Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΔΙΗΓΗΣΗ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΥΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΗΛΟΥ ΣΤΗ ΘΑΣΟ

ΕΟΡΤΑΖΕΙ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ
Πρίν απο 900 περίπου χρόνια (δηλαδή γύρω στα 1090 από τη Γέννηση του Χριστού) εδώ στο καταπράσινο νησί της Θάσου έζησε και ασκήτευσε ένας άγιος άνθρωπος, που λεγόταν Λουκάς.
Δεκατέσσερα χρόνια περίπου πέρασε με άσκηση και προσευχή στην περιοχή του Θεολόγου,όπου και έχτισε μικρό εκκλησάκι προς τιμή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου,του Αποστόλου και Ευαγγελιστού. Μάλιστα απο τότε, απο το όνομα της εκκλησίας, ονομάσθηκε και το χωριό Θεολόγος.
Φίλος της ερημικής και ησυχαστικής ζωής όντας ο Όσιος Λουκάς, άρχισε να ενοχλείται απο τις επαφές του με τον κόσμο στο Θεολόγο κι αναζητώντας ερημικώτερους τόπους, για να βρίσκεται μόνος με το «Μόνο Θεό» κατέβηκε στις σπηλιές της «Βαθειάς Ποταμίας»- έτσι λεγόταν ο τόπος αυτός, όπου είναι τώρα το Μοναστήρι του Αρχαγγέλου Μιχαήλ – και συνέχισε τη σκληρή ασκητική ζωή εκεί, για άλλα είκοσι χρόνια. Μέσα σε αυτή την ερημιά του τόπου, πάνω σε απόκρημνους βράχους έζησε με ποκίλες ασκήσεις, πειρασμούς και πολλή προσευχή.
Είχαν περάσει δεκαεφτά χρόνια, από τότε, που εγκαταστάθηκε εδω, όταν κάποια μέρα, εκεί που προσευχόταν, βλέπει μπροστά του τον Αρχιστράτηγο των Αγγέλων Μιχαήλ, με άρρητη λάμψη, να του λέει: «Ειρήνη σοι». Φοβήθηκε ο Όσιος απο το παράδοξο θέαμα και την αστραπόμορφη όψη του Αρχαγγέλου κι άρχισε να κράζει: «Παναγία Θεοτόκε βοήθει μοι»
Τότε ο Αρχάγγελος για να τον ενθαρρύνη και να τον πείση ότι δεν είναι φάντασμα πειρασμικό, όπως ο όσιος νόμισε, αλλά αυτός  ο Αρχιστράτηγος του Θεού Μιχαήλ, του λέει: «Με έστειλε ο Κύριος να σου πω, ότι μετά απο τρία χρόνια θα παραλάβει ειρηνικά το πνεύμα σου στην αιώνια ανάπαυση των αγίων».
Με τα λόγια τούτα φοβήθηκε ακόμη περισσότερο ο Όσιος και νομίζοντας ακόμη, ότι πρόκειται για φαντασία διαβολική, έπεσε μπρούμυτα και φώναζε συνεχώς το «Κύριε ελέησον».
Και πάλιν ο Αρχάγγελος για να του πάρει τον φόβο, του φάνηκε, ότι χτύπησε με ένα ραβδί, μία πέτρα, που ήταν εκεί κοντά λέγοντας «Εν ονόματι του Πατρός του Υιού και του Αγίου πνεύματος. Αμήν». Και αμέσως ανέβλυσε νερό απο εκείνη τη στεγνή μέχρι τοτε πέτρα. Βλέποντας ο Όσιος το θαύμα, παίρνει θάρρος, πιστεύει στην παρουσία του Αρχαγγέλου και με δάκρυα ψυχής ζητεί συγχώρεση για την πρότερη ολιγοπιστία του, που δεν ήταν ολότελα αβάσιμη, γιατί μέχρι τότε πολλές φορές ο διάβολος δοκίμασε να τον απατήσει με πολλές και ποικίλες φαντασίες. Τότε ο Αρχάγγελος του λέει: «Πάρε και πιές απο αυτό το νερό και να μη φοβάσαι απο εδώ και πέρα τις δαιμονικές φαντασίες, αλλα κτίσε εδώ δικό μου ναό, όπου θα ωφελούνται οι άνθρωποι ψυχικά και θα θεραπεύωνται οι ασθενείς εις αιώνας». Με τα τελευταία αυτά λόγια ο Αρχάγγελος έγινε άφαντος, και αφήνοντας τον Όσιο Γέροντα γεμάτο από χαρά, θάρρος, αγαλλίαση και ευχαριστία στον Πανάγαθο Θεό.

Με πολλή προθυμία υπάκουσε στο Θείο Πρόσταγμα και έχτισε κατά τη δύναμη του μικρό εκκλησάκι στο όνομα του Αρχιστρατήγου Μιχαήλ, όπου συμπεριέλαβε και την πηγή του αγιάσματος. Τούτη η εκκλησία έγινε καταφύγιο σε όλους τους «κοπιόντας και πεφορτισμένους» γιατί, όταν έφθαναν μέχρις εδώ και έπιναν από το αγιασμένο εκείνο νερό και επλύνοντο, απολάμβαναν και την θεραπεία απο κάθε σωματική και ψυχική αρρώστεια.

 Έτσι διαδόθηκε η φήμη των θαυμάτων παντού, όχι μόνο στο Νησί, αλλά σε όλες τις γύρω και μακρινές περιοχές, απο όπου έφερναν τους αρρώστους με διάφορα πάθη και βάσανα και θεραπεύονταν.

Ο Όσιος Λουκάς μετά τα όλα παραπάνω συμβάντα έζησε ακόμη τρία χρόνια μεσκληρούς αγώνες και μετά, συμφωνα με την πρόρρηση του Αρχαγγέλου «απήλθεν εν ειρήνη προς Κύριον». Τότε ο μαθητής και ο υποτακτικός του, που λεγόταν Ξενοφών, τον κήδευσε κατά τους μοναχικούς κανόνες κι επειδή δεν μπορούσε να υποφέρει τη μοναξιά και το τραχύ κι απαρηγόρητο της ερήμου αυτής περιοχής, έφυγε απο εδώ και πήγε απέναντι στο Άγιον Όρος, στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, όπου και πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του.( Αξιοσημείωτο είναι, ότι η θέση του προσκυνήματος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ είναι ακριβώς στο νοτιανατολικό άκρο του νησιού και έχει απέναντι το Άγιον Όρος. Μάλιστα, όταν είναι καθαρή η ατμόσφαιρα, πολλές φορές διακρίνονται ιδιαίτερα οι παραθαλλάσιες αγιορείτικες μονές).

Τα χρόνια που συνέβει αυτό το θαύμα στον Όσιο Λουκά στη Θάσο, συμπίπτουν με τη βασιλεία του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτανειάτη (1078-1081), που ήταν φιλομόναχος και ενίσχυε πολύ τα μοναστήρια του Αγίου Όρους. Μάλιστα τότε ανακαίνισε και την Ιερά Μονή Φιλοθέου, που βρισκόταν σε μεγάλη παρακμή και της αφιέρωσε πολλά κειμήλια, απο αυτά, που υπήρχαν στη Βασιλεύουσα. Μεταξύ των άλλων αφιέρωσε και ένα κομμάτι απο τον Τίμιο Ήλο, δηλαδή το Καρφί, που μπήκε στο Δεξί Χέρι του Χριστού, όταν σταυρώθηκε για τις αμαρτίες μας στο Φρικτό Γολγοθά.

Πέρασαν χρόνια από τότε και ήλθε η φοβερή εκείνη ημέρα του 1453 της Αλώσεως της Κωσταντινουπόλεως από τους Τούρκους και στη συνέχεια όλης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Έτσι και η Θάσος με τη σειρά της δέχτηκε τη βαρειά δουλεία των βαρβάρων εξουσιαστών από τον ίδιο το Σουλτάν Μεχμέτ.

Παρά την καταπίεση των κατακτητών, οι πιστοί συνέχιζαν να έρχονται με πολλή ευλάβεια στο Ναό του Αρχαγγέλου και στο Αγίασμα και να απολαμβάνουν καθημερινά τις ιάσεις και θαυματουργίες του Μεγαλοδύναμου Θεού μας.

Βλέποντας οι βάρβαροι και κακότροποι Αγαρηνοί τη δόξα του προσκυνήματος, φθόνησαν και θέλησαν να θέσουν τέρμα στην ευλάβεια αυτή των πιστών και στα θαυμάσια του Αρχαγγέλου. Γι’ αυτό, τρείς απο αυτούς ήλθαν με πλοίο απο τη θάλασσα και ανέβηκαν πάνω στο Ναό. Ο πιο θρασύς απο αυτούς τόλμησε να μπεί μεσα στην εκκλησία και να μιάνει τη πηγή του Αγιάσματος, που έτρεχε μέσα εκεί για τόσα χρόνια. Τη στιγμή όμως εκείνη κεραυνοβολήθηκε από τον Αρχάγγελο και έπεσε πάνω στις πλάκες τις εκκλησίας, πτώμα νεκρό, άξια τιμωρημένο για την αναίσχυντη πράξη του. Αυτοστιγμεί όμως η πηγή του Αγιάσματος στέρεψε, εξαφανίστηκε από την εκκλησία και σαν να βυθίστηκε, από τότε ανέβλυσε κάτω στα βράχια σε μια σπηλιά κοντά στη θάλασσα. Οι άλλοι δύο τούρκοι φοβήθηκαν, κατέβηκαν τρέχοντας στη θάλασσα να σωθούν, μπήκαν στο πλοίο τους να διαφύγουν, αλλά δεν άργησαν και αυτοί να συντριβούν πάνω στους απότομους βράχους του γυαλού, απο τη μανιασμένη θάλασσα, που σαν όργανο της Θείας δίκης, τους ανταπέδωσε τη φοβερή τους πράξη. Συντρίμμια απο το καράβι και πτώματα επέπλεαν στα νερά της σαν δείγμα της τιμωρίας για την τόλμη και τη κακία τους.

Την άλλη μέρα κάποιος ιερέας, που λεγόταν Δημήτριος, ήλθε να λειτουργήσει με μερικούς ασθενείς για την υγεία τους. Μπαίνοντας στο Ναό βλέπει το πτώμα του Αγαρηνού και τη πηγή του Αγιάσματος να έχει στερέψει. Μεγάλο φόβο και θλίψη ένοιωσαν όλοι τους αντικρύζοντας το ανεξήγητο θέαμα και ιδιαίτερα για τη στέρηση του Αγιάσματος. Επειδή ήταν απόγευμα, σύρθηκαν σε ένα μέρος απόκεντρο εκεί κοντά με πολλή αγωνία και λύπη, περιμένοντας να ξημερώσει η ημέρα για να φύγουν.

Τη νύχτα εκείνη φαίνεται στον  ιερέα ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ και του λέει: «Πήγαινε στο Ναό μου και βγάλε έξω και ρίξε το μακρυά το ακάθαρτο εκείνο σώμα και πάρε τους αρρώστους να κατεβείτε κάτω στο γιαλό, στη θάλασσα και σε όποια σπηλιά δείτε φως, μπήτε και να λουσθούν εκεί οι ασθενείς και θα γίνουν καλά». Έτσι και έγινε. Ο ευλαβής ιερεύς, αφού έκανε αγρυπνία, προς τον Όρθρο, έβγαλε έξω απο την εκκλησία το ακάθαρτο κατά την προσταγή του Αρχαγγέλου και μετά όλοι μαζί κατέβηκαν στη θάλασσα. Εκεί ψάχνοντας, βλέπουν σε ένα μικρό σπήλαιο φως λαμπρό και φοβισμένοι άρχισαν να φωνάζουν: «Κύριε ελέησον» και «Αρχιστράτηγε βοήθησον». Όταν πλησίασαν στο σπήλαιο, έπαυσε το φως και αισθάνθηκαν έντονη ευωδία. Επειδή δε ο τόπος του σπηλαίου ήταν στενός και μπήκαν γονατιστοί, όλο αυτό το μέρος πήρε το όνομα «Γοναταίς», γιατί όποιοι πήγαιναν στο Αγίασμα, έπρεπε να μπουν γονατιστοί. Αφού μπήκαν έτσι μέσα και λούσθηκαν οι άρρωστοι, κατά το λόγο του Αρχαγγέλου, θεραπεύτηκαν.

Από τότε, όλοι αυτοί, που κατεβαίνουν στη σπηλιά του Αγιάσματος με ευλάβεια και πίστη, θεραπεύονται.

Ο ιερεύς Δημήτριος αφού έμεινε εκείνη τη μέρα στο Ναό, τον καθάρισε, έκανε αγιασμό και λειτούργησε το άλλο πρωί.

Μετά τη λειτουργία κατέβηκαν όλοι στη θάλασσα για να βρούν τίποτε για ψάρεμα. Εκεί είδαν τα συντρίμμια του πλοίου και τα δύο πτώματα των ασεβών ριγμένα από τα κύματα στη παραλία. Έφυγαν φοβισμένοι και συγκινημένοι από τα θαυμάσια, που είδαν και έζησαν και τα διηγήθηκαν παντού προς δόξαν Θεού.

Η Παρουσία και τα Θαύματα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στον τόπο αυτό είναι στενά συνδεδεμένη και με την ιστορία, του Τιμίου Ήλου, που αναφέραμε παραπάνω, ο Οποίος επίσης αποτελεί πηγή πολλής χάριτος και ιαμάτων σε αυτούς, που με πίστη και φόβο Τον προσκυνούν.

Στους πρώτους χρόνους της δουλείας του Γένους μας από τους Τούρκους σε όλα τα Μοναστήρια είχαν επιβληθεί πολύ μεγάλοι φόροι, που ήταν πραγματική μάστιγα. Μεταξύ των άλλων και το Μοναστήρι του Φιλοθέου στο Άγιον Όρος είχε φθάσει σε μεγάλη οικονομική ανέχεια και στέρηση και αυτών των αναγκαίων. Έτσι αποφάσισαν να στείλουν μια συνοδεία από τρείς μοναχούς με επικεφαλής, τον σεβασμιώτερο Ιερομόναχο Γαβριήλ, για συνδρομή στους ηγεμόνες της Βλαχίας, που πάντα βοηθούσαν πολύ το Άγιον Όρος.

Οι μοναχοί πήραν μαζί τους και τα σπουδαιότερα άγια κειμήλια της Μονής για ευλογία και προσκύνηση. Μεταξύ των άλλων ήταν και μέρος του Τιμίου Ήλου (δηλαδή του Καρφιού που μπήκε στο Δεξί Χέρι του Χριστού), δώρο του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτεινιάτη – που το είχε αφιερώσει με Χρυσόβουλο στη Μονή – και μέρος του Αγίου Λειψάνου του Αγίου Παντελεήμονος.

Έτσι η συνοδεία των μοναχών με πλοίο έπλεαν για τη Κωσταντινούπολη, όπου θα εφοδιάζονταν με Πατριαρχικά συστατικά Γράμματα για τους Ηγεμόνες των Παραδουνάβιων Χωρών και τους εκεί Αρχιερείς.

Μόλις όμως είχαν πλεύσει πέντε μίλια, ένας δυνατός άνεμος τους έσπρωξε προς τη Θάσο και με πολλή βία τους έφερε στην περιοχή του Αρχαγγέλου, που ήταν και μετόχι της Μονής Φιλοθέου, στη «Βαθειά Ποταμιά». Νεκροί απο το φόβο και την ταλαιπωρία, έσειραν εκεί το πλοίο και ανέβηκαν στο Μετόχι τους λίγο να αναπαυθούν, μέχρι να κοπάσει η θαλασσοταραχή. Μάλιστα άναψαν και φωτιά έξω απο το Ναό και καθόντουσαν αμέριμνοι.

Εκείνοι όμως τη νύχτα ήλθαν θαλασσοπειρατές, που λυμαίνονταν τι θάλασσες καταστρέφοντας ότι εύρισκαν μπροστά τους απο την απληστία τους για χρήματα και πολύτιμα αντικείμενα. Όταν είδαν το πλοίο αγκυροβολημένο έξω στην παραλία και πάνω ψηλά φωτια, πήδηξαν ξαφνικά και σκότωσαν όλους τους Μοναχούς και ναύτες. Κατα θεία οικονομία όμως, την ώρα, που τα άγρια εκείνα θηρία βασάνιζαν τους Μοναχούς και τους ζητούσαν χρήματα, πρόφτασε ένας απο αυτούς και έκρυψε μέσα στον τοίχο της εκκλησίας το Κιβώτιο με τον Τίμιο Ήλο και το λείψανο του Αγίου Παντελεήμονος. Έτσι διασώθηκαν τα ιερά αυτά αντικείμενα και δεν κάηκαν απο τους πειρατές, που με καταστροφική μανία έκαψαν την εκκλησία και τα γύρω οικήματα.

Η αποκάλυψη τους έγινε μετά από αρκετό καιρό ώς εξής: Κάποιος Ιωάννης, ήταν για ακετό καιρό άρρωστος και δεν μπορούσε να βρεί θεραπεία στη αρρώστια του. Κάποια βραδυά είδε στον ύπνο του τον Αρχάγγελο Μιχαήλ, που τον παρακινούσε να πάει στο Αγίασμα στις «Γοναταίς» για να γίνει καλά. Σηκώθηκε λοιπόν, και διηγήθηκε στους δικούς του το όνειρο.

Αμέσως τον πείραν οι συγγενείς του και τον έφεραν στο Αγίασμα, όπου λούσθηκε και έγινε τελείως καλά. Από ευγνωμοσύνη και ευχαριστία για την θεραπεία του θέλησε να χτίσει πάλι τον ερειπωμένο Ναό. Έβαλε λοιπόν οικοδόμους, οι οποίοι προσπαθόντας να καθαρίσουν του τοίχους για να βάλουν θεμέλια, με το γκρέμισμα βρείκαν στον τοίχο το κιβώτιο με τα ιερά κειμήλια. Σκέφτηκαν μεταξύ τους, να το κρύψουν, γιατί είχε αξία η ασημένια θήκη και να δώσουν μόνο το άγιο λείψανο στο Πνευματικό Θεωνά Φιλοθεϊτη, που έμενε τότε στο Μετόχι της Μονής Φιλοθέου στον Θεολόγο.

Τον Τίμιο Ήλο του Σωτήρος Χριστού μας, που ήταν μέσα σε ξύλινο Σταυρό, τον άφησαν πάνω σε μια αγριελιά, που ήταν δίπλα στην εκκλησία του Αρχαγγέλου. Έδωσαν σε το άγιο λείψανο του Αγίου Παντελεήμονος στον Φιλοθεϊτη Μοναχό και του είπαν ψέμματα, ότι μόνο αυτό βρήκαν κάτω από μια πλάκα, χωρίς την ασημένια θήκη και τον Τίμιο Ήλο. Κατά θεία και πάλι παραχώρηση, δαιμονίσθηκαν και από τον τρόμο τους για την δίκαιη τιμωρία, έδωσαν και την ασημένια θήκη. Ξέχασαν όμως τελείως, ότι είχαν αφήση πάνω στην αγριελιά τον Σταυρό με τον Τίμιο Ήλο.

Κάποιος βοσκός, Γεώργιος, που είχε το μαντρί του στην περιοχή αυτή, κοντά στον Ναό, κάθε νύχτα έβλεπε ένα φώς να λάμπει σαν άστρο. Πήγαινε την μέρα και δεν έβλεπε τίποτα. Μια νύχτα παίρνει και το παιδί του και πηγαίνουν μαζί στην αγριελιά και βλέποντας την λάμψη φοβήθηκαν και δεν ανέβηκαν πάνω στο δένδρο. Αμέσως έφυγαν για το χωριό του Θεολόγου και ανήγγειλαν το γεγονός στον Πνευματικό Θεωνά.

Ο Πνευματικός από τα πρόσφατα γεγονότα της σφαγής των μοναχών και της ανακαινίσεως του Ναού από τον Ιωάννη, κατάλαβε, οτί εκεί στην αγριελιά θα είχε απομείνει ο Σταυρός με τον Τίμιο Ήλο. Πράγματι ήρθαν στο Ναό και βρήκαν το Σταυρό με κειμήλιο πάνω στο δέντρο. Τα παρέλαβαν με μεγάλη ευλάβεια και τιμή και με λιτανεία τα πήραν στο χωριό του Θεολόγου, ενώ όλοι οι κάτοικοι βγήκαν έξω από το χωριό, να τους προϋπαντήσουν. Μετά τα κατέθεσαν στο Φιλοθεϊτικο Μετόχι του Θεολόγου. Πολλά δε θαύματα έγιναν τότε.

Όταν έμαθαν τα συμβάντα στη Μονή Φιλοθέου – η οποία τότε ήταν κοινόβιο – έγραψαν στον Πνευματικό Θεωνά να πάρει τον Τίμιο Ήλο και να Τον επιστρέψει στη Μονή. Ο Πνευματικός, σύμφωνα με την εντολή του ηγουμένου, Τον πήγε στο Άγιον Όρος.

Τότε ο Αρχάγγελος φανερώθηκε στον Ηγούμενο στον ύπνο του και τον φοβέρισε με ελεγκτικό και προστακτικό τρόπο να στείλει τον Τίμιο Ήλο πίσω προς φύλαξη των Χριστιανών. Εκείνος όμως δίσταζε και ανέβαλε να τον στείλει. Ξαναεμφανίστηκε ο Αρχάγγελος με φοβερώτερο τρόπο πάλι στον ύπνο το, προστάζοντας, να Τον στείλει πίσω στην Θάσο και να μην Τον εμποδίσει η ζητήσει ποτέ να Τον επιστρέψουν, απειλώντας ότι αν δεν υπακούσει, θα Τον πάρει μόνος του. Έτσι ακριβώς και έγινε.

Μετά από τις τόσες πιέσεις, πηγαίνοντας ο Ηγούμενος στο Σκευοφυλάκιο για να Τον πάρει, με έκπληξη του δεν Τον βρήκε εκεί. Κατάλαβε αμέσως ότι ο Αρχάγγελος, σύμφωνα με το όνειρο, θα Τον είχε πάρει με θαυματουργικό τρόπο στη Θάσο και έστειλε τον Πνευματικό Θεωνά προς αναζήτηση Του.

Ακριβώς εκείνες τις μέρες ο βοσκός, που είχε ξαναδεί το φως στην αγριελιά, βλέπει λαμπρότερο το φως εκείνο και ειδοποιεί στο Θεολόγο τον Φιλοθεϊτη Μοναχό να έρθει, να Τον παραλάβει. Ήλθαν λοιπόν όλοι με λιτανεία και συνοδεία και παρέλαβαν το κειμήλιο και το πήραν στο Μετόχι της Μονής στο Θεολόγο, όπως και κατα την πρώτη εύρεση.  Ήταν δε τότε – που έγινε η δεύτερη εύρεση του Τιμίου Ήλου με τη μεταφορά Του από τον ίδιο τον Αρχάγγελο στη Θάσο – η Δευτέρα της Διακαινησίμου μετά το Πάσχα. Έτσι αποφασίστηκε να γιορτάζεται πανηγυρικά ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ μαζι με τον Τίμιο Ήλο την Τρίτη της Διακαινησίμου.

Από τότε προς ανάμνηση του Θαύματος, έρχονται κάθε χρόνο οι Θεολογίτες με λιτανεία φέρνοντας τον Τίμιο Ύλο με την Εικόνα του Αρχαγγέλου, αγρυπνούν από βραδύς και το πρωί της Τρίτης της Διακαινησίμου γίνεται η Θεία Λειτουργία πανηγυρικά. Με λιτανεία δε πάλι τα επιστρέφουν στο Μετόχι του Θεολόγου. Εκεί εφυλάσσοντο για αρκετά χρόνια, μέχρις ότου ιδρύθηκε η Μονή του Αρχαγγέλου και φυλάσσονται τώρα εδώ.

Λίγο καιρό μετά τη δεύτερη εύρεση, κάποιος ιερεύς Αναστάσιος, από Βουλγαρικό χωριό, ήταν άρρωστος βαρειά και όταν επικαλέσθηκε τη δύναμη του Τιμίου Ήλου έγινε αμέσως καλά.

Από βαθειά ευγνωμοσύνη για την θεραπεία του και για να μείνει ανεξαλειπτη η ενθύμηση του θαύματος, που του έγινε, έφτιαξε την εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ μέσα σε εξαπτέρυγο ασημένιο και το κομμάτι το Τιμίου Ήλου το έβαλε μέσα μαζί με το Σταυρό, για να είναι φυλακτήριο όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών. Έτσι διασώζεται μέχρι σήμερα.

Βλέπουμε λοιπόν από όλα τα παραπάνω ότι, κατά θεία απόρρητη οικονομία, μέσα στην τόσο κρίσιμη εποχή μας, από μια ιδιαίτερη εύνοια και πρόνοια για το νησί της Θάσου, ο Πανάγιος Θεός μας ο «Μόνος ποιών θαυμάσια», μας χάρισε ένα μεγάλο φίλο, βοηθό και υπέρμαχο, τον Παμμέγιστο Ταξίαρχο των Αγγέλων Μιχαήλ. «Ο Δημιουργός Θεός τον έταξε Προϊστάμενο του τόπου μας, οικονομούντα και βοηθούντα μας», κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό.

Τα θαύματα του ήταν και είναι άπειρα. Ακούει και βοηθεί ταχέως, όποιον Τον επικαλεσθεί με πίστη και αγάπη. Παρουσιάζεται στους περισσότερους ολοζώντανος με στρατιωτική στολή και εκπληρώνει κατα το ψυχικό συμφέρον τις επιθυμίες τους η θεραπεύει ανίατες αρρώστιες η ακόμη επιπλήτει και ελέγχει για να επανεφέρει στο δρόμο της μετανοίας και σωτηρίας.

Για τη Θάσο και ιδιαίτερα για το χωριό του Θεολόγου είναι ο Προστάτης και ο άμισθος Ιατρός των πιστών μαζί με τον Τίμιο Ήλο. Σε όλες τις δυσκολίες τους σε Αυτόν καταφεύγουν. Είναι αξιοσημείωτο, ότι ακόμη και όταν τα παιδιά τους φεύγουν για να υπηρετήσουν τη θητεία τους στο στρατό, κάνουν πρώτα αγιασμό με το κειμήλιο και με αυτήν την ευλογία ξεκινούν.

Όταν λένε τη λέξη «Άγιος» η «Μιχαήλ Αρχάγγελος « εννοούν τον Τίμιο Ήλο μαζί με τον Αρχάγγελο, που εικονίζεται πάνω στο εξαπτέρυγο. Στη συνείδηση τους και αυτές οι δύο έννοιες είναι ταυτισμένες απόλυτα και για αυτούς σημαίνουν το ίδιο πράγμα: Μια βαθειά, απλή και ανόθευτη πίστη στον Αρχάγγελο, που τους χάρισε την ευλογία του Τιμίου Ήλου του Χριστού μας πάνω στο Νησί.


Η αγριελιά της ευρέσεως του Τιμίου Ήλου




http://ellhnes2012.blogspot.gr/2014_10_18_archive.html