Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

☦ Η ΦΤΩΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

π. Δημητρίου Μπόκου

Περπατώντας ο άγιος Μακάριος με άλλους αδελφούς κάποτε στα μέρη της Αιγύπτου, άκουσε ένα μικρό παιδί να λέει στη μητέρα του: «Μάνα, ένας πλούσιος με αγαπάει, αλλά εγώ τον μισώ. Και ένας φτωχός με μισεί, αλλά εγώ τον αγαπώ». Ακούγοντάς το ο άγιος Μακάριος θαύμασε. Τον ρώτησαν τότε οι αδελφοί: «Τί σημαίνουν τα λόγια αυτά; Γιατί θαύμασες;» Και ο άγιος απάντησε: «Πραγματικά ο Κύριός μας είναι πλούσιος και μας αγαπάει, αλλά εμείς δεν θέλουμε να τον ακούσουμε. Ενώ ο εχθρός μας, ο διάβολος, είναι φτωχός και μας μισεί, αλλά εμείς αγαπάμε την ακαθαρσία του» (από το Γεροντικό).

Αυτό ακριβώς συνέβη στον άσωτο. Κάποια στιγμή διαπίστωσε ότι είχε γίνει πολύ φτωχός. Αφού δαπάνησε την περιουσία, που χωρίς να κοπιάσει καθόλου, έλαβε από τον πατέρα του, «ήρξατο υστερείσθαι». Έγινε λιμός στη μακρινή χώρα όπου διασκέδαζε και άρχισε να στερείται τα πάντα. Ο πρώην πλούσιος αναφωνεί τώρα με οδύνη: «Λιμώ απόλλυμαι». Πεθαίνω από την πείνα. Από αρχοντόπουλο, μόλις που κατάφερε να ζητιανέψει μια θέση χοιροβοσκού.

Είναι η αναπότρεπτη μοίρα κάθε ανθρώπου που κάνει παρόμοιες επιλογές. Κάτι που το είχε επισημάνει εγκαίρως ο Κύριός μας, για να μην τρέφουμε αυταπάτες. «Όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει». Όποιος θέλει να ζήσει τη ζωή του, να την απολαύσει χωρίς περιορισμούς, κατά τις ορέξεις του και όχι κατά το μέτρο που ορίζει ο Θεός, αυτός τελικά θα τη χάσει. Όχι μόνο μετά θάνατον. Αλλά και από τώρα. Δεν θα νιώσει τίποτε από ζωή. Δεν θα τη χαρεί πραγματικά. Γιατί έξω από τον νόμο του Θεού δεν υπάρχει πραγματική ζωή, αληθινή χαρά. Ο διάβολος είναι φτωχός. Το μόνο που μπορεί να δώσει είναι η φτώχεια του. Μας γυμνώνει από τον πλούτο της θεϊκής χάρης και μας προικοδοτεί με τη φτώχεια της αμαρτίας. Το κατάλαβε καλά και το ομολογεί ο άσωτος. «Αυτός που συναισθάνθηκε τί σημαίνει ζωή μέσα στην αμαρτία, στις ηδονές και στα πάθη, λέει: ‘‘Λιμώ απόλλυμαι’’» (άγ. Ιουστίνος Πόποβιτς).

Και το κατάντημά του; «Τέρπων και τερπόμενος, εναυάγησε. Παίζων και εμπαιζόμενος, πένης εγένετο». Αγοράζοντας ψυχοφθόρες ηδονές και πουλώντας χαμόγελα, δημιούργησε πηγές δακρύων. Έχασε τις αρετές που είχε και απόκτησε τις κακίες που δεν είχε. Δαπάνησε όσα είχε (τον πλούτο της χάριτος) και τότε έγινε μεγάλη πείνα στη χώρα εκείνη. Όπου δεν καλλιεργείται ο σίτος της σωφροσύνης, το κλήμα της εγκράτειας, το σταφύλι της αγνότητας, ο ουράνιος οίνος, εκεί πείνα μεγάλη. Όπου υπάρχει ευφορία των κακών, εκεί αφορία (έλλειψη) των αγαθών. Όπου οι πονηρές πράξεις αφθονούν, εκεί σπανίζουν οι αρετές (άγ. Ιω. Χρυσόστομος).

Ποιος ο λόγος λοιπόν να μισούμε ανόητα τον πλούσιο που μας αγαπάει; Και τί προσδοκίες θα μπορούσαμε να στηρίξουμε πάνω στον μίζερο φτωχό που μας μισεί;

Καλό Τριώδιο!