους μας. Τὸ ὅτι δηλ. δὲν μποροῦμε νὰ περιμένουμε
τὸν Κύριο ἀπομονωμένοι καὶ ξεκομμένοι ἀπὸ τὴ Χριστιανική μας κοινότητα. Δὲν
εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπολαύσουμε τὴν Χάρη μὲ τὶς τόσες ἐκφάνσεις της, ἐγκλωβισμένοι
μέσα στὴν ἰδιορρυθμία καὶ στὴν ἀποκοπὴ ἀπὸ τὴν λειτουργική μας σύναξη καὶ ἀπὸ
τὸ κοινὸν ποτήριον τῆς Ζωῆς.
Τέλος πάντων, ὅμως, ἂν καὶ ὁ Θωμὰς ἀπουσίαζε, θὰ ἔπρεπε νὰ
πειστεῖ τώρα στὴν μαρτυρία ὅλων τῶν ἄλλων μαθητῶν. Ἐπιβαλλόταν νὰ βεβαιωθεῖ,
ἀφοῦ ἐπιτέλους, ὅλοι οἱ ἄλλοι συμμαθητές του, δὲν τοῦ ἦταν οὔτε ξένοι, οὔτε καὶ
ἐχθροί. Ἦταν ὁμόψυχοι καὶ ἔζησαν καὶ αὐτοὶ τὸ δράμα τῶν ἡμερῶν, ὅπως καὶ ὁ
ἴδιος στὸν ἀπόλυτό του βαθμό. Καὶ αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ....τὸ
γεγονὸς ὅτι πάλι μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ ἡμέρες, παρουσία τώρα καὶ τοῦ Θωμὰ «ἔρχεται ὁ
Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν εἰρήνη ὑμὶν» (
Ἰωάν. Κ' 26)
Τώρα ὅμως μέσα στὰ συγκλονιστικὰ γεγονότα ποὺ βιώνει ὁ
Θωμὰς καὶ ποὺ δίνει τὴν σωτήρια ὁμολογία «ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»,
τελικῶς, δὲν ἀπαλλάσσεται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, λόγω τοῦ «δικαίου» παραπόνου του, γιὰ
τὴν προηγούμενη τοῦ Σωτῆρος ἐμφάνιση.
Ὄχι μόνο δὲν δικαιώνεται γιὰ τὴν ἄρνησή του στὸ νὰ
ἀποδεχθεῖ τὴν μαρτυρία τῶν μαθητῶν, ἀλλὰ ἐλέγχεται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ μὲ τὴν φράση «ὅτι
ἐώρακας μέ, πεπίστευκας, μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» (Ἰωάν. Κ' 29).
Δηλ. Θωμά, πίστεψες, ἐπειδὴ μὲ εἶδες. Ὅμως, μακαριώτεροι καὶ περισσότερο
εὐτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἂν καὶ δὲν μὲ εἶδαν μὲ τοὺς ὀφθαλμούς
τους, ὅπως μὲ εἶδες ἐσύ, αὐτοὶ ὅμως ἐπίστευσαν.
Ἐπίστευσαν στὴν Ἀνάσταση καὶ στὴν Θεότητά μου.
Καὶ ὅλοι αὐτοὶ βεβαίως ποὺ πίστευσαν καὶ θὰ πιστεύσουν ἕως
τῆς συντελείας τῶν αἰώνων, εἶναι ὅλα τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Σώματος τοῦ
Χριστοῦ!
Αὐτὰ τονίζει ὁ Κύριος καὶ δὲν εἶναι καθόλου τυχαῖο ὅτι ὁ
λόγος τοῦ αὐτὸς ἀποτελεῖ καὶ τὸν τελευταῖο του μακαρισμὸ ὁ ὁποῖος ἔχει νὰ κάνει
μὲ τὴν πίστη στὸ Θεανδρικὸ τοῦ πρόσωπο.
Ὁ Ἰησοῦς λοιπόν, βλέπουμε, ὅτι ὄχι μόνο δὲν ἀπαλλάσσει τὸν
μαθητή του γιὰ τὴν στάση τῆς ὀλιγοπιστίας του, ἂλλ΄ ἀντιθέτως τὸν ἐλέγχει
ἐνώπιον καὶ ὅλων τῶν ἄλλων μαθητῶν.
Τὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιο, καταγράφει αὐτὴ τοῦ τὴν συμπεριφορά, ὡς
παράδειγμα πρὸς ἀποφυγὴν γιὰ ὅλες τὶς μετέπειτα γεννεὲς τῶν πιστῶν.
Καὶ ναὶ μέν, ὁ ἴδιος ὁ Θωμάς, ἴσως νὰ δικαιολογοῦσε τὸν
ἑαυτόν του, στὴν ἄρνηση τῆς ὁμολογίας καὶ τῆς διαβεβαιώσεως τῶν ἄλλων μαθητῶν,
γιὰ τὰ τῆς πρώτης ἐμφανίσεως. Νὰ δικαιολογοῦσε μὲ τὴν σκέψη καὶ τὴν λογικὴ ὅτι,
ἀφοῦ εἶμαι κι ἐγὼ μαθητής, ἄρα θὰ ἔπρεπε νὰ ἐμφανιστεῖ ὁ Ἰησοῦς καὶ σ' ἐμένα
τὸν ἴδιον. Ἀφοῦ κι ἐγὼ πόνεσα ( ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ τὸν ἐγκατέλειψα φοβούμενος τὸ
μένος τῶν Γραμματέων καὶ τῶν Φαρισαίων ), καὶ ἐπιτέλους εἴμαστε ὅλοι στὸν ἴδιο «παρονομαστὴ»,
γιατί λοιπὸν νὰ μὴν ἔχω κι ἐγὼ αὐτὴ τὴν εὐλογία τῆς προσωπικῆς φανερώσεως καὶ
γνώσεως τοῦ Διδασκάλου;
Ναί, ὁ Θωμὰς ἔφθασε στὸ ἄκρως ἐπικίνδυνο σημεῖο τῆς
ὀλιγοπιστίας, ξεκινώντας τόσο ἀπὸ τὴν ἀπουσία τοῦ ἐκ τοῦ κύκλου τῶν μαθητῶν,
ὅσο κι ἂπ΄ τὴν εὐαισθησία τοῦ χαρακτήρα του, ποὺ τὸν ἔκανε νὰ βιώνει ἐσωτερικῶς
ἕνα ἴσως δίκαιο παράπονο, ποὺ ὅμως, ὅπως βλέπουμε, τελικῶς δὲν τὸν δικαιώνει.
Πόσοι ὅμως ἀπὸ ἐμᾶς ξεκινοῦμε ἀπὸ παρόμοιες ἡ διαφορετικὲς
θέσεις, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ φθάνουμε στὸ κατάντημα τῆς ὀλιγοπιστίας; Τῆς
ὀλιγοπιστίας ποὺ θὰ πρέπει μὲ εἰλικρίνεια νὰ ὁμολογήσουμε ὅτι δὲν ἀπέχει πολὺ
καὶ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπιστία.
Πράγματι φίλοι μου. Πόσες φορές, παρὰ τὶς καλές μας
προθέσεις, διατηρώντας ὅμως μέσα μᾶς μία περίεργη ψυχικὴ κατάσταση, ὅπως τῆς
ντροπῆς, ἢ τοῦ φόβου πρὸς τοὺς ἀνθρώπους καὶ πρὸς τοὺς ἐχθρούς του Χριστοῦ,
φθάνουμε στὴν ἄρνηση, μὲ τὴν σκέψη ὅτι ἡ ὁμολογία ποῦ περιμένει ἀπὸ ἐμᾶς ὁ
Ἰησοῦς, εἶναι δυνατὸν νὰ μᾶς κοστίσει κάτι μικρὸ ἡ μεγάλο;
Πόσες φορὲς φθάνουμε στὸ σημεῖο ν΄ἀρνηθοῦμε τὴν ἀλήθεια
καὶ προβάλλουμε δῆθεν τὴν ἀρετὴ τῆς «συναίσεως» ὡς προπέτασμα καπνοῦ γιὰ τὴν
ὅλη μας ἀπαράδεκτη συμπεριφορά;
Καὶ πάλι, πόσες φορὲς καλούμαστε ἀπὸ ἀδελφοὺς Χριστιανοὺς
σὲ κοινοὺς ἀγῶνες, ποὺ συνεπάγονται ξεκάθαρη ὁμολογία, τόσο στὸ Δόγμα, ὅσο καὶ
στὸ Εὐαγγελικὸ ἦθος, κι ἐμεῖς ἀρνούμαστε, διότι δὲν εἴδαμε δῆθεν ξεκάθαρα ὅτι
αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, κι ἔτσι «ἐξασφαλίζουμε» τὰ ποικίλα κεκτημένα;
Καὶ πῶς ἀλήθεια, ἐπὶ παραδείγματι, μᾶς διαφεύγει τὸ
γεγονὸς ὅτι τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία δηλ. ποῦ ἐπιμένει στὴν ξεκάθαρη
θέση ὅτι «ἐκτὸς Ἐκκλησίας οὐκ ἔστι σωτηρία», καὶ ἄρα θὰ πρέπει κι ἐμεῖς
ἀναντιρρήτως νὰ ἀποδεχόμαστε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε αὐτὴν τὴν θεμελιώδη ἀλήθεια,
ἐμεῖς ἀρνούμαστε τοῦτο τὸ σωτήριο Δόγμα;
Φυσικὰ ἔχουμε τὴν «δυνατότητα» νὰ «δικαιολογηθοῦμε»… νὰ
προβάλλουμε τόσους καὶ τόσους λόγους γιὰ τὴν στάση μας, ὅταν τὰ πράγματα
ἀποδεικνύουν ὅτι δὲν ἔχουμε τὸ δίκαιο μὲ τὸ μέρος μας. Ἐὰν μάλιστα διαθέτουμε
καὶ κάποια χαρίσματα, μποροῦμε νὰ παρουσιάσουμε τὸ ἄσπρο μαῦρο καὶ τὸ μαῦρο
ἄσπρο, κατὰ τὸ κοινῶς λεγόμενον. Ὑπάρχει ἡ .δυνατότητα νὰ ξεγελάσουμε τοὺς
συνανθρώπους μας, ὅτι τὴν συγκεκριμένη στιγμή, ποὺ κάποιοι ἄλλοι ἔπαιζαν τὴν
ζωὴ τοὺς ἕνεκεν ἀληθείας, ἐμεῖς «ἐπιβαλλόταν» δῆθεν νὰ ἔχουμε μία διαφορετικὴ
τακτική, ἀφοῦ σ΄αὐτὸ ὁδηγεῖ ἡ σύνεση καὶ ἡ «Χριστιανικὴ συμπεριφορὰ»… Καὶ ἄνευ
ἀντιρρήσεων φίλοι μου, οἱ «συνετοὶ» στὸ τέλος θὰ προσπαθήσουν ν' ἀπολαύσουν τὴν
δόξα τῆς νίκης, κατὰ τὸν λόγο «πολεμῆσθε γιὰ νὰ δοξασθοῦμε».
Ἀκριβῶς ὅμως, ἐκεῖ εἶναι ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ξεσκεπάζει
τὴν πραγματικὴ διάθεση τῆς καρδιᾶς μας, ἀλλὰ καὶ τὶς ἀδυναμίες ποὺ καλύπτονται
κάτω ἀπὸ τὶς «θεολογικὲς» δικαιολογίες.
Ἐκεῖ εἶναι ποὺ ἐνῶ ὁ κακὸς ἐαυτός μας, μᾶς δικαιολογεῖ καὶ
οἱ ἄνθρωποι μᾶς δικαιώνουν, ἐκεῖ ἀκριβῶς, τονίζουμε, ἔρχεται ὁ ἔλεγχος τοῦ
Ἰησοῦ, ποὺ ἀποδεικνύει ὅτι κάτω ἀπὸ τὶς «εὐγενεῖς συμπεριφορὲς» καὶ τὰ ὄμορφα
λόγια, δὲν κρύπτεται τίποτε ἄλλο, παρὰ ἡ καταραμένη ὀλιγοπιστία μὲ ὅλες της τὶς
ἐκφάνσεις.
Καὶ στὸ σημεῖο αὐτό, ὁ Ἀναστᾶς Κύριος ἐμφανίζεται γιὰ νὰ
φανερωθεῖ καὶ κυρίως νὰ θεραπευθεῖ ἡ ἀδυναμία τοῦ καλοῦ του μαθητοῦ. Τοῦ Θωμά,
ἀλλὰ καὶ τοῦ κάθε « Θωμὰ».
Μὲ εἶδες καὶ πίστευσες. Ἐ λοιπὸν δὲν εἶναι κάτι τὸ
σπουδαῖο αὐτό. Τὸ ἰδανικὸ εἶναι νὰ πιστεύεις στὴν μαρτυρία τῶν συναποστόλων
σου. Δηλ. τῆς Ἐκκλησίας, δίχως νὰ ἀπαιτεῖς νὰ σοὺ ἐμφανισθεῖ ὁ Θεός, διότι αὐτὸ
ὄχι μόνο δείχνει ὀλιγοπιστία, ἀλλὰ περνᾶ, ἀλλοίμονο, σ΄ἕνα ἄλλο ἐπικίνδυνο
μονοπάτι. Στὸ νὰ πειράζει δηλ. ὁ ἄνθρωπος τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Καὶ φυσικὰ ἡ ἐντολὴ
εἶναι κρυστάλλινη «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου».
Φίλοι μου, ὁ Ἀπόστολος Θωμὰς εἶναι πολὺ περισσότερο κοντὰ
μᾶς ἂπ΄ὅσο νομίζουμε.
Ἡ ὀλιγοπιστία, ἀνεξαρτήτως τοῦ ψυχολογικοῦ της ὑπόβαθρου ἢ
τῆς πνευματικῆς ρηχότητας, καιροφυλακτεῖ νὰ εἰσχωρήσει στὴν καρδιά μας, στὸ
κάθε βῆμα τῆς ζωῆς μας, ἐὰν δὲν παραμείνουμε ἄγρυπνοι καὶ προσεκτικοί. Εἶναι δὲ
τόσο λεπτὴ στὴν παρουσία τῆς κάποιες φορές, ποὺ οὔτε καν τὸ φανταζόμαστε.
Βεβαίως, σὲ καθαρῶς θεωρητικὸ ἐπίπεδο, εἶναι ἀδύνατον ἕνας
πιστὸς νὰ τρέφει μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ τὸν πειρασμὸ αὐτόν. Ὅμως, σὲ ἄλλα
ἐπίπεδα, ὅπως τῆς δειλίας, τῆς ἐκφράσεως τῆς χριστιανικῆς γνώμης καὶ ἰδιαιτέρως
τῆς ἀρνήσεως τῆς Ἐκκλησιολογικῆς Ὁμολογίας, ὅτι δηλ. τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ
Ὀρθοδοξία μας, ἀποτελεῖ τὴν Κιβωτὸ τῆς Σωτηρίας, τοῦτο στὴν ἐποχὴ μᾶς ἀποτελεῖ
ὁλοφάνερη ὀλιγοπιστία. Καὶ ἄνευ ἀντιρρήσεως, κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἔρχεται
ἀντιμέτωπος μὲ τὸν ἴδιο τὸν Ἰησοῦ.
Ἀδελφοί μου, τὸ θεμέλιό της Ὀρθοδόξου Πνευματικότητος εἴνα
ἡ πίστη στὸν Ἰησοῦ. Ἐπιβάλλεται δηλ. νὰ ἔχουμε ὄχι ἁπλὰ μία θεωρητικὴ πίστη κι
ἕναν ἁπλὸ συναισθηματισμό, ἀλλὰ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη ποὺ βιώθηκε ἀπὸ τοὺς
Ἀποστόλους, τοὺς διαδόχους τους, τοὺς Ἁγίους, τοὺς Μάρτυρες, τοὺς Ὁμολογητὲς καὶ
τοὺς Ὁσίους!
Ἑπομένως, ἐὰν κανεὶς θέλει πρωτίστως νὰ σέβεται τὸν ἑαυτόν
του, καὶ νὰ θεμελιώνει τὴν ζωὴ τοῦ ἐπάνω στὸν ἀκρογωνιαῖο λίθο, δὲν ἔχει παρὰ
νὰ παρακαλέσει τὸν Ἀναστάντα Κύριο νὰ τοῦ χαρίσει ἔτι πλέον τὴν δωρεὰ τῆς
Πίστεως, ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος νὰ τὴν καλλιεργεῖ σὲ ὅλη του τὴ ζωή, μὲ ὅ,τι αὐτὸ
στὸν καθημερινὸ ἀγώνα συνεπάγεται.
Γένοιτο.
Ἀμήν.