Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Η ΤΟΥΡΚΙΑ ΠΑΙΖΕΙ ΜΕ ΤΗΝ «ΦΩΤΙΑ» ΤΩΝ ΤΖΙΧΑΝΤΙΣΤΩΝ

Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Λίγους μόλις μήνες μετά την θριαμβευτική εκλογή του Ερντογάν στην τουρκική προεδρία και την πανηγυρική αναγγελία της αναγέννησης της «Νέας Τουρκίας» με καθαρά νεοοθωμανικό χαρακτήρα, η Τουρκία βρίσκεται σε ένα πολύπλοκο αδιέξοδο που παρόμοιο της δεν έχει συναντήσει στην σύγχρονη ιστορία της.

Τα δεδομένα είναι τα εξής: Οι Τζιχαντιστές είναι ένα κατ' αρχήν δημιούργημα των ΗΠΑ, όπως ομολόγησε δημόσια ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Leon Panetta, ο οποίος μάλιστα κατηγόρησε ανοιχτά τον Ομπάμα ότι όταν από το 2011 στήριξε τους Τζιχαντιστές με σκοπό να ανατρέψει το καθεστώς του Άσαντ, δημιούργησε ένα «τέρας» το οποίο τώρα είναι πολύ δύσκολο να αφανιστεί προβλέποντας μάλιστα τριακονταετή πόλεμο με το ισλαμικό χαλιφάτο. Αυτοί οι Τζιχαντιστές που στηρίχτηκαν από τις ΗΠΑ, είχαν επίσης μεγάλη οικονομική στήριξη από το Κατάρ και μικρότερη από την Σαουδική Αραβία που ήθελε μια σουνιτική οργάνωση αντίβαρο στις επεκτατικές τάσεις του σιιτικού Ιράν το οποίο είχε επεκτείνει την επιρροή του και στο γειτονικό Ιράκ. Εκεί όμως που οι Τζιχαντιστές βρήκαν την πιο ουσιαστική στήριξη με μεγάλο λαϊκό έρεισμα, ήταν η Τουρκία. Οι Τζιχαντιστές στην Τουρκία είχαν μεγάλη διείσδυση ακόμα και στο κυβερνητικό στρατόπεδο του Ερντογάν ο οποίος πίστεψε ότι στηρίζοντας τους Τζιχαντιστές θα έχει ένα πολύ καλό έρεισμα για τις μελλοντικές εξελίξεις στην Μέση Ανατολή και κυρίως για να αποτρέψει την όποια πιθανότητα και όποια δυνατότητα δημιουργίας ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Παράλληλα ο Ερντογάν πίστεψε ότι οι Τζιχαντιστές θα κατάφερναν να ανατρέψουν τον Άσαντ, ο οποίος προβλήθηκε σαν ο «μέγας δικτάτορας» στην περιοχή, στην ουσία όμως ήτα το κύριο εμπόδιο για τις ενεργειακές φιλοδοξίες της Τουρκίας.

Η κατάσταση άρχισε να περιπλέκεται όταν οι Τζιχαντιστές αφού κατάλαβαν ότι είχαν αποκτήσει μεγάλη δύναμη στην Συρία, θέλησαν να αποκτήσουν και τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών του Ιράκ, καθώς αυτό θα τους απέφερε μεγάλα οικονομικά κέρδη. Η προέλαση των Τζιχαντιστών στο Ιράκ, στην αρχή ευνοήθηκε και από την Τουρκία αλλά και από τους Κούρδους του βορείου Ιράκ γιατί έτσι αποκόπτονταν από την νόμιμη κυβέρνηση της Βαγδάτης. Έτσι το πετρέλαιο υπό τον έλεγχο των Κούρδων και των Τζιχαντιστών πουλιόνταν μέσω Τουρκίας στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ αποφέροντας μεγάλα οικονομικά κέρδη σε όλους τους «ετέρους». Αυτό όμως αποθράσυνε τους Τζιχαντιστές που άρχισαν να πιστεύουν πραγματικά ότι είναι θεόσταλτοι και ότι το χαλιφάτο τους θα γίνονταν παγκόσμια δύναμη. Άρχισαν να ξεφεύγουν από τον έλεγχο των άλλων συνεταίρων τους και να επιχειρούν αυτόνομα βασιζόμενοι και στην μεγάλη οικονομική δύναμη που είχαν αποκτήσει. Αυτή η οικονομική δύναμη τους έδινε την δυνατότητα να αποκτήσουν υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα τα οποία πρόθυμοι πωλητές που δεν είχαν κανένα ιδεολογικό δισταγμό τα πουλούσαν στο χαλιφάτο. Χώρια τα οπλικά συστήματα που απέκτησαν από τις επιδρομές τους σε αποθήκες όπλων στην Συρία και στο Ιράκ.

Οι πρώτες συγκρούσεις των Τζιχαντιστών με τους Κούρδους έδειξαν ότι τα πράγματα ξέφευγαν από κάθε έλεγχο. Στη συνέχεια η προέλαση τους στην Συρία, ενώ άφηναν ήσυχο τον Άσαντ, εξόργισε τους Αμερικανούς που έβλεπαν παράλληλα το τηλεοπτικό σόου των εκτελέσεων Αμερικανών δημοσιογράφων να προκαλεί ανοιχτά την ισχύ τους. Τα πράγματα όμως είχαν περιπλεχτεί ακόμα περισσότερο καθώς η Τουρκία ήδη βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη θέση. Από την μια ενώ ήταν η μόνη που μπορούσε να σταματήσει το κίνημα των Τζιχαντιστών και ο Ερντογάν μετά από έντονες διεθνείς πιέσεις δήλωνε πως θα συμπαραταχτεί στο μέτωπο εναντίον τους, από την άλλη η Άγκυρα δεν μπορούσε να κινηθεί εξ’ αιτίας των στενών της δεσμών με του εξτρεμιστές ενώ πολλοί στην τουρκική πρωτεύουσα «χαμογελούσαν» καθώς έβλεπαν τους Τζιχαντιστές να εξοντώνουν το κουρδικό στοιχείο της Συρίας. Αυτό όμως επέφερε την μεγάλη οργή των Κούρδων με τους οποίους υποτίθεται ότι ο Ερντογάν είχε προχωρήσει σε μια διαδικασία ειρηνικής επίλυσης του κουρδικού ζητήματος. Η διαδικασία αυτή κατέρρεε με το αίμα των θυμάτων των αιματηρών κουρδικών διαδηλώσεων στην Τουρκία, ενώ οι συγκρούσεις Κούρδων με Τούρκους στην Ευρώπη, αναβίωνε με πρωτοφανή τρόπο το παλιό μίσος μεταξύ των δυο πλευρών. Την φωτιά που είχε ανάψει η Τουρκία για το δικός της όφελος, έβλεπε τώρα νε τσουρουφλίζει και το δικό της σπίτι.

Από εδώ και πέρα τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Σε ένα εμπεριστατωμένο άρθρο της η φιλοκυβερνητική τουρκική εφημερίδα, Yeni Şafak, στις 8/10, με τον χαρακτηριστικό τίτλο, «Savaş otuz yıl sürecek», εκτίμησε ότι ούτε λίγο ούτε πολύ ο πόλεμος αυτός μπορεί να κρατήσει ακόμα και δεκαετίες με όλες τις ολέθριες συνέπειες για την σταθερότητα στην περιοχή. Οι Τζιχαντιστές έχουν δημιουργήσει μια τεράστια δύναμη που πολύ δύσκολα θα ανατραπεί με τα σημερινά δεδομένα, καθώς έχουν αποκτήσει πολεμικές δυνατότητες που τους επιτρέπουν να επιχειρούν επιθέσεις σε πολλά μέτωπα με μεγάλη επιτυχία. Το αδύνατο σημείο τους είναι η αεροπορία, αλλά και εδώ τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Η Τουρκία δεν θέλει να τους βομβαρδίσει παρά μόνο αν υπάρχει προοπτική να ανατραπεί ο Άσαντ, ενώ οι Αμερικανοί κινούνται σε περιορισμένα όρια ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά σε μια πολύ επικίνδυνη ισορροπία σε ένα πολύ εύφλεκτο πεδίο. 

Ο απολογισμός είναι ένας πόταμος αίματος που θα συνεχιστεί όπως δείχνουν τα πράγματα. Αλλά το πιο επίμαχο σημείο είναι ότι η Τουρκία με την κρίση που η ίδια συνέβαλε να δημιουργηθεί κινδυνεύει, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και η τουρκική εφημερίδα, Zaman στις 8/10 με τον πολύ ενδιαφέρον τίτλο, «Türkiye nin bölgesel politikasının sorunları», καθώς και σε ένα άλλο χαρακτηριστικό άρθρο του αρθρογράφου, Ali Ünal ,στις 9/10 με τον τίτλο, «Türkiye nereye gidiyor ?», να ξαναγυρίσει στην δεκαετία του ενενήντα όταν κάθε μέρα σκοτώνονταν Τούρκοι και Κούρδοι σε ατέλειωτες μάχες στο τουρκικό Κουρδιστάν. Και αυτή την φορά οι Κούρδοι δεν θα αρκεστούν σε ένα τυπικό εμφύλιο δολιοφθοράς αλλά θα διεκδικήσουν με αξιώσεις την πλήρη και ουσιαστική αυτονομία τους ενώ οι Τζιχαντιστές καραδοκούν έτοιμοι για όλα ακόμα και σε ανατροπή της καθεστωτικής τάξης μέσα στην ίδια την Τουρκία.

Σε όλο αυτό το πανδαιμόνιο, εμείς όπως πάντα είμαστε εκτός τόπου και χρόνου προς δόξα της μνημονιακής κατοχής μας και της σύγχρονης νεοελληνικής μιζέριας που μας έχει καταδικάσει στον άχαρο ρόλο του κομπάρσου, ενώ στην Κύπρο οι Τούρκοι για άλλη μια φορά έδειξαν τα «δόντια» τους σε μια απρόθυμη Ελλάδα να εκμεταλλευτεί την πολύ δύσκολη θέση που βρίσκονται και να τους δώσει το κατάλληλο μάθημα.

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος