Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

☦ Η Ρουμάνα χωρική και το Άκτιστο Φώς…

ΕΝΑ χειμωνιάτικο πρωϊνό ο περίφημος ρουμάνος ασκητής Κλεόπας ᾿Ιλίε βρισκόταν στο ῾Ιερό ενός μοναστηριακού Ναού και διάβαζε γονατιστός την ᾿Ακολουθία της Θείας Μεταλήψεως.

Μετά από λίγη ώρα μπήκε στην ᾿Εκκλησία για να προσευχηθή μιά γυναίκα που είχε έρθει στο Μοναστήρι από το βράδυ.

«Προσκυνούσε όλες τις Εικόνες και έκανε παντού μετάνοιες, διηγείται ο π. Κλεόπας.

Δέν γνώριζε ότι κάποιος ήταν μέσα στην ᾿Εκκλησία. Την παρατηρούσα συνεχώς από την ῾Ωραία Πύλη.

Εκείνη, αφού προσκύνησε τις Εικόνες, γονάτισε στο μέσον της ᾿Εκκλησίας, ύψωσε τα χέρια της και έλεγε από την καρδιά της αυτά τα λόγια:

— Κύριε, μη με εγκαταλείπης! Κύριε, μη με εγκαταλείπης!

Είδα τότε ένα λαμπρό κίτρινο φώς γύρω της και τρόμαξα! ῾Η γυναίκα έπεσε με το πρόσωπο στη γή και προσευχόταν σιωπηλά.

῾Η φωτεινή νεφέλη που την περιέλουζε, μεγάλωσε περισσότερο και μετά σιγά-σιγά εξαφανίστηκε.

᾿Αφού έσβησε το θείο φώς, σηκώθηκε στα πόδια της και βγήκε έξω από την ᾿Εκκλησία.

῏Ηταν μιά απλή γυναίκα από τα γειτονικά χωριά μας.

᾿Ιδού λοιπόν, ποιός έχει το δώρο της προσευχής! Να που οι λαϊκοί ξεπερνούν καμμιά φορά τους Μοναχούς!

᾿Εγώ έκανα μετά προσκομιδή και από την μεγάλη μου συγκίνηση άρχισα να κλαίω και έτρεμα με τα χαρτιά μνημονεύσεως στο χέρι.

Μόνον ο Θεός γνωρίζει πόσοι υπάρχουν εκλεκτοί σ᾿ αυτόν τον κόσμο!».

Πηγή: Μοναχού Σεραφείμ, Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, τ. Γʹ, σελ. 217-218, ᾿Εκδόσεις ῾Ιεράς Μονής Παρακλήτου, ᾿Ωρωπός ᾿Αττικής 1990. το «σπιτάκι της Μέλιας»

askitikon