Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Γαλάτας ἐπιστολή του μᾶς παρακινεῖ νὰ ὑπομένουμε ὁ ἕνας τὶς ἐνοχλήσεις τοῦ ἄλλου ποὺ ὀφείλονται στὰ ἐλαττώματα καὶ τὶς ἐλλείψεις του· κι ἔτσι μὲ τὴν ὑπομονετικὴ αὐτὴ ἀνοχὴ νὰ ἐκπληρώνουμε τελείως τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης. «Ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ», γράφει (Γαλ. ς΄ 2).
Ποιὰ εἶναι τὰ βάρη γιὰ τὰ ὁποῖα
μιλάει ὁ θεῖος Ἀπόστολος; Εἶναι τὰ ἐλαττώματα, οἱ ἐλλείψεις καὶ οἱ ἀδυναμίες
μας. Τὰ ἐλαττώματα σὰν ἄλλο φορτίο βαραίνουν ἐκεῖνον ποὺ τὰ ἔχει, ἀλλὰ
ἐνοχλοῦν καὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ περιβάλλοντός του. Λόγου χάριν, ὁ θυμώδης γίνεται
ἐκτὸς ἑαυτοῦ καὶ κουράζει τοὺς ἄλλους μὲ τὶς φωνές του. Ὁ φλύαρος μιλάει ἀσταμάτητα
καὶ δὲν ἀφήνει τοὺς ἄλλους νὰ ἡσυχάσουν. Ὁ βλάσφημος ξεστομίζει βλασφημίες
καὶ δημιουργεῖ βαριὰ ἀτμόσφαιρα στὸ περιβάλλον του. Αὐτοὶ ποὺ φέρονται
ἐγωιστικὰ ἢ αὐτοὶ ποὺ ἔχουν παραξενιές, πόσο πολὺ ὑποφέρουν οἱ
ἴδιοι καὶ πόσο ἐνοχλητικοὶ γίνονται στοὺς ἄλλους!
Τὰ ἐλαττώματα, τὶς ἐλλείψεις καὶ τὶς ἀδυναμίες τῶν
συνανθρώπων μας ἐμεῖς πῶς θὰ τὶς ἀντιμετωπίζουμε; Θὰ ἐρχόμαστε σὲ μετωπικὴ
σύγκρουση μαζί τους; Θὰ δημιουργοῦμε θερμὰ ἐπεισόδια; Θὰ διακόπτουμε τὴ συνεργασία
μας; Θὰ διαλύουμε τὴν οἰκογένειά μας; Ὁπωσδήποτε οἱ λύσεις τῶν ἄκρων δὲν εἶναι
οἱ καλύτερες, διότι ἀντὶ νὰ λύσουν τὰ προβλήματα, δημιουργοῦν περισσότερα.
Πόσες οἰκογένειες ταράσσονται, πόσες ἐπιχειρήσεις διαλύονται, πόσα
προβλήματα δημιουργοῦνται σὲ σύνολα τῶν ἀνθρώπων ποὺ φθάνουν στὰ ἄκρα! Ἂν
ἀποφασίζουμε νὰ διαχωρίσουμε τὶς εὐθύνες μας, ἐπειδὴ ἐνοχλούμαστε ἀπὸ τὰ
ἐλαττώματα τῶν ἄλλων, ὅπου ἀλλοῦ κι ἂν πᾶμε, μὲ ὁποιουσδήποτε ἀνθρώπους κι ἂν
συνεργασθοῦμε, τὰ ἐλαττώματα πάλι δὲν θὰ λείψουν. Θὰ τὰ βρίσκουμε μπροστά μας.
Διότι δὲν εἴμαστε κοινωνία ἀγγέλων. Εἴμαστε κοινωνία ἀνθρώπων μὲ ἐλαττώματα καὶ
ἀδυναμίες. Ἄρα ἡ σωστὴ ἀντιμετώπιση τῶν ἐλαττωμάτων τῶν συνανθρώπων μας δὲν
εἶναι νὰ φθάνουμε στὰ ἄκρα, ἀλλὰ νὰ ὑπομένουμε ὁ ἕνας τὰ βάρη τοῦ ἄλλου, ὅπως
ἀκριβῶς μᾶς ὑποδεικνύει ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς ἁγίας Γραφῆς.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σημειώνει: «Ἐπειδὴ οὐκ ἔστιν
ἄνθρωπον ὄντα χωρὶς ἐλαττώματος εἶναι, παραινεῖ... φέρειν τὰ τῶν πλησίον
ἐλαττώματα, ἵνα καὶ τὰ αὐτοῦ φέρηται παρ’ ἑτέρων». Ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει κανεὶς
ἄνθρωπος ποὺ νὰ μὴν ἔχει ἐλαττώματα, μᾶς παρακινεῖ ὁ θεῖος Ἀπόστολος νὰ ὑπομένουμε
τὰ ἐλαττώματα τοῦ πλησίον μας, γιὰ νὰ ὑπομένουν καὶ οἱ ἄλλοι τὰ δικά μας.
Ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Ἀχρίδος προσθέτει κάτι ἀκόμη, ἐπίσης ἀξιοπρόσεκτο.
Δὲν ἔχουμε, λέει, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τὰ ἴδια ἐλαττώματα. «Τόδε ἔχεις τὸ ἐλάττωμα
σύ, τόδε οὐκ ἔχεις· ἐκεῖνος τὸ ἐναντίον. Ὃ μὲν ἔχεις σύ, οὐκ ἔχει ἐκεῖνος,
ἕτερον δέ· σὺ φέρε τὸ ἐκείνου, κἀκεῖνος τὸ σόν»! Αὐτὸ τὸ ἐλάττωμα ἔχεις ἐσύ, τὸ
ἄλλο δὲν τὸ ἔχεις. Ἐκεῖνος τὸ ἀντίθετο. Αὐτὸ ποὺ ἔχεις ἐσύ, δὲν τὸ ἔχει
ἐκεῖνος, ἀλλ’ ἔχει κάποιο ἄλλο. Νὰ ὑπομένεις λοιπὸν ἐσὺ τὸ ἐλάττωμα ἐκείνου κι
ἐκεῖνος τὸ δικό σου. Λόγου χάριν, ὁ σύζυγος ἔχει τὸ ἐλάττωμα τοῦ θυμοῦ καὶ ἡ
σύζυγος τὸ ἐλάττωμα τῆς πολυλογίας. Ὁ ἕνας συνάδελφος ἔχει τὸ πάθος τοῦ φθόνου
κι ὁ ἄλλος τὸ πάθος τῆς ἐπιδείξεως. Πόσο καλύτερη ἀντιμετώπιση εἶναι νὰ
ὑποφέρουμε ἐμεῖς τὸ δικό τους ἐλάττωμα, γιὰ νὰ ὑποφέρουν κι ἐκεῖνοι τὸ δικό
μας!
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παρακινεῖ νὰ ὑπομένουμε ὁ ἕνας τὰ
ἐλαττώματα τοῦ ἄλλου ὄχι μία μόνο φορά, ἀλλὰ σὲ χρόνο ἐνεστώτα, κάθε φορά, πάντοτε.
Ἔχει νόημα αὐτὴ ἡ λεπτομέρεια. Μερικοὶ ὑπομένουν μιά, δυό, τρεῖς φορὲς τὰ
βάρη τῶν συνανθρώπων τους καὶ κατόπιν τοὺς λένε: «Δὲν ὑποφέρεσθε, ἐξαντλήθηκε
ἡ ὑπομονή μας. Μέχρις ἐδῶ!». Ἀλλὰ τὸ πνεῦμα τοῦ εὐαγγελίου δὲν εἶναι αὐτό. Ὁ
λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει νὰ μὴν ἐξαντλεῖται ποτὲ ἡ ὑπομονή μας, ἀλλὰ νὰ
ἐφαρμόζουμε τὸ «ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφεσ. δ΄ 2)· νὰ ἐφαρμόζουμε τὸ «προσλαμβάνεσθε
ἀλλήλους, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς προσελάβετο ὑμᾶς εἰς δόξαν Θεοῦ» (Ρωμ. ιε΄ 7). Ὁ
Χριστὸς βάστασε τὰ βάρη ὅλων τῶν ἀνθρώπων. «Τὰς ἀσθενείας ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς
νόσους ἐβάστασε» (Ματθ. η΄ 17). Σήκωσε στοὺς ὤμους Του τὶς ἁμαρτίες ὅλου
τοῦ κόσμου. Ἐμεῖς γιατί νὰ μὴ βαστάζουμε κάποια ἀπὸ τὰ βάρη τῶν συνανθρώπων
μας;
Τὴν ἐφαρμοσμένη ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους νὰ τὴν αἰσθανόμαστε
ὡς χρέος, νὰ τὴν αἰσθανόμαστε ὡς ὀφειλὴ ποὺ ὀφείλουμε νὰ τὴν ξεχρεώσουμε. Ὁ
ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ καὶ γιὰ ποιὸ λόγο ὀφείλουμε νὰ τὸ κάνουμε. Διότι
βαστάζοντας ὁ ἕνας τὰ ἐλαττώματα τοῦ ἄλλου, ἀναπληρώνουμε – ἐκπληρώνουμε
τελείως – τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ. Νόμος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ νόμος τῆς ἀγάπης.
«Νόμον Χριστοῦ τὴν ἀγάπην ἐκάλεσεν. Αὐτοῦ γάρ ἐστι φωνή· ἐντολὴν καινὴν
δίδωμι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος. Ἐκεῖνοι
ποὺ ἀγαποῦν εἰλικρινὰ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς, βαστάζουν ὁ ἕνας τὰ βάρη
τοῦ ἄλλου, ἀναπληρώνοντας ἔτσι τὸν νόμο τοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶναι ὁ τέλειος
νόμος τῆς ἀγάπης.
Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”
aktines