Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014

Για λίγες τουρκικές λίρες!

Γράφει ο Σάββας Καλεντερίδης
Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που έχει καταταλαιπωρηθεί από τις οικονομικές ατασθαλίες και την κακοδιοίκηση της προηγούμενης εικοσαετίας, κατάσταση που άνοιξε τον δρόμο στη διοίκηση Μπουτάρη, η οποία εγκαταστάθηκε στον Δήμο Θεσσαλονίκης όχι γιατί έπεισε τους Θεσσαλονικείς, αλλά γιατί οι ψηφοφόροι ήθελαν να τιμωρήσουν εκείνους που καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη τους.

Τις προηγούμενες ημέρες είδαμε στις οθόνες των τηλεοράσεων τον δήμαρχο Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη να προσπαθεί να παρουσιάσει ως επιτυχία της δικής του πολιτικής την αύξηση των επισκεπτών από την Τουρκία στη Θεσσαλονίκη, λέγοντας μάλιστα με κομπορρημοσύνη ότι «η Θεσσαλονίκη έχει τραβήξει πολλά από τη συντήρηση», εννοώντας τους Θεσσαλονικείς που έχουν διαφορετική άποψη από τη δική του, οι οποίοι, παρεμπιπτόντως, ξεπερνούν το 75% του συνόλου των κατοίκων της συμπρωτεύουσας.

Δεν θα αναφερθούμε στην προσωπικότητα του Μπουτάρη, αν και από την προσωπική του διαδρομή εξηγούνται πολλά από τα πραττόμενά του.

Θα αναφερθούμε όμως στις ενέργειες που φαίνεται ότι είναι διατεθειμένος να κάνει ασκώντας στην ουσία εξωτερική πολιτική, υποτίθεται, για να ανοίξει την πόλη στον έξω κόσμο, λες και η Θεσσαλονίκη είναι περίκλειστη πόλη.
Και εννοούμε τη διακηρυγμένη βούλησή του να ανοίξει ένα από τα τεμένη που υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη και να λειτουργεί ως τζαμί, σε ένα άλλο να δημιουργηθεί μουσείο ισλαμικής τέχνης, να δημιουργηθεί μουσουλμανικό νεκροταφείο στη Θεσσαλονίκη και τμήμα Ισλαμικών Σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σε άλλα από τα παραπάνω εμπλέκεται ο δήμος και σε άλλα όχι.

Σε σχέση πάντα με το ως άνω θέμα που ήλθε στην επιφάνεια και με την ευκαιρία της επίσκεψης στη Θεσσαλονίκη και της συνάντησης με τον δήμαρχο ομάδας Τούρκων επισήμων και δημοσιογράφων, με επικεφαλής τον εξ ελληνικής Θράκης υπουργό Υγείας Μουεζίνογλου, κρίνουμε σκόπιμο να ενημερώσουμε τους αναγνώστες μας και να σημειώσουμε τα εξής:
Μελετήσαμε με τη δέουσα προσοχή τις δηλώσεις του Μουεζίνογλου, που έγιναν μετά το «άνοιγμα» Μπουτάρη και με τις οποίες ο Τούρκος υπουργός, με θράσος που πραγματικά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί, είπε:
«Η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης είναι διεθνές πρόβλημα. Δεν αφορά μόνο την εκπαίδευση των πιστών της μειονότητας. Οι αποφάσεις σε αυτό το θέμα θα ληφθούν στη βάση της στρατηγικής της Τουρκίας. Ενώ εμείς λύσαμε τα εννέα στα 10 προβλήματα σχετικά με τα δικαιώματα των μειονοτήτων, η Ελλάδα δεν έλυσε ούτε το ένα στα 10. Αν η Ελλάδα κάνει ένα βήμα σε θέματα όπως αυτό του δικαιώματος εκπαίδευσης της μειονότητας, της εκλογής του μουφτή, και του τζαμιού στην Αθήνα, μπορεί να ξαναέρθει στο τραπέζι η Χάλκη».

Μιλήσαμε παραπάνω για θράσος, γιατί ο Τούρκος αξιωματούχος, ξεχνώντας ότι η χώρα του εφαρμόζει έως σήμερα πολιτική εθνοκάθαρσης στους Ελληνες της Κωνσταντινούπολης και τους εγκλωβισμένους της Καρπασίας, ξεχνώντας ότι ενώ από το 1923 έχουν καταστραφεί χιλιάδες εκκλησίες ενώ δεν έχει χτιστεί ούτε ένας ορθόδοξος ναός στην τουρκική επικράτεια και στα Κατεχόμενα της Κύπρου, στην Ελλάδα (Θράκη) έχουν χτιστεί περισσότερα από 150 τζαμιά, πλέον των έως το 1923 υπαρχόντων, τα πιο πολλά από τα οποία είχαν σοβαρές πολεοδομικές παραβάσεις, που προέβλεπαν πρόστιμα πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ και νομιμοποιήθηκαν με πρόσφατο νόμο, ξεχνώντας ότι ο ίδιος εκπροσωπεί μια κυβέρνηση και ένα κράτος που αρνείται με ναζιστική λύσσα να αναγνωρίσει τη γενοκτονία των χριστιανών της Ανατολής, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων, μίλησε ενώπιον του Μπουτάρη με τον αναιδή τρόπο που αναφέρθηκε πιο πάνω, χωρίς φυσικά να πάρει την απάντηση που πρέπει, κάτι που κανείς δεν θα περίμενε, ένεκα του συγκεκριμένου χαρακτήρα του δημάρχου Θεσσαλονίκης.


Εκτός των δηλώσεων του υπουργού, μελετήσαμε με προσοχή τα σχετικά άρθρα των Τούρκων δημοσιογράφων που τον συνόδευαν, οι οποίοι μεταξύ άλλων, όπως και ο Μουεζίνογλου, ανέφεραν με έμφαση ότι προτού γίνει μητροπολιτικός ναός Θεσσαλονίκης υπήρξε τζαμί και θα ήταν πολύ καλό να μπορούσαν να προσευχηθούν ξανά σ’ αυτό, χωρίς να αναφέρουν πουθενά ότι προτού γίνει τζαμί, το 1493, ήταν εκκλησία, που χτίστηκε το 413 και λειτούργησε ως τέτοια επί 1.100 χρόνια, μέχρι που ήλθαν οι Τούρκοι ως κατακτητές, τη σύλλησαν και της άλλαξαν με τη βία χρήση.

Επειδή υπάρχουν και ορισμένοι Ελληνες που θεωρούν όλα τα παραπάνω ήσσονος σημασίας ζητήματα, αρκεί να έρχονται μερικές χιλιάδες παραπάνω Τούρκοι ως επισκέπτες στη Θεσσαλονίκη, να υπενθυμίσουμε ότι τα ελληνικά νησιά έχουν γεμίσει με Τούρκους, χωρίς κανείς τοπικός παράγοντας να κάνει…επικύψεις και καταστροφική εξωτερική πολιτική.
Επίσης να υπενθυμίσουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι ο κάθε Ελληνας, κυρίως εκείνοι που κατέχουν δημόσια αξιώματα, οφείλει με τις δηλώσεις και τις πράξεις του να προστατεύει την εθνική αξιοπρέπεια όλων των Ελλήνων, υπηρετώντας παράλληλα με το τοπικό και το εθνικό συμφέρον.

“Κυριακάτικη Δημοκρατία” 03/08/2014