Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2018

Το Ευαγγέλιο και ο Απόστολος της Κυριακής 16 Δεκεμβρίου 2018: η παραβολή του μεγάλου δείπνου

Τὸ οὐράνιο πανηγύρι

Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 16 Δεκεμβρίου 2018, ΙΑ΄ Λουκά (Λουκ. ιδ΄ 16-24)
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.

1. «ΔΕΙΠΝΟΝ ΜΕΓΑ»
Στὴν Παραβολὴ αὐτὴ ὁ Κύριός μας ὀνομάζει τὴν οὐράνια Βασιλεία του «δεῖπνον μέγα», στὸ ὁποῖο καλεῖ ὅλους μας νὰ προσέλθουμε. Γιατί ὅμως ἆραγε τὴν ὀνομάζει ἔτσι; Τὴν ὀνομάζει δεῖπνο, διότι στὴ Βασιλεία του ὁ Θεὸς θὰ μᾶς παραθέτῃ πνευματικὴ καὶ ὑπερφυσικὴ τράπεζα μὲ τὰ θεῖα καὶ αἰώνια ἀγαθά του. Μιὰ τράπεζα ἀτελεύτητη στὸν Οὐρανό, ὅπου ὁ Ἴδιος θὰ μᾶς προσφέρῃ ἀπὸ τὸν ἄπειρο πλοῦτο τῶν ἀγαθῶν του. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ ὀνομάζει τὸ δεῖπνο αὐτὸ μέγα! Διότι τὸ πανηγύρι αὐτὸ θὰ εἶναι μεγαλοπρεπέστατο, ἐφ’ ὅσον τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ ποὺ θὰ μᾶς προσφέρῃ εἶναι ἀσύλληπτης ἀξίας. Ποιὰ εἶναι αὐτά; Ὅ,τι ἀνώτερο μπορεῖ νὰ σκεφθῇ ἢ νὰ ἐπιθυμήσῃ κανείς: ἡ μετοχή μας στὸ φῶς καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, στὴν ἁγιότητα καὶ μακαριότητά του, ἡ ἀνέκφραστος ἡδονὴ ποὺ θὰ αἰσθανώμαστε καθὼς θὰ ἀτενίζουμε τὴν ἀπερίγραπτη ὡραιότητα τοῦ θείου προσώπου του. Ὅλα τὰ πλούτη τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀνεξερεύνητοι καὶ ἀνεξάντλητοι θησαυροί του, ποὺ θὰ μᾶς παρατίθενται, θὰ χορταίνουν τὴν ψυχή μας καὶ θὰ μᾶς γεμίζουν μὲ ἀνείπωτη εὐφροσύνη. Στὸ οὐράνιο ὅμως αὐτὸ δεῖπνο ὁ Κύριός μας θὰ μᾶς προσφέρῃ καὶ κάτι ἀσυγκρίτως ἀνώτερο, τὸ «καινὸν ποτήριον», τὸν ἴδιο τὸν Ἑαυτό του, τὴν θεία Κοινωνία μ’ ἕναν ὅμως διαφορετικὸ τρόπο, «καινόν», ποὺ δὲν μποροῦμε οὔτε νὰ φαντασθοῦμε οὔτε νὰ ἐννοήσουμε. Καὶ θὰ μᾶς τὸ προσφέρῃ ὁ ἴδιος ὁ Οἰκοδεσπότης τοῦ δείπνου, ὁ Ὁποῖος καὶ θὰ εὐφραίνεται μαζί μας καὶ θὰ μᾶς διακονῇ. Ποιός; Ὁ Μέγας, ὁ Ὕψιστος, ὁ Αἰώνιος, ἐμᾶς τοὺς μικροὺς καὶ ἐλαχίστους. Τὸ δεῖπνο αὐτὸ θὰ εἶναι ἐπιπλέον μεγάλο, τὸ μεγαλύτερο ποὺ ὑπῆρξε ποτέ, διότι εἶναι πανηγύρι οἰκουμενικό, πανηγύρι ὅλης τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι καλεσμένοι σ’ ατὸ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅλων τῶν λαῶν καὶ τῶν ἐποχῶν. Διότι ὁ Θεὸς ὅλους θέλει νὰ μᾶς εἰσαγάγῃ στὴν Βασιλεία του μὲ τὸ ἀνεξιχνίαστο ἔλεός του καὶ τὸν ἄπειρο πλοῦτο τῆς θείας του ἀγαθότητος. Ἀλλὰ τὸ πανηγύρι αὐτὸ θὰ εἶναι καὶ αἰώνιο, δεῖπνο ποὺ θὰ ἔχῃ ἀρχὴ ἀλλὰ δὲν θὰ ἔχῃ τέλος. Ἄχ, καὶ νὰ μπορούσαμε νὰ καταλάβουμε ἔστω καὶ λίγο πῶς θὰ εἶναι τὸ οὐράνιο αὐτὸ πανηγύρι, πῶς θὰ ζοῦμε ἐκεῖ, τί θὰ ἀπολαμβάνουμε, τί θὰ βλέπουμε, τί θὰ αἰσθανώμαστε! Πῶς θὰ ἐπικοινωνοῦμε μὲ τὶς θεῖες καὶ ἀγγελικὲς δυνάμεις τοῦ οὐρανοῦ, ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, πολὺ δὲ περισσότερο πῶς θὰ ἀτενίζουμε τὸ ἄπειρο κάλλος τοῦ Θεοῦ καὶ πῶς θὰ συνομιλοῦμε μαζί του! Κι αὐτὸ ἀτελεύτητα, ἀκόρεστα, αἰώνια. Αὐτὸ λοιπὸν τὸ ὑπερφυὲς καὶ ἀσύλληπτο δεῖπνο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ νὰ τὸ σκεπτώμαστε. Νὰ τὸ ποθοῦμε καὶ νὰ τὸ περιμένουμε.

2. Η ΚΛΗΣΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Σ’ αὐτὸ τὸ οὐράνιο δεῖπνο καλεῖ ὁ Θεὸς τὸν καθένα μας καθημερινά. Μᾶς καλεῖ ἄλλοτε μέσα ἀπὸ τὶς περιστάσεις τῆς ζωῆς, μὲ ἀνθρώπους ποὺ φέρνει δίπλα μας, μὲ κάποιο οἰκοδομητικὸ ἀνάγνωσμα, μὲ τὴν ἀκρόασι κάποιας ἀφυπνιστικῆς καὶ κατανυκτικῆς ὁμιλίας, μ’ αὐτὴ τὴν Παραβολὴ ποὺ ἀναλύουμε, κι ἄλλοτε μὲ κάποιες ἐσωτερικὲς μυστικὲς φωνὲς ποὺ ἀντηχοῦν στὰ μύχια τῶν καρδιῶν μας.

–Ἐλᾶτε κοντά μου, μᾶς λέγει ὁ Θεός. Ὅλα εἶναι ἕτοιμα. Τὰ πάντα ἔχω ἑτοιμάσει γιὰ σᾶς. Ἐλᾶτε. Κανεὶς μὴ λείψῃ. Δεχθῆτε τὴν πρόσκλησι. Πόσο φοβερὸ λοιπὸν καὶ τραγικὸ θὰ εἶναι νὰ μοιάσουμε μὲ τοὺς ἀνθρώπους ἐκείνους τῆς Παραβολῆς πού, ἐνῶ ἄκουσαν τὸ κάλεσμα τοῦ Θεοῦ, ἄρχισαν νὰ ὑποβάλλουν παραιτήσεις, προ-φασιζόμενοι ὡς ἐμπόδια ἄλλοι οἰκονομι-κὲς ὑποθέσεις, ἄλλοι γεωργικές, ἄλλοι οἰκογενειακές. Ὅλοι ζήτησαν νὰ καταστή-σουν δικαιολογημένη τὴν ἀπουσία τους. Βέβαια νόμιμες ἦσαν οἱ ἀπασχολήσεις τους. Ὅμως δὲν ἄξιζαν περισσότερο ἀπὸ τὴν συμμετοχή τους στὸ βασιλικὸ μέγα δεῖπνο. Κι ὅλες αὐτὲς ἔγιναν αἰτία νὰ χάσουν τελικῶς τὸ οὐράνιο πανηγύρι. Αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ μᾶς διδάξῃ πολύ. Ὅταν προσκολληθοῦμε ἀκόμη καὶ σὲ νόμιμες δραστηριότητές μας, τότε αὐτὲς γίνονται σοβαρὰ ἐμπόδια γιὰ τὴν πνευματική μας ζωὴ καὶ τὴν κληρονομία τῆς ἐπουρανίου Βασιλείας. Μὴ προσκολλώμαστε λοιπὸν στὰ καθημερινὰ καὶ προσωρινά. Μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς στὰ μεγάλα καὶ αἰώνια. Μὴ κλείνουμε τ’ αὐτιά μας στὴν πρόσκλησι τοῦ Θεοῦ, στὴν καμπάνα τῆς Ἐκκλησίας, στὴν φωνὴ τοῦ Εὐαγγελίου. Μᾶς καλεῖ ὁ Θεὸς στὴν θεία Λατρεία, στὴν τακτικὴ ἱερὰ Ἐξομολόγησι, σὲ μία πνευματικὴ ὁμιλία. Βέβαια πάντοτε κάποιο ἐμπόδιο θὰ βρίσκεται μπροστά μας γιὰ νὰ ἀπουσιάζουμε: οἱ νέοι γονεῖς τὰ παιδιά τους καὶ τὶς πολλὲς ἐργασίες τους, οἱ μεσήλικες ἄλλες ἀσχολίες τους, οἱ μεγαλύτεροι τὴν φύλαξι τῶν ἐγγο-νῶν καὶ μύριες ἄλλες ὑποχρεώσεις. Ἐὰν ὅμως ἔτσι χάνουμε τὶς εὐκαιρίες ποὺ μᾶς δίνει ὁ Χριστός, κινδυνεύουμε νὰ σκληρυν-θοῦμε, νὰ ἀγριεύσουμε, νὰ ἀλλοτριωθοῦμε καὶ τελικῶς νὰ χαλάσουμε τὰ πνευματικά μας αἰσθητήρια καὶ νὰ χάσουμε τὸν Χριστὸ γιὰ πάντα. Ἂς μάθουμε λοιπὸν νὰ ἱεραρχοῦμε σωστὰ τὶς προτεραιότητες τῆς ζωῆς. Νὰ ἐκτιμήσουμε τὴν ἀξία τῆς θείας προσκλήσεως. Νὰ συναισθανθοῦμε ποιὸς μᾶς καλεῖ καὶ ποῦ μᾶς καλεῖ! Καὶ νὰ ποῦμε μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά μας: Μὲ καλεῖ ὁ Θεὸς σήμερα στὴν ἐκκλησία του, αὔριο στὴ Βασιλεία του! Πῶς μπορῶ νὰ πῶ ὄχι στὸν Θεό; Πῶς μπορῶ νὰ στερηθῶ τὸ οὐράνιο μέγα δεῖπνο τοῦ Παραδείσου;

Ἡ ἐλπίδα μας

Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 16 Δεκεμβρίου 2018 (ΚΘ΄ Κυριακῆς: Κολασ. γ΄ 4-11)
Αδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι᾿ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ ᾿Ιουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.

« Ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ»

Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ἐλπίδα, ἀπὸ ὅραμα – αὐτὸ δίνει νόημα στὴ ζωή του, τὸν κινεῖ σὲ δράση. Ἄνθρωπος χωρὶς ἐλπίδα εἶναι οὐσιαστικὰ νεκρός… Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοὶ ἔχουμε ἐλπίδα – τὴν ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα: Ὅταν ὁ Χριστὸς ποὺ εἶναι ἡ ζωή μας φανερωθεῖ, τότε καὶ ἐσεῖς θὰ φανερωθεῖτε μαζί Του δοξασμένοι, γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στοὺς Χριστιανοὺς τῶν Κολασσῶν.

Ἂς προσπαθήσουμε σήμερα νὰ μελετήσουμε τὴν ἐλπίδα ποὺ ἔχουμε ὡς πιστοί, καὶ πῶς θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ τὴν ἀποκτήσουμε.

1. Θ᾿ ἀντανακλοῦμε τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ
Σύμφωνα μὲ τὸ χωρίο μας οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοὶ ἀναμένουν μὲ πόθο τὴ φανέρωση τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴν Δευτέρα Παρουσία Του. Τὴ δοξασμένη αὐτὴ ἔλευσή Του θὰ τὴν ἀντιληφθοῦν ὅλοι συγχρόνως οἱ ἄνθρωποι ποὺ θὰ ζοῦν ἐκείνη τὴν ἐποχή· θὰ εἶναι φανερὴ ὅπως, κατὰ κάποιον τρόπο, ἡ ἀστραπὴ φαίνεται ἀπὸ τὴν Ἀνατολὴ μέχρι τὴ Δύση – ἔτσι τὴν προανήγγειλε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος (βλ. Ματθ. κδ´ [24] 27).

Τότε, συνεχίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, θὰ φανερωθεῖτε κι ἐσεῖς μαζί Του δοξασμένοι. «Τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν», διαβεβαίωσε ὁ Κύριος (Ματθ. ιγ´ [13] 43). Τότε οἱ Ἅγιοι, ἀλλὰ καὶ οἱ λυτρωμένοι πιστοὶ θὰ λάμπουν σὰν τὸν ἥλιο στὴ Βασιλεία τοῦ ἐπουρανίου Πατρός τους. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλπίδα μας: νὰ δοξασθοῦμε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό· συνδεδεμένοι μαζί Του νὰ λυτρωθοῦμε ὁριστικὰ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὴ φθορά. Ἐκεῖ, στὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, δὲν θὰ ὑπάρχουν πλέον πειρασμοὶ καὶ θλίψεις, πόνος καὶ θάνατος, ἀλλὰ ἀφθαρσία, ἀθανασία, αἰώνια εὐτυχία καὶ δόξα!

Ἐκεῖ θὰ εἴμαστε μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, θὰ ἀπολαμβάνουμε τὸ κάλλος καὶ τὴ δόξα Του καὶ θὰ συμμετέχουμε σ᾿ αὐτά. Ἡ ὕπαρξή μας στοὺς ἀτελεύτητους αἰ­ῶνες θὰ πλουτίζει ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν ἁγιότητα καὶ τὶς χάριτές Του, καὶ αὐτὸ τὸ φῶς θὰ ἐκπέμπει! Θ᾿ ἀντανακλοῦμε τὴ δόξα Του. Θὰ γίνουμε ὅμοιοι μ᾿ Ἐκεῖνον, ὅσο εἶναι δυνατόν!

Πραγματικὰ μεγαλειώδης προοπτική. Πῶς ὅμως θὰ ἀξιωθοῦμε νὰ τὴν κατέχουμε;

2. Νὰ συνδεθοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ ἀπὸ τὴν παρούσα ζωὴ
Ἡ ἐλπίδα αὐτὴ θὰ γίνει πραγματικότητα καὶ γιὰ μᾶς, ἐὰν συνδεθοῦμε μὲ τὸν Κύριο Ἰησοῦ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή. Γράφει σχετικὰ ὁ ἅγιος Νικόλαος Καβάσιλας: «Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ ἀρχίζει στὴν παρούσα ζωή, ἀλλὰ φθάνει στὴν τελείωσή της στὴν μέλλουσα»(*).

Ἡ ἐν Χριστῷ ζωὴ λοιπὸν ξεκινᾶ ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή· ξεκινᾶ μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα. Τότε συνδεόμαστε μὲ τὸν Κύριο, τότε γινόμαστε μέλη τοῦ σώματός Του, τῆς Ἐκκλησίας Του, παιδιὰ τοῦ Θεοῦ, ὑποψήφιοι κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ μόνο αὐτό. Ἀπαιτεῖται καὶ ἀνάλογη ζωή, ἰσόβιος ἀγώνας.

Τὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα ὁ­ρίζει πῶς πρέπει νὰ ζήσουμε, ὥστε νὰ τύ­χουμε τῆς δωρεᾶς ποὺ ἐλπίζουμε: Νὰ νεκρώσουμε, νὰ ἀπαρνηθοῦμε ὅ,τι μᾶς συνδέει μὲ αὐτὸν τὸν κόσμο, ὅ,τι μᾶς κρατάει κολλημένους στὴ γῆ καὶ μᾶς καθιστᾶ ἀνάξιους τοῦ Οὐρανοῦ: τὰ πάθη τῆς ἁμαρτίας, τὴ σαρκικότητα καὶ κάθε κακὴ ἐπιθυμία, τὴν πλεονεξία, τὴν ὀργή, τὴν αἰσχρολογία, τὸ ψέμα· γενικὰ νὰ βγάλουμε σὰν ἄλλο φθαρμένο ροῦχο τὸν κακὸ ἑαυτό μας, καὶ νὰ ἐνδυθοῦμε τὸν καινούργιο, τὸν στολισμένο μὲ κάθε ἀρετή.

Ἡ χριστιανικὴ ζωὴ εἶναι ὁ εὐλογημένος ἀγώνας νὰ διώξουμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας τὸ σκοτάδι τῆς ποικίλης ἁμαρτίας καὶ νὰ τὴν πλουτίζουμε μὲ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἐπισημαίνει καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος στὴν Α´ καθολικὴ Ἐπιστολή του: Ἀγαπητοί, ἀπὸ τώρα εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ· ἀλλὰ δὲν φανερώθηκε ἀκόμη τί θὰ γίνουμε. Γνωρίζουμε ὅμως ὅτι ὅταν φανερωθεῖ, θὰ γίνουμε ὅμοιοι μὲ Ἐκεῖνον, διότι θὰ Τὸν δοῦμε ὅπως εἶναι, στὴν κατάσταση τῆς δόξας Του. Καὶ γι᾿ αὐτὸ «πᾶς ὁ ἔχων τὴν ἐλπίδα ταύτην ἐπ᾿ αὐτῷ ἁγνίζει ἑαυτόν, καθὼς ἐκεῖνος ἁγνός ἐστι». Ὅποιος ἔχει αὐτὴ τὴν ἐλπίδα στὸν Χριστό, καθαρίζει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, ὅπως καὶ Ἐκεῖνος εἶναι καθαρός (Α´ Ἰω. γ´ 2-3).
***
Τί θαυμαστὴ ποὺ εἶναι ἡ ἐλπίδα μας, ἡ ἐλπίδα τῶν Χριστιανῶν! Ἀσύγκριτα ἀνώτερη ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐπίγεια ἐλπίδα! Πέρα ἀπὸ τὸν θάνατο καὶ τὰ στενὰ ὅρια αὐτοῦ τοῦ κόσμου! Ἀγκαλιάζει τὴ μα­κάρια αἰωνιότητα! Ἂς ἀπαρνηθοῦμε λοιπὸν ὅ,τι γήινο καὶ ψεύτικο μᾶς ἑλκύει, καὶ ἂς πέσουμε στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ. Ἂς Τὸν ἀγαπήσουμε μὲ ὅλη μας τὴν καρδιά, ἂς ἑνωθοῦμε ὅσο μποροῦμε πιὸ στενὰ μαζί Του. Ἐκεῖνος εἶναι ἡ ζωή μας, ἡ εὐτυχία μας, ἡ σωτηρία μας, τώρα καὶ στοὺς ἀτελεύτητους αἰῶνες. Ἀμήν.

(*) Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα, Περὶ τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς Λόγος Α´ 1, ἔκδ. Ἱεροῦ Ἡσυχ. «Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος», Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 20052, σελ. 28 (σὲ μετάφραση).
πηγή: ο Σωτήρ
https://antexoume.wordpress.com