Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

Τα ιερά λείψανα της αγίας Μαρκέλλης

Βασίλειος Γ. Βοξάκης, Θεολόγος καθηγητής
22 Ιουλίου. Μια ημερομηνία που υπενθυμίζει μια εορτή που γνωρίζει και τιμάει κάθε Χιώτης, είτε αυτός βρίσκεται στο νησί είτε σε οποιοδήποτε σημείο της υφηλίου. Και όχι μόνο κάθε Χιώτης, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και σ’ ολόκληρο τον κόσμο, πολλοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί ευλαβούνται την εορτή αυτή, καθώς το όνομα της αθλοφόρου μάρτυρος Αγίας Μαρκέλλης της Χιοπολίτιδος έχει γίνει παντού γνωστό, γιατί καθώς λέει και το τροπάριό της «πηγή θαυμάτων άφθονος δείκνυσι».
Τη διήγηση του Βίου και του Μαρτυρίου της Αγίας όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, τη γνωρίζουμε. Θέμα όμως του παρόντος άρθρου είναι κυρίως η παρουσίαση όσων πληροφοριών μπορέσαμε να συλλέξουμε από διάφορες πηγές και αφορούν τα ιερά λείψανα της «καλλιμάρτυρος» Μαρκέλλης.
Ο ίδιος ο Θεός τιμάει τους Αγίους  εμποτίζοντας με την άκτιστη θεία Χάρη Του όχι μόνο την ψυχή του Αγίου, αλλά και το σώμα του. Γι’ αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία αποδίδει ιδιαίτερη τιμή και προσκύνηση στα ιερά λείψανα των Αγίων, που με τη ζωή τους δόξασαν το Θεό. Όπως μας επισημαίνει και ο ουρανοφάντωρ  Άγιος Βασίλειος για τους δια αίματος μαρτυρήσαντες Αγίους, «ότε υπέρ Χριστού ο θάνατος, τίμια τα λείψανα των οσίων αυτού»1.  Στο Μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, επισκόπου Σμύρνης (+156), διαβάζουμε ότι για τους Χριστιανούς τα λείψανα των Αγίων είναι «τιμιώτερα λίθων πολυτελών και δοκιμώτερα υπέρ χρυσίον»2 (= πολυτιμότερα και από τους πολύτιμους λίθους και σημαντικότερα από το χρυσάφι). Ο Μέγας Βασίλειος μάς υπενθυμίζει: «ο αψάμενος οστέων μάρτυρος λαμβάνει τινά μετουσίαν αγιασμού εκ της τω σώματι παρεδρευούσης χάριτος»3 (= αυτός που προσκυνάει οστά μάρτυρα λαμβάνει μια μορφή αγιασμού από τη Χάρη που υπάρχει στο λείψανο του Αγίου).

Η Αγία Μαρκέλλα, «της αγνείας το ρόδον και της Χίου το βλάστημα», έβαψε με το αίμα της λαμπρής μαρτυρικής αθλήσεώς της το χώμα της Χιακής γης, κατά την επικρατέστερη εκδοχή στα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. «Ο πολύς εν σοφία και μέγας εν αρετή» Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης (1749 - 1809) αναφέρει στον Συναξαριστή του ότι : «οι κάτοικοι της νήσου Χίου εκ παλαιών χρόνων έκτισαν ναόν σεβάσμιον εις το όνομά της, και έχουσι μεγάλον σέβας και ευλάβειαν εις αυτήν»4. Όπως αναφέρει το Απολυτίκιό της «του Κυρίου τοις νόμοις και τοις θείοις διδάγμασι πειθόμενη» (= κάνοντας υπακοή στους νόμους του Κυρίου και τα θεία διδάγματα) στέφθηκε από το Χριστό με το αμάραντο στεφάνι του Μαρτυρίου. Η Αγία Μαρκέλλα «θείω γαρ πόθω πυρποληθείσα» πίστευε, αλλά και εφάρμοζε στη ζωή της μέχρι και την ημέρα του μαρτυρίου της, αυτό που είχε γράψει ένας άλλος μάρτυρας ο Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (+113) : «Ιησούς γαρ εστίν η ζωή των πιστών…θάνατος γαρ εστιν η άνευ Χριστού ζωή»5.

Όπως γνωρίζουμε από το Συναξάρι της Αγίας, μην μπορώντας να τρέξει άλλο η Αγία Μαρκέλλα, πληγωμένη καθώς ήταν από τα βέλη που της έριξε ο πατέρας και θύτης της, προσευχήθηκε με ζέουσα πίστη στον Κύριο ν’ ανοίξει ο βράχος που πατούσε και να την προφυλάξει. Και τότε για μια ακόμα φορά αποδεικνύεται ότι «όπου βούλεται ο Θεός νικάται φύσεως τάξις». Ο σκληρός και συμπαγής βράχος ανοίγει σαν να ήταν μαλακό κερί και εγκλωβίζει μέσα του το σώμα της Αγίας μέχρι το στήθος. Ο πατέρας της με εωσφορικό μένος, αφού δεν καταφέρνει να την αποσπάσει από την ασφάλεια που κατά θεϊκή εντολή της παρέχει η πέτρινη αγκάλη του βράχου και τυφλωμένος από τα δαιμονικά του πάθη, αφού της αποκόψει τους μαστούς την αποκεφαλίζει και «την θεόφρονα κεφαλήν αυτής εκτέτμηται». Ο κατ’ όνομα μόνο πατέρας της Αγίας, αυτός ο «κακομήχανος ανήρ», αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού που λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, δηλαδή: «Νους γαρ αποστάς του Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης»6 (= ο νους του ανθρώπου, όταν απομακρυνθεί από το Θεό ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονικός).

«Ξίφει τον αυχένα σου σεμνή, έτεμε τοκεύς και γεννήτωρ, ο σός και έδραμες Μάρτυς εις Μητρόπολιν των πρωτοτόκων χαρά, και τα κάλλη εμβλέπεις νυν Τριάδος της θείας». 6Α Ενώ λοιπόν η ψυχή της συνοδευμένη από αγγέλους παρουσιάζεται μπροστά στον Κύριο, προκειμένου να της παραδώσει τον «στέφανον της ζωής» (Απ. 2,10) και να την κατατάξει εν μέσω των Αγίων, το νεκρό της σώμα παραμένει σταθερά μέσα στον βράχο λουσμένο με το άχραντο αίμα του Μαρτυρίου της. Όπως αναφέρει ο Άγιος Νικηφόρος ο Χίος «τον τόπον εκείνον τον ονομάζουν οι εντόπιοι, Μαρτύριον της Αγίας Μαρκέλλης, με το να έγινεν εκεί η αποτόμησις. εκεί ευρίσκεται και η πέτρα, η οποία έκρυψε και εσκέπασε το παρθενικόν και πάντιμον σώμα της, και έως της σήμερον, κρίμασιν οις οίδεν ο Κύριος, το σκεπάζει»7.             Από την ημέρα λοιπόν αυτή και μέχρι σήμερα ο βράχος, που προφύλαξε την Αγία Μαρκέλλα, έγινε ο τάφος της και συνάμα η λειψανοθήκη της, όπου κατά βούληση του Θεού διαφυλάσσεται ολόκληρο το Άγιο λείψανό της εκτός από την κεφαλή της Αγίας. Για το λόγο αυτό τον ιερό αυτό βράχο ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος στην Ακολουθία της Αγίας που συνέγραψε τον ονομάζει «Σορόν» και αλλού «Σορόν, ήγουν θήκην των Λειψάνων της Αγίας»8. Η αρχική σημασία της λέξεως «σορός» δήλωνε το σκεύος μέσα στο οποίο βρισκόταν το νεκρό σώμα του ανθρώπου και όχι το ίδιο το σώμα του νεκρού, όπως στις ημέρες μας κακώς επικράτησε να λέγεται9. Επίσης νοηματικά η λέξη «σορός» μπορεί να σημαίνει το σώμα του νεκρού, που όμως βρίσκεται μέσα σε φέρετρο10.

Από το σημείο αυτό, όπως όλοι γνωρίζουν πηγάζει το ιαματικό Αγίασμα της Αγίας Μαρκέλλας, το οποίο, όταν διαβάζεται η Ακολουθία της, συχνά γίνεται θερμό και δείχνει σημάδια ελαφρού βρασμού και πληθώρα θαυμάτων ανά τους αιώνες επιτελεί ο Θεός με τις πρεσβείες της θαυματουργού Αγίας Μαρκέλλας. Στους ύμνους προς τιμήν της ψάλλει η Εκκλησία: «Το ύδωρ το εκ πέτρας χεόμενον, η σε εδέξατο, και νυν το σώμα καλύπτει σου τέρατα και σημεία τελούν εκάστοτε» (= το νερό το οποίο χύνεται από την πέτρα, η οποία σε δέχθηκε , και τώρα το σώμα σου καλύπτει θαύματα τελεί κάθε φορά ) και «ρώσιν νέμει και κινδύνων απαλλαγήν τοις προς αυτήν κραυγάζουσι» (= ενδυνάμωση προσφέρει και απαλλαγή από τους κινδύνους σ’ αυτούς που την επικαλούνται)11. Μάρτυρες όλων αυτών πλήθος επωνύμων και ανωνύμων πιστών, αλλά και Αγίων όπως ο Άγιος Μακάριος ο Κορίνθου (1731 - 1808), ο Άγιος Νικηφόρος ο Χίος (1750 - 1821), ο Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως (1846 - 1920). Όπως αναφέρει Θεοτοκίο Παρακλητικού κανόνα προς την Αγία: «Μακάριος Κορίνθου, συν τω Νικηφόρω, ήλθον προ της πέτρας, η εκάλυψέ Σε, ύστερον δε ήλθε Νεκτάριος ο θείος μεθ' ων και της Πανάγνου σκέπε ημάς, Μαρκέλλα».

Γράφει σχετικά ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης Χαράλαμπος Βασιλόπουλος στο βίο της Αγίας : «Μόλις ο ιερεύς αρχίζει να διαβάζη την Παράκλησιν της Αγίας, αρχίζουν να γίνωνται φυσαλλίδες εν αυτώ και το ύδωρ γίνεται θερμόν, όποτε λαμβάνωσιν εξ αυτού οι Χριστιανοί προς ίασιν των κατατρεχούσων αυτούς ασθενειών, επικαλούμενοι την βοήθεια της Αγίας»12. Πλήρης επιβεβαίωση των λόγων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου ότι τα λείψανα των Αγίων είναι: «μέγιστα του Θεού δώρα και αγαθών θησαυρούς». Ο βράχος που ποτίστηκε με το τίμιο αίμα της γεμάτης αρετές Παρθενομάρτυρος και περιέκλεισε το Άγιο λείψανό της έγινε, όπως λέει και ο Άγιος Βασίλειος σε ομιλία του για την μάρτυρα Ιουλίττα :«εις τους υγιείς φυλακτήριον και χορηγία τέρψεως» και στους ασθενείς «παρηγορία»13.

Σύμφωνα με αρκετές ιστοσελίδες του διαδικτύου, φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Παντοκράτορος Ταώ (Νταού) Πεντέλης μικρό απότμημα από το Ιερό λείψανο της Αγίας Μαρκέλλας. Δυστυχώς δεν κατέστη δυνατόν να διαπιστώσω εάν υπάρχουν σχετικές πληροφορίες γύρω από τις ιστορικές συγκυρίες κάτω από τις οποίες κατέληξε στη Μονή το ιερό αυτό απότμημα. Άραγε να συνδέεται με τις φοβερές τουρκικές σφαγές του 1822 στη Χίο κατά τις οποίες πολλά ιερά λείψανα που φυλάσσονταν στο νησί διασκορπίστηκαν εκτός αυτού;

Η αρχική προφορική παράδοση που διαφύλαξε στη μνήμη των πιστών τις λεπτομέρειες του Μαρτυρίου της Αγίας Μαρκέλλας καταγράφηκε στα Συναξάριά της. Ο Χίος λόγιος και ιστορικός Γεώργιος Ζολώτας (1845-1906) αξιολογώντας το κύρος και την αξιοπιστία της παραδόσεως αυτής γράφει : «η εν Χίω τοπική παράδοσις …είναι σαφής όσον αφορά τα μαρτύρια του Αγίου Ισιδώρου και της Αγίας Μαρκέλλης »14. Παράλληλα όμως με τα Συναξάρια η προφορική παράδοση αποτυπώθηκε και στην εικονογραφία, δηλαδή στις άγιες εικόνες που πολύ εύστοχα οι Πατέρες της Εκκλησίας ονομάζουν «τα βιβλία των αγραμμάτων». Αν προσέξουμε στις εικόνες της  πανσέμνου Αγίας παριστάνεται ο πατέρας – δήμιος να αποκεφαλίζει την Μάρτυρα και το κεφάλι της να το ρίχνει στη θάλασσα. Εκεί πλέει γαλήνιο, φωτιζόμενο από τη Χάρη του Θεού. Τι όμως απέγινε η Τιμία Κάρα (=κεφαλή) της αθλοφόρου Αγίας Μαρκέλλης; Υπάρχουν λοιπόν διάφορες εκδοχές τις οποίες παραθέτουμε ακολούθως.

Ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος, ο οποίος, όπως προείπαμε, συνέταξε την Ακολουθία της, ο ίδιος κατέγραψε και το βίο της Χιοπολίτιδος Αγίας, βασιζόμενος και για τα δυο σε προϋπάρχοντα υλικό που βρήκε σε παλαιό ελληνικό χειρόγραφο. Στην αρχή της ακολουθίας ο ίδιος την χαρακτηρίζει «ποιηθείσα μεν το πρώτον υπό ανωνύμου τινός », ενώ θέλοντας από ταπείνωση να υποβαθμίσει την συμβολή του στην ριζική αναμόρφωση και συμπλήρωση της, γράφει ότι αυτή είναι «διορθωθείσα δε παρά Νικηφόρου Ιερομονάχου του Χίου»15. Όλα αυτά τα περιέλαβε στο βιβλίο του «Νέον Λειμωνάριον», όπου μας διασώζει και μία άκρως σημαντική πληροφορία όσον αφορά την τύχη της Τιμίας Κάρας της Αγίας Μαρκέλλας. Γράφει λοιπόν τα ακόλουθα: «Άδεται λόγος εκ παραδόσεως και ο τα πάτρια της Χίου συλλέξας και έγραφον μας το άφησεν, ότι η μαρτυρική κάρα της Αγίας Μαρκέλλης, ευρίσκεται εις την παλαιάν Ρώμην, ίσως από τον καιρόν οπού ώριζαν την Νήσον οι Γενουβέζοι »16. Σύμφωνα λοιπόν με τον Άγιο Νικηφόρο μέχρι τις ημέρες του (τέλη 18ου – αρχές 19ου αιώνα) διατηρούνταν προφορική παράδοση ότι η κεφαλή της Αγίας μετά το Μαρτύριό της μεταφέρθηκε και παραμένει στην Παλαιά Ρώμη. Εδώ πρέπει να διευκρινίσουμε ότι λέγοντας Παλαιά Ρώμη εννοεί τη Ρώμη της Ιταλίας, σε αντιδιαστολή με τη Νέα Ρώμη, που δεν είναι άλλη από την Κωνσταντινούπολη, την οποία ο Μέγας Κωνσταντίνος, ο Άγιος και Ισαπόστολος της Εκκλησίας μας, όταν τη θεμελίωσε ως νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, την ονόμασε Νέα Ρώμη.

Παράλληλα όμως με την άγραφη παράδοση υπάρχει και η καταγραφή της, την οποία έκανε, όπως λέει ο Άγιος Νικηφόρος, «ο τα πάτρια της Χίου συλλέξας», δηλαδή ο Χίος ιατρός, φιλόσοφος και διαπρεπής θεολόγος – υπερασπιστής της Ορθοδοξίας Γεώργιος Κορέσσιος (1580 – 1660). Δυστυχώς όμως αυτή η αναφορά του «Φιλοκαλιστή» Αγίου είναι άκρως λακωνική χωρίς να μας παρέχει κάποια πιο διαφωτιστική πληροφορία. Δεν αναφέρει λοιπόν σε ποιο συγκεκριμένο ναό της Ρώμης βρίσκεται αποθησαυρισμένη η Τιμία Κάρα της Αγίας Μαρκέλλας, ούτε περισσότερα και σαφέστερα στοιχεία μας παραθέτει για το πώς βρέθηκε εκεί, πλην των όσων αναφέρει η προφορική παράδοση. Γι’ αυτό από πολλούς αμφισβητείται η ακρίβεια της μαρτυρίας και προβάλλεται η πιθανότητα της συγχύσεως με την ομώνυμή της Αγία Μαρκέλλα τη Ρωμαία (335 – 410 μ.Χ.), η οποία υπήρξε μαθήτρια του Μεγάλου Αθανασίου και του Αγίου Ιερωνύμου, έζησε ως μοναχή και εκοιμήθη εν Κυρίω στη Ρώμη, ύστερα από βασανισμό που υπέστη από τους Γότθους εισβολείς του Αλάριχου, μη έχοντας φυσικά καμιά σχέση με τη Χίο και όντας μεταγενέστερη της εκ Χίου Αγίας. Ο Άγιος Ιερώνυμος είχε γράψει γι' αυτήν ότι «ήταν η δόξα των γυναικών της Ρώμης»17. Τα λείψανα της Αγίας αυτής βρίσκονται στον τόπο όπου κοιμήθηκε, δηλαδή στην αρχαία βασιλική του Αγίου Παύλου εκτός των τειχών (S. Paolo fuori le mura) παρά την Ωστίαν οδόν στη Ρώμη18, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες συγχύσεως με την συνώνυμή της Αγία Μαρκέλλα την Χιοπολίτιδα19. Κατά άλλη εκδοχή που στηρίζεται σε θρύλο, ο τάφος της είναι στον ναό της Αγίας Μαγδαληνής στην πλατεία Rione Colonna της Ρώμης. Υπάρχει και η πληροφορία ότι λείψανα μάλλον της Αγίας αυτής υπάρχουν στον ομώνυμο ναό της στο χωριό Πόπη - Βιβιένα κοντά στη Φλωρεντία20.

Ο Όσιος Νικηφόρος επιχειρώντας να δώσει απάντηση στη λογική απορία που θα είχε καθένας μας, για το πώς μπορεί να βρέθηκε η Τιμία Κάρα της Αγίας Μαρκέλλας στη Ρώμη, σε συνδυασμό με το ότι ο ίδιος πρεσβεύει ότι το μαρτύριο της Αγίας πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στο 1500 διαρκούσης της Γενουατοκρατίας στη Χίο, προβαίνει στην εικασία ότι αυτό πρέπει να συνέβη «ίσως από τον καιρόν οπού ώριζαν την Νήσον οι Γενουβέζοι ». Με μια πρώτη σκέψη θα μπορούσε να θεωρηθεί η υπόθεση αυτή του Αγίου ως ορθή, αν μάλιστα αναλογισθούμε ότι κατά τη διάρκεια της Γενουατικής κατοχής στο νησί της Χίου (1346 - 1566) οι Ρωμαιοκαθολικοί Γενουάτες καταπίεζαν πότε άμεσα και πότε έμμεσα το Ορθόδοξο φρόνημα των κατοίκων της. Δεν πρέπει λοιπόν να θεωρούμε απίθανο ότι, αν τους δινόταν η ευκαιρία, καθόλου δεν θα αισχύνονταν ν' αρπάξουν από τα χέρια των Ορθοδόξων όποιο Ιερό Λείψανο μπορούσαν. Όπως δηλαδή είχαν κάνει προγενέστερα οι ομόδοξοί τους Βενετοί, οι οποίοι άρπαξαν από το νησί το λείψανο του Αγίου Ισιδώρου το1125 και αργότερα την Κάρα του Αγίου το 1626, τα οποία διατηρούν μέχρι και σήμερα στην πόλη τους. Όμως αν οι Γενοβέζοι είχαν διαπράξει μια τέτοια ιερόσυλη αρπαγή, δεν θα ήταν λογικότερο να είχαν αποθησαυρίσει την Κάρα της Αγίας Μαρκέλλας στη Γένοβα και όχι στη Ρώμη ; Αν και δεν πρέπει να θεωρείται πάντοτε δεδομένο, δεν θα ήταν πιθανότερο να διατηρείται κάποια σχετική γραπτή πηγή ή κάποιου άλλου είδους μαρτυρία, είτε στη Χίο είτε στην Ιταλία, πλην της προαναφερθείσας, γύρω από αυτή την πράξη, όπως κατ' αναλογία συνέβη με την αρπαγή του λειψάνου του Αγίου Ισιδώρου; Πολύ δε περισσότερο που το θρυλούμενο γεγονός συνέβη εγγύτερα προς την εποχή μας, δηλαδή τουλάχιστον κατά το 16ο αιώνα.

Είναι πάντως απορίας άξιο που μέχρι σήμερα δεν έχει διευκρινιστεί ακόμα η ορθότητα ή μη της αναφοράς αυτής του Οσίου Νικηφόρου περί υπάρξεως της Τιμίας Κάρας της Αγίας Μαρκέλλας στη Ρώμη. Αν δεν ευσταθεί αυτή η μαρτυρία, απλώς θα διευκρινιστεί το θέμα και φυσικά αυτό καθόλου δεν θ’ αποτελεί μομφή για τον Όσιο για το ακούσιο αυτό λάθος του. Εξάλλου το αλάθητο, πλην του Πάπα που έχει αυτή την γελοία αξίωση, κανείς θνητός δεν το διεκδικεί, πολύ δε περισσότερο ο κατά πάντα ταπεινός δούλος του Θεού, ο Άγιος Νικηφόρος ο Χίος. Αν όμως ευσταθεί η μαρτυρία, θα ήταν εν πρώτοις πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε με σιγουριά την ύπαρξη και άλλων λειψάνων της Αγίας. Και κατά δεύτερον θα ήταν μεγάλη ευλογία για το νησί μας, την Ελλάδα και όλους τους Ορθοδόξους αν μπορούσε η Χιακή Εκκλησία να διεκδικήσει την επιστροφή της Τιμίας Κάρας στην πατρώα γη, όπως είχε γίνει το 1967 με τμήμα των λειψάνων του Αγίου Ισιδώρου.

Σύμφωνα με παλαιές προφορικές μαρτυρίες που καταγράφει σε βιβλίο της η Πόπη Χαλκιά – Στεφάνου, υπάρχει και δεύτερη εκδοχή για την αποτμηθείσα  κεφαλή της Αγίας Μαρκέλλας. Με βάση αυτή τη διήγηση, ο βοσκός, ο οποίος υπέδειξε στον παιδοκτόνο πατέρα της Αγίας τη βάτο στην οποία αυτή κρυβόταν, μετά το μαρτύριό της έφθασε έντρομος στη Βολισσό και ανακοίνωσε τα συμβάντα. Πλήθος ανθρώπων έφθασαν στον τόπο του μαρτυρίου και ο ιερέας που ήταν μαζί τους με χώμα σκέπασε το ακέφαλο σώμα της Αγίας, το οποίο παρέμενε γερά κρατημένο μέσα στο βράχο. Τότε πρόσεξαν την κεφαλή της να επιπλέει στη θάλασσα και προσπάθησαν να την περισυλλέξουν, αλλά όλες οι προσπάθειές τους ήταν μάταιες. Αμέσως όλοι προσευχήθηκαν θερμά στον Κύριο και η Τίμια Κάρα σιγά σιγά έφθασε στην ακτή από μόνη της, σημάδι ολοφάνερο της αγιότητάς της. Με ευλάβεια τη μετέφεραν στο σημείο της καμένης βάτου όπου και την έθαψαν. Σύμφωνα λοιπόν με την προφορική αυτή παράδοση «σε αντίθεση με την πληροφορία που διασώζει ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος, η Τιμία Κάρα της Αγίας εφυλάσσετο στο ναό που ανεγέρθηκε προς τιμή της στο σημείο της ταφής της αγίας κεφαλής. Ένα μέρος μάλιστα του ιερού αυτού Λειψάνου ετέθη στην Αγία Τράπεζα κατά τα εγκαίνια του Ναού της Μάρτυρος»21.

Όμως σχετικά με την αγία κεφαλή της Αγίας Μαρκέλλας υπάρχει και τρίτη εκδοχή την οποία πάλι διασώζει η προφορική παράδοση και σχετίζεται με την ύπαρξη μικρού ναού που τιμάται στ’ όνομά της και είναι χτισμένος πάνω στα ερείπια του αρχαιοελληνικού ναού του Φαναίου Απόλλωνος στο νότιο άκρο του νησιού. Σύμφωνα με την παράδοση η κεφαλή της Αγίας από τον τόπο του Μαρτυρίου της έφτασε με τα κύματα της θάλασσας μέχρι τα Κάτω Φανά κι εκεί κατά θεία Πρόνοια έγινε αντιληπτή και την περισυνέλλεξαν ντόπιοι ψαράδες κι έτσι χτίστηκε προς τιμήν της το μικρό αυτό εκκλησάκι. Με βάση τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών που έγιναν στο χώρο αυτό, προκύπτει ότι κάτω από τον σημερινό ναΐσκο της Αγίας Μαρκέλλας στα Φανά και γύρω του διασώζονται τα ερείπια μεγάλης βασιλικής του 6ου αιώνα μ.Χ. και ακόμα παρακάτω τα υπολείμματα μιας πιο μικρής αλλά ακόμα παλαιότερης εκκλησίας.

Αλλά παράλληλα η τοπική παράδοση διασώζει και μία τέταρτη εκδοχή παρόμοια με την τρίτη. Σύμφωνα με αυτήν η Κάρα «της αθληφόρου Μαρκέλλης» από τον τόπο του μαρτυρίου της, την Βολισσό, κατευθύνθηκε δια θαλάσσης προς τα νότια του νησιού και κατά Θεία Πρόνοια έφθασε στην παραλία της Κώμης του χωριού της Καλαμωτής, όπου και περισυνελλέγη με σεβασμό από κατοίκους της περιοχής. Στην Κώμη υπάρχει εκκλησάκι τιμώμενο στη μνήμη της Αγίας Μαρκέλλας, το οποίο στην παρούσα μορφή του ανάγεται πιθανόν στον 19ο αιώνα.

Τη στενή σχέση της Αγίας με το Αιγαίο πέλαγος όχι μόνο λόγω του παραθαλάσσιου χώρου του μαρτυρίου της, αλλά και εξαιτίας των προαναφερθέντων παραδόσεων περί της ρίψεως της Τιμίας Κάρας της στη θάλασσα, έρχεται να επιβεβαιώσει και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης γράφοντας στον Συναξαριστή του τα ακόλουθα: «Διότι εις πολλούς οίτινες προστρέχουσι τω ναώ της χάριν ιατρείας φαίνεται κατ' όναρ (=στ' όνειρό τους) η αγία … και νομίζεται ότι έρχεται μεν από το εκεί πέλαγος, εμβαίνει δε εις τον ναόν της»22.

Στο σημείο αυτό ας προσθέσουμε ακόμα κάτι σχετικό. Ο Όσιος Νικηφόρος ο Χίος γράφει στο Συναξάριο της Αγίας: «η μακαρία αύτη και άσπιλος νύμφη του Χριστού Μαρκέλλα ήτον από την νήσον Χίον, από ένα χωρίον του επάνω μέρους καλούμενον Βολισσόν». Πέραν όμως αυτής της γνωστής και γενικά απ’ όλους αποδεκτής καταγωγής της Αγίας από το χωριό της Βολισσού, ο Γεώργιος Ζολώτας στην «Ιστορία της Χίου» αναφέρει ότι οι κάτοικοι των Μεστών  υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε στο χωριό τους23. Δε γνωρίζω αν υπάρχει κάποια σύνδεση - αλληλεπίδραση ανάμεσα στις τρεις αυτές προφορικές παραδόσεις των Νοτιοχώρων, δηλαδή Μεστών και Αγίας Μαρκέλλας Φανών του Πυργίου και Κώμης της Καλαμωτής. Το μόνο βέβαιο είναι ότι αντανακλούν τη μεγάλη τιμή και αγάπη που έτρεφαν ανέκαθεν οι Χιώτες για την Αγία και καλλιπάρθενο Μάρτυρα του Χριστού, την οποία αισθάνονταν ως πολύ κοντινό σ’ αυτούς πρόσωπο.

Ο Απόστολος Παύλος τονίζει σε όσους επιθυμούν να ανήκουν πραγματικά στον Χριστό : «Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα ;(Ρωμ. 8,35) Η Αγία Μαρκέλλα από το να εκπέσει της αγάπης του Χριστού προτίμησε τις θλίψεις, τους διωγμούς και την πείνα κατά την περιπλάνηση της στα όρη της Βολισσού. Και όταν ήλθε η ώρα της «μάχαιρας» του μαρτυρίου, προτίμησε να ανταλλάξει την πρόσκαιρη και επίγεια ζωή με την ατελεύτητη ζωή του Παραδείσου αναδεικνυόμενη κατά το Συναξάριό της σε «μακαρία και άσπιλο νύμφη του Χριστού».

Η χάρη των αγίων λειψάνων της Αγίας Μαρκέλλας και οι πρεσβείες της προς τον Τριαδικό Θεό ας σκεπάζουν το νησί της Χίου και ολόκληρη την Ελλάδα μας στις δύσκολες αυτές ημέρες που ζούμε.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Μεγάλου Βασιλείου, P.G. 30,112.
2. Μαρτύριον Αγίου Πολυκάρπου 13,ΒΕΠ 3,24.
3. Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία εις τον Ψαλμόν ριε΄, §4, PG 30, 112.
4. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, Αθήνησι 1868,τόμος Β΄, σελ.271.
Παραδόξως ο Άγιος Νικόδημος γράφει ότι: «εφαίνετο ότι είναι  άγνωστος ποία είναι και που εμαρτύρησεν», ίσως παρασυρθείς από την πηγή όπου άντλησε το αρχικό του υλικό, ενώ ταυτόχρονα ο ίδιος παραπέμπει στο Νέον Λειμωνάριον για περισσότερα στοιχεία του βίου της Αγίας, όπου αυτά τα βιογραφικά στοιχεία υπάρχουν αναλυτικά. 
5. Αγίου Ιγνατίου Θεοφόρου, Προς Ρωμαίους επιστολή, ΒΕΠΕΣ 7,305.
6. Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, Ομιλίαι ,Ομιλία 51,6, Εκδ. Οικονόμου, σελ. 114.
6Α.  Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ.63.
7. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ. 59 υποσ. 2.
8. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ. 52 ,53 και 60 υποσ. 2.
9. Σάκκου Στέργιου, Ερμηνεία Ευαγγελικών Περικοπών, Θεσσαλονίκη 1991 -1992, σελ.146.
10. Μπαμπινιώτη Γεωργίου, Λεξικό της Ελληνικής γλώσσας, Αθήνα 1988, σελ. 1643.
11. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ. 56 και 53.
12. Βασιλοπούλου Χαραλάμπους αρχιμ. ,Η Αγία Μαρκέλλα, Αθήναι 2000,σελ. 15.
13. Μεγάλου Βασιλείου, Ομιλία εις την μάρτυρα Ιουλίτταν, PG 31.
14. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Β΄, σελ. 217.
15. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ. 52, βλπ. και σελ.57 
16. Αγίου Μακαρίου Νοταρά, Αγίου Αθανασίου του Παρίου και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον Λειμωνάριον , Βενετία 1819, Β΄ μέρος του βιβλίου, σελ. 59, υποσ. 1 και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Λειμωνάριον, Ερμουπόλει 1856 , σελ. 37, σημ.1. καθώς και Αγίου Νικηφόρου του Χίου, Νέον  Χιακόν Λειμωνάριον, Αθήναι, σελ. 272, σημ.1.
17. Επιστολές Αγίου Ιερωνύμου, P.L. 21 στ. 1087 και εξής.
18. Η βασιλική αυτή από τον 4ο αιώνα χρησίμευε και ως χώρος ταφής. Σε αρχαιολογικές ανασκαφές από τον 19ο αιώνα έως σήμερα έχουν ανευρεθεί 1700 ενεπίγραφες πλάκες τάφων και πάνω από 5000 ταφές, ακόμα και κάτω από το δάπεδο του ναού.
19. Χαρακτηριστικό όμως της συγχύσεως που υπάρχει ακόμα και στις μέρες μας ανάμεσα στις δύο συνώνυμες αυτές Αγίες, τη Ρωμαία και την Χιοπολίτιδα, αποτελεί το γεγονός ότι αρκετές ιταλικές ιστοσελίδες στο διαδίκτυο, ακόμα και θρησκευτικού περιεχομένου, χρησιμοποιούν Ορθόδοξες αγιογραφίες της Χίας Αγίας Μαρκέλλας σε άρθρα τους για τη συνώνυμή της Αγία τη Ρωμαία.      
Πέραν της Αγίας Μαρκέλλας της Ρωμαίας υπάρχει και τρίτη συνώνυμη Αγία. Πρόκειται για την Αγία Μαρκέλλα, η οποία μαρτύρησε στην Αίγυπτο επί Ρωμαίου αυτοκράτορος Σεβήρου, μαζί με τη θυγατέρα της Αγία Ποταμίαινα. Μαρτύρησε καιόμενη μέσα σε βραστή πίσσα. (βλπ. Ευσεβίου Καισαρείας, Εκκλησιαστική Ιστορία, ΣΤ΄)        
20. Χαλκιά Στεφάνου Πόπη, Οι Άγιοι της Χίου, Αθήναι 2008, σελ. 133.           
21. Χαλκιά Στεφάνου Πόπη, Οι Άγιοι της Χίου, Αθήναι 2008, σελ. 133 - 134. 22. Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, Αθήνησι 1868,τόμος Β΄, σελ. 271.
23. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, Χίος 1921, τόμος Β΄, σελ. 232, υποσ. 2.
http://aktines.blogspot.gr/2017/07/blog-post_315.html