Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2022

☦ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΣΠΟΡΕΩΣ

ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

«Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ». Ἔξοδος τοῦ Υἱοῦ, ἀπό τούς κόλπους, ὡς μονογενοῦς παρά Πατρός. «Ὁ ἐνανθρωπήσας Λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ παύεται γάρ, ἀεί σπείρων ἐν ταῖς ἡμετέραις ψυχαῖς τά ἀγαθά σπέρματα», δηλαδή τόν θεῖον λόγον. Ὁ θεάνθρωπος Χριστός, Αὐτός εἶναι πού σπέρνει τόν δικό Του σωτήριον λόγον, ἐκ τῆς ἰδίας Φύσεως. Λέγει ὁ Ἰησοῦς γιά τόν ἑαυτό Του: «Τά λόγια πού ἐγώ λαλῶ, εἶναι πνεῦμα καί ζωή». Καί ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἔλεγε πρός Αὐτόν: «Ἔχεις λόγια αἰωνίου ζωῆς». Μ’ αὐτό δείχνει ὅτι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός εἶναι, ὁ ἐπάνω ἀπ’ὅλους, ἀληθινός Θεός.

Ἐξῆλθεν λοιπόν ὁ Κύριος νά σπείρει τόν σπόρο Του. Ποῦ; Στις καρδιές τῶν ἀνθρώπων· διότι αὐτές εἶναι τά χωράφια πού δέχονται τά πνευματικά σπέρματα. Ἀπ’ αὐτές μᾶς λέει τό Εὐαγγέλιο σήμερα, ἄλλες μοιάζουν μέ δρόμο σάν καταπατημένες καί συμπιεσμένες ἀπό πονηρούς λογισμούς, πάθη, αἱρέσεις, παγανισμό καί εἰδωλολατρία πού στανικά τούς ὑποβάλλουν οἱ πονηροί δαίμονες. Αὐτοί εἶναι καί οἱ καταπατοῦντες καί κατατρώγοντες τόν θεῖον σπόρον. Συμβαίνει αὐτό βεβαίως σέ καρδιές πού ἧταν καί εἶναι ἔξω, ἀπό τήν εὐθεία ὁδό·  καί περπατοῦν τόν δρόμο τῆς κακίας, συνοδοιπόροι μέ τά πονηρά πνεύματα, πού τούς καταπατοῦν καί ἐξαφανίζουν τόν σπόρον καί ἐνῶ ἄκουσαν, συμπεριφέρονται σάν νά μήν ἄκουσαν καθόλου τόν λόγον τοῦ Θεοῦ ἐμμένοντες αὐτοκατάκριτοι. 

Ἄλλο, λέει ἡ γραφή, ἔπεσε στήν πέτρα. Δηλαδή σέ πωρωμένη καί σκληρή καρδιά. Ἐκεῖ, ὅπου δέν ὑπάρχουν δάκρυα μετανοίας (ὑγρασία), καί ὁ καύσωνας τῶν παθῶν ξηραίνει τόν σπόρον, τόν κατακαίει καί δέν ἀφήνει νά ριζώσει βαθιά, διότι δέν ἔχει ἱκμάδα. Σέ περίπτωση δέ πειρασμοῦ, ἀπομακρύνονται καί ἐναντιώνονται στή φύση τῆς συνειδήσεως, ὅταν τούς ἐλέγχει, ἐξαιτίας τῆς κακῆς προαιρέσεως, μέ συνέπεια νά κυριαρχεῖ στίς καρδιές, ὁ ἄκρατος θυμός καί ἡ κτηνώδης ἐπθυμία. ( ..ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὤν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καί ὡμοιώθη αὐτοῖς).

Ἄλλο, ἔπεσε στό μέσο τῶν ἀκανθῶν. Δηλαδή σέ καρδιές πού εἶναι ὁλότελα προσκολλημένες στά σωματικά καί πρόσκαιρα, σέ ἀνόητες μέριμνες, πλούτη καί ἡδονές. Γι’ αὐτό καί τέτοια ἀγκάθια, καθώς ἔκαναν συμφύσεις, ἀπέπνιξαν καί ἐξαφάνισαν τόν λόγο τοῦ Μεσσίου. Θυμίζουμε ἐδῶ, τά λόγια τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου: «Τό θανατηφόρο δηλητήριο τοῦ κεντριοῦ τῆς ἁμαρτίας εἶναι ἡ ἐμπαθής, ἕξη τῆς ψυχῆς. Γιατί ἐκεῖνος πού θεληματικά ἄφησε τά πάθη(ἀγκάθια) νά γίνουν σάν ἰδιότητές του, εἶναι ἀμετακίνητος καί ἀμετάβλητος στόν τρόπο ζωῆς του». Ἔτσι στήν καρδιά του δέν καρποφορεῖ, δέν τελεσφορεῖ ὁ θεῖος σπόρος.

Ἄλλο μέρος ἔπεσε στήν γῆν τήν ἀγαθήν. Δηλαδή σέ ψυχή πού ἔχει καλή καί ἀγαθή προαίρεση, ἡ ὁποία καί δέχεται πρόθυμα καί κρατεῖ μέσα της, τόν λόγον τῆς διδασκαλίας, μή ἐπιτρέποντας στούς ὅποιους ἐχθρούς τῆς σωτηρίας νά τόν συλήσουν ὥστε νά μήν καρποφορήσει. Οἱ εὐλογημένοι αὐτοί πιστοί χριστιανοί, πρόθυμα καί ὑπομονετικά ἐμμένουν μέ βεβαιότητα στά λεχθέντα, στά ἀκουσθέντα ἀπό τό γλυκό στόμα τοῦ Σωτῆρος καί ὑποφέρουν γενναῖα στούς πειρασμούς, καρποφορώντας ἐν ὑπομονῇ. Ξεδιψᾶνε καί χορταίνουν μέ τούς λόγους τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἐνδυόμενοι δόξαν παρά Θεοῦ, ἐν χάριτι καί ἀληθείᾳ.

Ὄντως γῆ εὐλογημένη ἡ καρδιά τους πού ἀκοῦνε τόν βροντερόν λόγον τοῦ Μεσσίου μέ τά ὦτα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, εὑρισκόμενοι σέ ἐγρήγορση καί νήψη. Κατανοοῦν σέ βάθος, σέ ὕψος, σέ πλάτος, τόν δυνατόν πνευματικόν λόγον, τήν δυναμικήν φωνήν τοῦ Σωτῆρος πού τονίζει ἐσαεί δυνατά καί μέ ἔμφαση νά ἀνοίξουμε ὅλοι τά αὐτιά τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος. Θεοπρεπῶς ὁ γλυκύς Ἰησοῦς, «φωνάζει φωνῇ μεγάλη»  μέ σκοπό νά ἀφυπνίσει τούς ἀκροατές Του καί νά διδάξει τήν αἴσθησιν τῶν θείων πραγμάτων, ἄνευ τῆς ὁποίας, ἡ διδασκαλία Του, θά παρέμενε παρ’ αὐτοῖς ἄκαρπος.

Γίνεται φανερόν, ἁγία γερόντισσα, ὅτι ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι πιστοί πού ἔχουν ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά ὦτα, πού χαίρονται νά ἀκοῦν, τόν σωτήριον λόγον τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐντούτοις, οἰ ὅποιοι ἄλλοι μένουν κωφοί γιά τόν θεῖον λόγον. Εἴθε, ἀς ἀνοίξουν τά αὐτιά τους καί τά μάτια τους, πιό προσεχτικά. Τί ἀκριβῶς λέει ὁ Ἰησοῦς: «Οἱ κωφοί, ἀκούσατε καί οἱ τυφλοί ἀναβλέψατε». «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν».

Μακάρι, γλυκύτατε Ἰησοῦ, ὅλοι ἐμεῖς καί ὅλος ὁ κόσμος νά σέ γνωρίσουμε γιά νά ἀλλάξει ἡ ζωή μας, ὥστε νά φανερώνεται ἔτσι ὡς ἐν ἐσόπτρῳ, ἔστω, τό βαθύ συναίσθημα καί νόημα μέσω τῆς γνώσεως τῆς δημιουργίας Σου.«Οἱ οὐρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ…ἀναγγέλει τό στερέωμα». Γνωρίζουμε ὅλοι, Κύριε, ὅτι δέν φανέρωσες πλήρως ἐδῶ στή γῆ τό μυστήριον τῆς ὑπάρξεως μας. Αὐτήν τήν δωρεάν, ἐν Χάριτι, θά τήν λάβουμε κοντά Σου, τήν ἔσχατη ἡμέρα, στήν κοινήν Ἀνάστασιν.  Κατανοοῦμε ὅμως γλυκύτατε Ἰησοῦ, τήν ἀγάπη πού ἔχεις, γιά ἐμᾶς. Εἴμαστε κατ’ εἰκόνα Σου πλασμένοι, μέ πορεία πρός τό καθ’ ὁμοίωσιν. Καί ὅτι θά ἀνέβαινες μυριάκις καί πάλιν στόν Σταυρόν, γιά τή σωτηρία τοῦ καθενός μας.

Εὐλόγησον, Χριστέ,νά ἀκοῦμε τούς λόγους Σου, πού ἔχουν μέσα, ζωήν αἰώνιον. Σέ σένα θεάνθρωπε Κύριε Ἰησοῦ, ἡ Δόξα, ἡ Βασιλεία καί τό Κράτος εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.