Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2020

☦ΑΠΑΤΗΛΟΙ ΣΩΤΗΡΕΣ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΗΓΕΤΑΙ

Γράφει ὁ ἱερομόναχος π. Μάξιμος Λαυριώτης, Cambridge (U.K.)

Ἐλάχιστοι ἄνθρωποι συνειδητοποιοῦν ἀκόμα τὴν συγκλονιστικὴ σημασία ἑνὸς γεγονότος ποὺ διαμόρφωσε σχεδὸν ἀποκλειστικὰ τὶς ἱστορικὲς συνθῆκες τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Πολλοὶ Χριστιανοὶ οὔτε κἄν φαντάζονται τὸν ρόλο ποὺ ἔπαιξε τὸ “δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου” στὴν ἔλευση τοῦ Θεοῦ ἀνάμεσά μας  σὲ συγκεκριμένο τόπο καὶ χρόνο. Τὸ διάταγμα γιὰ τὴν ἀπογραφὴ “πάσης τῆς Οἰκουμένης” ἀπετέλεσε τὴν πιὸ εὔστοχη πρόφαση πρὸς κάλυψη τῆς ἀφίξεως τοῦ Λόγου ὡς ἀνθρώπου  στὸν πλανήτη μας. Δὲν ὑπῆρχε πιὸ πολύτιμη εὐκαιρία ἀπ’ αὐτὴν γιὰ Ἐκεῖνον ποὺ ἐπεδίωκε νὰ ἐμφανισθῆ ἀνάμεσά μας ὅσο γίνεται πιὸ ἀθόρυβα καὶ νὰ συναναστραφῆ μαζί μας ὄχι ἁπλῶς σὰν κάποιος ἀπό μᾶς, ὄχι σὰν ἕνα ἀκόμη ἄτομο μέσα στὴν κοσμοπλημμύρα, ἀλλὰ σὰν ὁ πραγματικὸς καὶ ἀδιαμφισβήτητος ἑαυτός μας, ἡ ἴδια μας ἡ ταυτότητα…

Ἀνέκαθεν μᾶς ἤθελε ἕνα μὲ τὸν Ἑαυτό Του. Γι’ αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ μᾶς ἔπλασε κατ’ εἰκόνα Του. Ὅπως ἀκριβῶς στὴν δική Του θεία φύση, ἡ πολλαπλότητα δὲν λυμαίνεται τὴν ἑνότητα, ἀλλ’ ὑποτάσσεται σ’ αὐτήν, ἔτσι ὥστε νὰ μὴ πιστεύουμε σὲ τρεῖς Θεοὺς ἀλλὰ σ’ Ἕνα, ἀδιαίρετο καὶ ἀχώριστο στὶς ὑποστάσεις Θεό, ἐντελῶς ὅμοια αὐτὸς ὁ Ἕνας καὶ Μοναδικὸς Θεὸς ἔκτισε μία καὶ μόνη ἀνθρωπότητα, γιατί ἦταν ἀδύνατον ν’ ἀποτυπώσει πάνω σ’ αὐτὴν κάτι περισσότερο ἀπὸ τὴν Μία καὶ Μοναδικὴ Εἰκόνα τοῦ Ἑαυτοῦ Του προαναγγέλλοντας ἔτσι ἐξ ἀρχῆς ὅτι κάποτε θ’ ἀξίωνε τὴν ἐπιστροφὴ τῆς Εἰκόνας στὸ Ἀρχέτυπό της. Εὔλογα λοιπὸν διάλεξε τὴν ἀπογραφὴ, γιὰ νὰ ὑλοποιήσει αὐτὴ Του τὴν ἀξίωση: ἦταν ἡ πρώτη φορά στὴν ἱστορία μετὰ τὴν Βαβέλ, ποὺ αὐτὴ ἡ ἀνθρωπότητα ἀποπειράθηκε νὰ ὑπερβῆ τὸν θανατηφόρο ἰὸ τοῦ μερισμοῦ καὶ τῆς διάσπασης, νὰ ξανασυναρμολογηθῆ σὲ ἑνιαία Εἰκόνα, ὥστε νὰ μπορέσει ἐπιτέλους νὰ δῆ τὸν ἀληθινὸ Ἑαυτό της. Ἡ ἀπόπειρα βέβαια γινόταν ἀπὸ ἀναρμόδιο πρόσωπο, τὸν Καίσαρα, μὲ τὴν ἀφελῶς ἐπικρατοῦσα ἀντίληψη πὼς οἱ ὑπήκοοί του ἀποτελοῦσαν καὶ ἀναφαίρετη προσωπικὴ ἰδιοκτησία του.  Τότε ἀκριβῶς ἐμφανίστηκε Αὐτός, ποὺ ἀνέκαθεν ἦταν τὸ Ἀρχέτυπό μας καὶ ὑπενθύμισε ἔγκαιρα καὶ διακριτικὰ πὼς κάθε γνήσια ἰδιοκτησία φέρει ἀπαραιτήτως χαραγμένη ἐπάνω της τὴν Εἰκόνα καὶ Ἐπιγραφὴ τοῦ ἰδιοκτήτου της. (Ματθ. 22:20) Ἔγινε ὁρατὸς ἀνεπαίσθητα – ἀφοῦ δὲν ὑπῆρχε περίπτωση νὰ ἀπωλεσθῆ οὐδὲ εἷς τῶν μικρῶν τούτων –  τὴν στιγμὴ ποὺ ὅλοι  ἔσπευδαν νὰ προσδιορίσουν γενεαλογικὰ τὴν ἀνθρώπινη προέλευσή τους, ὥστε νὰ προκύπτει σὰν ἐντελῶς φυσιολογικὸ ἀποτέλεσμα ὅτι δῆθεν ἦσαν δοῦλοι τοῦ Καίσαρος μὲ μοναδικὸ κριτήριο τὸ  ὅτι εἶχαν γεννηθῆ στὴν ἐπικράτειά του. Γεννήθηκε στὴν ἴδια  ἐπικράτεια, γιὰ νὰ δείξει πόσο γνήσια εἶναι ἡ Εἰκὼν καὶ ἡ Ἐπιγραφὴ ποὺ κατὰ φύσιν φέρουν οἱ δικοί Του δοῦ­λοι, οἱ ὁποῖες καὶ τοὺς καθιστοῦν ἀναπαλλοτρίωτους ἀπὸ κάθε εἴδους σῳσίες Του: ἀπατηλοὺς κυριάρχους, πνευματικοὺς τυράννους-γνωστοὺς κοινῶς ὡς Χριστιανοὺς Ἡγέτες- ἢ Καίσαρες τῆς ἐποχῆς, αἰσθητοὺς ἤ νοητούς…

Αὐτὴν τὴν φαινομενικὰ φυσιολογικὴ ἐξάρτηση ἀπὸ τὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου ἐρχόταν ν’ ἀμφισβητήσει ὁ Θεάνθρωπος, μὲ μόνη τὴν σιωπηρὴ Παρουσία Του: “οὐκ ἐρίσει, οὐδὲ κραυγάσει, οὐδὲ ἀκούσει τις ἐν ταῖς πλατείαις τὴν φωνὴν Αὐτοῦ” εἶχαν προαναγγείλει οἱ Προφῆτες. Ἡ λογική Του ἦταν ἁπλή: Μόλις ἐμφανισθῆ τὸ Ἀρχέτυπο, οἱ ἀπειράριθμες ψηφίδες τῆς πανανθρώπινης Εἰκόνας, θὰ ἀνανέωναν τὴν ἀρχέγονή τους ἰδιότητα: τὸ νὰ σπεύδουν ἀκάθεκτες νὰ βροῦν τὸ ἀληθινὸ πλήρωμά τους “ἐν Αὐτῷ” (Κολ.2, 10), ἀποβάλλοντας κάθε ἰδιαιτερότητα, ἰδιοτροπία καὶ ἰδιοπροσωπία ποὺ μέχρι τότε τὶς κρατοῦσε ἀσφυκτικὰ σὲ προσωπικὴ ἀπομόνωση καὶ ἀπονοημάτιζε ἐντελῶς τὴν πρὸς  φυσικὴ κοινωνία ροπὴ τῆς ὕπαρξής τους. Τί αὐτοσυνειδησία μπορεῖ νὰ ἀναπτύξει κάθε μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη ψηφίδα, ἂν δὲν ὑποψιάζεται κἄν ὅτι ἀνήκει σὲ Εἰκόνα; Πῶς νὰ μὴ ποθεῖ τὴν ἕνωση ποὺ ἐπαληθεύει τὴν ἀληθινή της ταυτότητα; Πανανθρώπινος ὁ πόθος, ἀκαταμάχητη ἡ ἕλξη ἐπιστροφῆς στὸν Ἑαυτό μας, ἀφότου Ἐκεῖνος ὑψώθηκε “ἐκ τῆς γῆς” (Ἰω.12, 32) καρφωμένος πάνω σ ἕνα ξύλο: ὑπέρτατη ἔκφραση κενώσεως, ὥστε νὰ ἐπέλθει τὸ πλήρωμα…

Ὕστερα ἀπὸ μιὰ τόσο δυναμικὴ Παρουσία πάνω στὴ γῆ ποὺ ἐξακολουθεῖ ἀπ’ τὸν καιρὸ τῆς ἀπογραφῆς νὰ παραμένει ἐντελῶς ἀπαρατήρητη (Λούκ.17, 20), ἀθόρυβη καὶ ἀπόλυτα πραγματική, δὲν εἶναι καθόλου παράδοξο πὼς ὑπάρχουν ἀκόμα σήμερα “Χριστιανοὶ” καὶ προπαντὸς “θεολόγοι”, ποὺ ἐξακολουθοῦν ν’ἀναζητοῦν τὴν “χαμένη” ἀνθρώπινη ταυτότητα, μὰ καὶ τὴν ταυτότητα τοῦ κρυμμένου μέσα στὴν ἀνθρώπινη σάρκα Θεοῦ – ποὺ παραμένει ἀδιάκοπα “κρύφιος καὶ ἐν τῇ ἐκφάνσει” – καὶ – ἀλλοίμονο –  ἀναζητοῦν ἀκόμα καὶ ταυτότητα Ἐκκλησίας, Ἔθνους, Πολιτισμοῦ, Παραδόσεως, δηλαδὴ κάθε φευγαλέας σκιᾶς, κάθε ἀπατηλοῦ ὀνείρου τοῦ παρόντος αἰῶνος. Εἶναι γιατί ἐπιμένουν νὰ φαντάζονται μέχρι σήμερα πώς κάθε εἴδους συλλογικὴ ταυτότητα δὲν εἶναι παρὰ μία ἐπὶ μέρους ἰδιαιτερότητα μὲ πολὺ συγκεκριμένα χαρακτηριστικὰ ποὺ μποροῦν καὶ πρέπει νὰ προσδιορισθοῦν, νὰ διακηρυχθοῦν παντοῦ καὶ νὰ βαλσαμωθοῦν ὡς ἱστορικὴ παρακαταθήκη ὑπερτάτης ἀξίας, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν νὰ τὴν σφετερίζονται οἱ βάρβαροι, οἱ ἐχθροὶ καὶ οἱ ἀνίδεοι…

Σίγουρα ὅλοι οἱ ἀναζητητὲς ταυτοτήτων δὲν κατάλαβαν τίποτε ἀπὸ τὸ συγκλονιστικὸ νόημα τῆς ἀπογραφῆς ἐπὶ Καίσαρος Αὐγούστου… Φοβοῦνται ἀκόμα καὶ τώρα ἀπώλεια ταυτότητος, σὰν νὰ μὴ ὑπῆρξε ποτὲ Χριστός, σὰν νὰ μὴ σαρκώθηκε ποτὲ δι’ ἡμᾶς: τοὺς ἀνθρώπους. Τρέμουν, μήπως ἐπέλθουν ἀλλοιώσεις στίς ἐθνικὲς ἢ ἐκκλησιαστικές τους ἰδιοπροσωπίες καὶ γι’ αὐτὸ ἐπιζητοῦν συχνὲς καὶ συνεχεῖς ἐπαληθεύσεις τους. Μεταβάλλονται σὲ στυγνοὺς ἱεροεξεταστὲς προκειμένου νὰ ὑπερασπισθοῦν ἀσύλληπτες ὁμαδικὲς ἢ ἀτομικὲς ἰδιαιτερότητες. Δὲν ὑποψιάζονται πὼς μόνον ὅταν καταργηθῆ τὸ “ἐκ μέρους” (Α΄Κορ.13, 10) θὰ ἐπικρατήσει ὁ Τέλειος καὶ Ἀμερὴς καὶ Ἀμέριστος. Ξεχνοῦν ἐντελῶς πὼς πρέπει νὰ παρέλθει ὁ κόσμος οὗτος, ὥστε νὰ ἔλθει ἡ ἄκτιστη Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ γι’ αὐτὸ νομίζουν – ὅπως ὁ Αὔγουστος Καίσαρας – πὼς ἂν καταγράψουν ἐπιμελῶς ὅλα τὰ στοιχεῖα τῆς παράδοσης ἢ τοῦ πολιτισμοῦ ἑνὸς κράτους, θὰ ἐξασφαλίσουν αἰωνιότητα στὸ πολλαπλὸ σχῆμα τοῦ κόσμου τούτου, ποὺ παρέρχεται… Ἢ – τὸ χειρότερο ἀπ’ ὅλα – πιστεύουν πώς ἡ τυπικὴ προσκόλληση σὲ θρησκευτικὲς φόρμουλες καὶ λατρευτικὲς συνάξεις μπορεῖ ἀπὸ μόνη της νὰ δώσει ἀληθινὴ ταυτότητα σὲ ἄτομα ἢ σὲ σύνολα, σὲ κάποια Ἐκκλησία ἢ κάποιο Γένος…

Εἶναι χαρακτηριστικὸ ἐσχάτης παρακμῆς τὸ ν’ ἀποζητοῦν οἱ ἄνθρωποι ταυτότητες γιὰ ὅλους καὶ γιὰ ὅλα, ἀγνοώντας προκλητικὰ πὼς ἡ μόνη ἀληθινὴ ταυτότητά μας εἶναι χαραγμένη ἀνεξίτηλα ἐπάνω μας πρό καταβολῆς κόσμου: ὁ Θεὸς ἀνέκαθεν ἤθελε τὴν ἀνθρωπότητα νὰ ὑπάρχει ὡς δική Του Εἰκὼν καὶ Ἐπιγραφὴ, γιατί ἦταν ἀνέκαθεν ἀποφασισμένος νὰ σαρκωθῆ καὶ νὰ γίνει ταυτότητά μας, ἀπαραχάρακτη μὲ ὁποιοδήποτε μέσο χθὲς καὶ σήμερον ὁ Αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Γι’ αὐτό, γιορτάζουμε Χριστούγεννα χωρὶς νὰ καταγράφουμε – ὅπως ὁ Καίσαρας – τὰ μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, γιατί δὲν φοβόμαστε καμμία ἀλλοτρίωση μέσα σ’ αὐτὸ τὸ Σῶμα – ἀντίθετα γνωρίζουμε ἀπὸ τώρα ἐμπειρικά, ὅτι “Χριστὸς διαφθορᾶς ἐδείχθη ἀλλότριος” καὶ προσδοκοῦμε καρτερικὰ τὸ χάραγμα τῆς ἀφθαρσίας Του πάνω στὰ θνητὰ σώματά μας.

Αὐτὴ θὰ εἶναι ἡ δεύτερη καὶ τελικὴ ἀπογραφή μας, ποὺ ἀπὸ τώρα χαρακτηριστικὰ ὀνομάζουμε Δευτέρα Παρουσία, καὶ ἐνῷ νομίζουμε ὅτι πρόκειται νὰ παρουσιασθοῦμε ὅλοι ἐμεῖς οἱ κατ’ εἰκόνα Του ἐνώπιόν Του, ἐν τούτοις, Ἐκεῖνος μᾶλλον θὰ παρουσιασθῆ σέ μᾶς καὶ θὰ ἑνωθῆ μαζί μας δείχνοντας ἔτσι τὴν ἀληθινή Του παν­ανθρώπινη ταυτότητα ἐπάνω μας καὶ θὰ γίνει “τὰ πάντα ἐν πᾶσι.”

orthodoxostypos.gr