Ὁ Ψαλμός αὐτός στήν λειτουργική μας γλώσσα λέγεται «προοιμιακός» Ψαλμός, ἐπειδή εἶναι στήν ἀρχή τοῦ λειτουργικοῦ μας «οἴμου» (=δρόμου), ὁ ὁποῖος ἀρχίζει μέ τήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ.
Εἶναι ὕμνος τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ.
ΨΑΛΜΟΣ 103ος
• Ευλόγει η ψυχή μου,
τόν Κύριον! Κύριε ο Θεός μου εμεγαλύνθης σφοδρα.
• Εξομολόγησιν και
μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω, αναβαλλόμενος φώς ως ιμάτιον.
• Εκτείνων τον ουρανόν ωσεί δέρριν, ο στεγάζων εν ύδασιν τα υπερώα αυτού.
• Ο τιθείς νέφη τήν
επίβασιν αυτού, ο περιπατών επί πτερύγων ανέμων.
• Ο ποιών τούς
Αγγέλους αυτού πνεύματα, και τούς λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα.
• Ο θεμελιών τήν γήν
επί τήν ασφάλειαν αυτής, ου κλιθήσεται εις τόν αιώνα τού αιώνος.
• Άβυσσος ως ιμάτιον
το περιβόλαιον αυτού, επί των ορέων στήσονται ύδατα.
• Από επιτιμήσεώς σου
φεύξονται, από φωνής βροντής σου δειλιάσουσιν.
• Αναβαίνουσιν όρη,
και καταβαίνουσι πεδία εις τόπον, όν εθεμελίωσας αυτά.
• Όριον έθου, ό ου
παρελεύσονται, ουδέ επιστρέψουσι καλύψαι την γήν.
• Ο εξαποστέλλων πηγάς
εν φάραγξιν, ανάμεσον των ορέων διελεύσονται ύδατα.
• ποτιούσι πάντα τα
θηρία τού αγρού, προσδέξονται όναγροι εις δίψαν αυτών.
• Επ’ αυτά τα πετεινά
τού ουρανού κατασκηνώσει, εκ μέσου των πετρών δώσουσι φωνήν.
• Ποτίζων όρη εκ των
υπερώων αυτού, από καρπού των έργων σου χορτασθήσεται η γή.
• Ο εξανατέλλων χόρτον
τοις κτήνεσι, και χλόην τή δουλεία των ανθρώπων.
• Τού εξαγαγείν άρτον
εκ τής γής και οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου.
• Τού ιλαρύναι
πρόσωπον εν ελαίω• και άρτος καρδίαν ανθρώπου στηρίζει.
• Χορτασθήσεται τα
ξύλα τού πεδίου, αι κέδροι τού Λιβάνου, άς εφύτευσας.
• Εκεί στρουθία
εννοσσεύσουσι, τού ερωδιού η κατοικία ηγείται αυτών.
• Όρη τα υψηλά ταις
ελάφοις, πέτρα καταφυγή τοις λαγωοίς.
• Εποίησε σελήνην εις
καιρούς. Ο ήλιος έγνω τήν δύσιν αυτού.
• Έθου σκότος, και
εγένετο νύξ. Εν αυτή διελεύσονται πάντα τα θηρία τού δρυμού.
• Σκύμνοι ωρυόμενοι
τού αρπάσαι, και ζητήσαι παρά τω Θεώ βρώσιν αυτοίς.
• Ανέτειλεν ο ήλιος,
και συνήχθησαν, και εις τας μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται.
• Εξελεύσεται άνθρωπος
επί το έργον αυτού, και επί τήν εργασίαν αυτού έως εσπέρας.
• Ως εμεγαλύνθη τα
έργα σου, Κύριε! Πάντα εν σοφία εποίησας! επληρώθη η γή τής κτίσεώς σου.
• Αύτη η θάλασσα η
μεγάλη και ευρύχωροςε εκεί ερπετά ών ουκ έστιν αριθμός, ζώα μικρά μετά μεγάλων.
• Εκεί πλοία
διαπορεύονται, δράκων ούτος, όν έπλασας εμπαίζειν αυτή.
• Πάντα πρός σέ
προσδοκώσι, δούναι τήν τροφήν αυτών εις εύκαιρον, δόντος σου αυτοίς
συλλέξουσιν.
•Ανοίξαντός σου τήν
χείρα, τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος. Αποστρέψαντος δέ σου το πρόσωπον,
ταραχθήσονται.
• Αντανελείς το πνεύμα
αυτών, και εκλείψουσι, και εις τόν χούν αυτών επιστρέψουσιν.
• Εξαποστελείς το
πνεύμα σου, και κτισθήσονται, και ανακαινιείς το πρόσωπον τής γής.
• Ήτω η δόξα Κυρίου
εις τούς αιώνας. Ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού.
• Ο επιβλέπων επί τήν
γήν, και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων, και καπνίζονται.
• Άσω τω Κυρίω εν τή
ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω.
• Ηδυνθείη αυτώ η
διαλογή μου, εγώ δέ ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω.
• Εκλείποιεν αμαρτωλοί
από τής γής, και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς. Ευλόγει, η ψυχή μου, τον
Κύριον.
Ως εμεγαλύνθη τα έργα
σου, Κύριε! πάντα εν σοφία εποίησας.