Φθάνοντας ἡ πορεία πού ξεκινήσαμε ἀπό τήν ἀρχή τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς στό ἀποκορύφωμά της, πορευόμενοι πρός τό Πάσχα,
θά ἑορτάσουμε τήν θριαμβευτική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα, ὁπότε θά ὑποδεχθοῦμε κι ἐμεῖς τόν σιωπηλό, προβληματισμένο καί κατά πάντα περίλυπο Ἰησοῦ, πού εἰσέρχεται στήν Ἁγία Πόλη.
Στήν ὀρθόδοξη εἰκονογραφία τῆς ἑορτῆς τῆς Κυριακῆς τῶν
Βαΐων, ἄν σταθοῦμε μπροστά στήν εἰκόνα, θά παρατηρήσουμε ὅτι τό πρόσωπο τοῦ
Ἰησοῦ ἔχει μία περίσκεψη καί φαίνεται νά ἀπέχει ἀπό τά ὅσα συμβαίνουν γύρω του.
Γι᾿ αὐτό καί σιωπᾶ˙ δέν χαιρετᾶ˙ δέν εὐλογεῖ˙ δέν θαυματουργεῖ˙ δέν προσέχει
στά Ὠσσανά. Όλα αὐτά γνωρίζει ὅτι εἶναι τά σημάδια μιᾶς πορείας πού μέλλει νά
διανύσει.
Γι᾿ αὐτό κι ἐμεῖς, δέν πρέπει νά παραμείνουμε στούς
πανηγυρισμούς τῆς ἡμέρας αὐτῆς. Ὁ Χριστός ἐπείγεται νά σταυρώσει τήν ἁμαρτία,
γιά νά θανατώσει τό θάνατο καί νά ἀναστήσει τόν ἄνθρωπο. Ἄν ἐπιθυμοῦμε βαθειά
νά ἑνωθοῦμε μέ τόν Χριστό καί νά μπορέσουμε νά βρεθοῦμε δίπλα Του τή στιγμή τῆς
δόξας Του, ὁφείλουμε νά Τόν ἀκολουθήσουμε στό Πάθος Του· νά συσταυρωθοῦμε καί
συνταφοῦμε μ᾿ Αὐτόν.
Πρέπει νά ἔχουμε συνεχῶς πνευματική ἐγρήγορση καί νά μήν
εἴμαστε ράθυμοι σάν τίς «μωρές» ἐκεῖνες Παρθένες τῆς παραβολῆς, μιά πού ὁ
Νυμφίος ἔρχεται «ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτός». Βέβαια ὁ νυμφίος τῆς ψυχῆς μας Χριστός,
ἔρχεται πάντοτε καί μέ πολλές μορφές, κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας. Ἄς εἴμαστε
λοιπόν ἄγρυπνοι πνευματικά καί ἄς ἀγωνιζόμαστε, ὥστε νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τήν
Βασιλεία Του.
Ὁ Κύριος, πρίν ἀπό τό Μυστικό Δεῖπνο, ζώστηκε τό «λέντιον»
καί ἔπλυνε τά πόδια τῶν μαθητῶν Του, δείχνοντάς μας ὅτι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στή
θέωση, περνάει ἀπό τήν πύλη τῆς ταπεινώσεως καί τῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας μέ τό
συνάνθρωπο (ἀκολουθία τοῦ Νιπτῆρος). Μόνο ἔτσι θά μπορέσουμε νά συμμετέχουμε
στό κατεξοχήν μυστήριο τῆς συναντήσεως τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Χριστό, πού εἶναι
καί τό κέντρο τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας· τό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας (Μεγάλη
Πέμπτη).
Συμπορευόμενοι νοερά μέ τόν Χριστό στό δρόμο γιά τόν
Γολγοθᾶ, ἄς σταθοῦμε κι ἐμεῖς κάτω ἀπό τό Σταυρό. Κι ἐκεῖ πού Ἐκεῖνος θά
σταυρώνεται γιά τίς δικές μας ἁμαρτίες, ἄς σταυρώσουμε τά πάθη μας· «Τάς
αἰσθήσεις ἡμῶν καθαράς τῷ Χριστῷ παραστήσωμεν, καί ὡς φίλοι τάς ψυχάς ἡμῶν
θύσωμεν δι’ αὐτόν, καί μή ταῖς μερίμναις τοῦ βίου, συμπνιγῶμεν ὡς ὁ Ἰούδας...»
θά ψάλλουμε στό α΄ ἀντίφωνο τῆς Ἀκολουθίας τῶν Παθῶν.
Νεκρός πάνω στό Σταυρό, ἔξω ἀπό τά τείχη τῆς Ἱερουσαλήμ,
καί μετά τήν Ἀνάστασή Του, τήν τρίτη ἡμέρα «κατά τάς Γραφάς», ὁ Χριστός
συνεχίζει νά πεθαίνει καί νά ἀνασταίνεται, μυστικά, μυστηριακά, μέχρι τό τέλος
τοῦ κόσμου τούτου μαζί μέ κάθε ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου «ἐνεδύθη» τό πρόσωπο.
Δέν ἔχουμε λοιπόν παρά νά ἀνασηκώσουμε τή βαριά πλάκα τῆς
πέτρινης καρδιᾶς μας πού σκεπάζει μέσα μας, ὡς ἄλλος τάφος, τόν Κύριο τῆς ζωῆς
καί τοῦ θανάτου. Τότε Αὐτός, δίχως ἄλλο, θά ἐγερθεῖ, ὅπως καί τή νύκτα ἐκείνη
ὅπου τά «πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια», ὅπως
ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο κανόνας, συνεγείροντας κι ἐμᾶς μέ τή λυτρωτική Του
παρουσία.
Τό ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι σταυροαναστάσιμο. Γιατί,
Ὀρθοδοξία, ἀνάμεσα σέ ἄλλα σημαίνει θυσία, αὐταπάρνηση, αὐτοκένωση, συναλληλία,
«ἀλλήλων τά βάρη βαστάζετε», στεναγμός ἀνεκλάλητος, χαρμολύπη, αὐτομεμψία,
ταπείνωση, διά Χριστόν μωρία, τοῦ κόσμου ἀποταγή, μετάνοια ἀγόγγυστη,
συμμαρτυρία καί μαρτύριο Χριστοῦ.
Σημαίνει ταπείνωση, μύηση στόν πόνο, συσταύρωση μέ τήν
ὀδύνη τοῦ ἄλλου προσώπου, συνταύτιση νοερή καί πραγματική μέ τόν θλιβόμενο, τόν
πενθοῦντα, τόν ὑστερούμενο, σκύψιμο πάνω ἀπό τίς πληγές, γονυκλισία καρδίας «ἐν
τῷ ταμείῳ ἡμῶν».
Ὀρθοδοξία σημαίνει νά μήν ζεῖς ἐσύ πλέον, ἀλλά νά ζεῖ «ἐν
σοί Χριστός». Σημαίνει ἑκούσια στέρηση κάθε ἀνακούφισης, νά ἀνιχνεύεις τόν πόνο
στήν χαρά, καί στήν χαρά νά μήν λησμονεῖς τήν θλίψη. Νά μήν βρίσκεις ἡσυχία γιά
τήν δυσχέρεια καί τήν ἀδικία τοῦ κόσμου καί συνάμα νά παραμένεις χαρούμενα
νηφάλιος ὅταν διώκεσαι, μαρτυρεῖς, συκοφαντεῖσαι καί βάλλεσαι πανταχόθεν ἀπό
τήν ἀσφυκτική καί ἀλγεινή κακία τοῦ κόσμου ἤ νά ἀσθενεῖς καί τότε ἀκριβώς νά
χαίρεσαι!
Αὐτό εἶναι τό σταυρώσιμο ἦθος τῆς ὀρθοδοξίας.
Ἀπό τήν ἄλλη ὅμως πλευρά, ὑπάρχει καί τό ἀναστάσιμο ἦθος:
μυστήριο, εὐχαριστία, δοξολογία, βάπτισμα, ἑορτή, ζωή, χαρά, πίστη καί ἐλπίδα.
Ὑπάρχει ἀδιάλειπτη προσευχή, νήψη, ἄφεση, μίμηση ἁγίου, ἐλευθερία, πνευματική
εὐχαρίστηση, ἀνακούφιση στά βάσανα, κοινωνία, ἀγάπη, ἁγιασμός, θαῦμα, φωτισμός,
θέωση.
Ὁ καθένας πού, ἔστω καί γιά μία μόνο φορά, ἔζησε αὐτή τή
νύχτα «τή σωτήριο, τή φωταυγή καί λαμπροφόρο», καί πού γεύτηκε ἐκείνη τή
μοναδική χαρά, γνωρίζει ὅτι τό Πάσχα εἶναι κάτι πολύ περισσότερο ἀπό μία ἑορτή·
πολύ πέρα ἀπό μία ἐτήσια ἀνάμνηση ἑνός ἱεροῦ γεγονότος πού πέρασε.
Τό Πάσχα μᾶς εἰσάγει σ᾿ ἕναν ἄλλο αἰώνα, σέ μία νέα
διάσταση πού προαναγγέλει τόν ἀναμενόμενο κόσμο· Βασιλεία πού εἶναι ἤδη
παροῦσα, μυστικά καί ὀντολογικά ἀνάμεσά μας· «Ὦ Πάσχα τό μέγα καί ἱερώτατον,
Χριστέ. Ὦ Σοφία καί Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Δύναμις· δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον Σοῦ
μετασχεῖν ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς Βασιλείας Σου», θά ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο
κανόνα.
Τό Πάσχα πανηγυρίζουμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ· «θανάτου
τήν νέκρωση, Ἄδου τήν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς τῆς αἰωνίου ἀπαρχήν...», ὅπως θά
ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο Ὄρθρο. Καί αὐτή ἡ «ἄλλη βιοτή», ἡ νέα ζωή πού πρίν δύο
χιλιάδες χρόνια «ἀνέτειλεν ἐκ τοῦ τάφου», προσφέρθηκε σ᾿ ὅλους μας.
Ὅλοι ὅσοι πιστεύουμε στόν ἀναστημένο Χριστό, λάβαμε τό
δῶρο αὐτῆς τῆς νέας ζωῆς καθώς καί τή δύναμη νά τήν ἀποδεχθοῦμε καί νά ζήσουμε
διά μέσου της· τή δύναμη νά ἀντιμετωπίσουμε κάθε κατάσταση αὐτοῦ τοῦ κόσμου,
ἀκόμα καί αὐτόν τόν ἴδιο τό θάνατο· μιά πού μέ τό δικό του σταυρικό θάνατο ὁ
Χριστός, ἄλλαξε τή φύση ἀκριβῶς τοῦ θανάτου. Τόν ἔκανε πέρασμα-διάβαση-«Πάσχα»
στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, μεταμορφώνοντας τή δραματικότερη καί τραγικότερη
στιγμή τοῦ ἀνθρώπου σέ αἰώνιο θρίαμβο. Μέ τό «θανάτῳ θάνατον πατήσας», ὁ
Χριστός μᾶς ἔκανε μετόχους τῆς Ἀναστάσεώς Του.
Τό Πάσχα εἶναι ἡ θύρα, ἀνοιχτή κάθε χρόνο, πού ὁδηγεῖ στήν
ὑπέρλαμπρη Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Εἶναι ἡ πρόγευση τῆς αἰώνιας καί ἀπερίγραπτης
χαρᾶς καί εὐφροσύνης πού περιμένει ὅσους, ἀφοῦ συσταυρώθηκαν μέ τόν Χριστό,
συναναστήθηκαν μαζί Του, ἀπό τή νέκρωση πού εἶχαν ἐπιφέρει στή ψυχή τους τά
πάθη. Αὐτή εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας πού ἐπιβεβαιώνεται καί φανερώνεται
στόν κόσμο μέσα ἀπό τούς ἁγίους της, τούς φίλους τοῦ Θεοῦ. Ἀνάμεσά τους καί οἱ
ἅγιοι καί ὅλες οἱ ἁγιασμένες μορφές τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπως οἱ ἅγιοι Ἀκάκιος καί
Πορφύριος οἱ Καυσοκαλυβίτες καί ὁ ἅγιος Παΐσιος ὁ Ἁγιορείτης.
Ὁ τελευταῖος μᾶς Διδάσκει, μέ τόν χαρακτηριστικό του
τρόπο: «Ὁ Χριστός μᾶς θέλει λεβέντες καί παλληκάρια». Καί δέν ἐννοεῖ τίποτα
λιγότερο ἤ τίποτα περισσότερο ἀπό ἐκεῖνο πού ἐκφράζει ἡ φαινομενικά κοσμική
αὐτή εἰκόνα: Δυνατό καί ἡρωϊκό ἄνθρωπο, γυμνασμένο στό σῶμα ἀλλά κυρίως στήν
ψυχή, ἕτοιμο γιά ἀγῶνες, γιά ἤττες καί γιά νίκες.
Γιατὶ ὅπως ὁ Χριστός, ἔτσι κι ἐμεῖς, ἀπὸ τὴ θλίψη τοῦ
Σταυροῦ καὶ τοῦ πάθους, ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὸ θάνατο, φθάνουμε στὴ χαρὰ τῆς
Ἀναστάσεως, πρὸς τὴν ὁποία καὶ πορεύομαστε μὲ κουράγιο καὶ δύναμη.
Στήν πορεία πρός τήν συνάντησή μας μέ τόν ἀναστημένο
Χριστό, τόν Θεό μας, στόν ὁποῖο πρέπει κάθε δόξα, τιμή καί προσκύνηση, στούς
αἰώνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν!
Καλήν Ἀνάσταση !
Γράφει ο Γέρων Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης στην Romfea.gr
Ἱερά Καλύβη Ἁγίου Ἀκακίου τῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους
Ἱερά Καλύβη Ἁγίου Ἀκακίου τῆς Σκήτης Καυσοκαλυβίων τοῦ Ἁγίου Ὄρους
Πηγή: Romfea.gr