Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2023

☦ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ

ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΜΗΝΑ

Ἡ ἔξοδος ἐκ τοῦ Παραδείσου, εἶναι τῆς παρακοῆς τό ἐπιτίμιο, καθώς καί ἡ κόλασις· ἐντούτοις στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία βρίσκεται ὅλη ἡ ζωή, ἡ αἰώνια ζωή.

Στήν Ἐκκλησία βρίσκεται ὅλη ἡ ἀλήθεια, ἡ αἰώνια ἀλήθεια. Ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε γιά νά ἀναπτυχθεῖ σ’ αὐτήν τήν ἀλήθεια, κατά τό μέτρο τοῦ Θεοῦ, ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ. Στήν Ἐκκλησία βρίσκεται ἡ δικαιοσύνη, ἡ ἀγάπη. Ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει νά ἀναπτυχθεῖ, ἕως ὅτου φθάσει «εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ».

Γι’ αὐτήν τήν ἀνάπτυξη, ἡ Ἐκκλησία προσφέρει στόν ἄνθρωπο ὅλα τά μέσα, ὅλες τίς δυνάμεις, καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος δύναται τά πάντα· δηλαδή μέ τήν ὁλόκαρδη καί ἀπεριόριστη πίστη του, νά νικήσει τόν διάβολο ἔξω τοῦ Παραδείσου καί ἐν Χάριτι, νά ἐπανέλθει εἰς τήν πρότερον εὐγένεια, τό ἀρχαῖον κάλλος, τήν ἀρχαία μακαριότητα· διότι «πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι».[1]

Ὅμως στό ζωντανό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι πολλά τά στάδια πρός τήν ἁγιότητα, τόν ἐξαγνισμό τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὁ Θεάνθρωπος εἶναι αὐτός  πού ἀκατάπαυστα κτίζει καί ἀναπτύσσει τόν καθένα μας κατά τό μέτρο τῆς πίστεως, τῆς μετάνοιας, τῆς ἀγάπης, τοῦ ζήλου μας στόν, κατά τό Εὐαγγέλιο, ἅγιον βίο.

Καμμία ἄσκηση, σεβαστή γερόντισσα, δική σου ἤ δική μου, δέν εἶναι ἄσκοπη μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀκόμη καί ἡ πιό μικρή. Ἔρχεται σήμερα ὁ Χριστός, στήν Εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε, νά οἰκοδομήσει καί νά ἐντάξει στό ζωντανό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς συνόλου καί κάθε μέλους της, μέσω τῶν ἐντολῶν· τόν τρόπο, τόν σκοπό, καί τέλος, νά προσφέρει μέ ἀκρίβεια τά ὅπλα τῆς νίκης στούς θέλοντας· διά τῆς Ἀκτίστου Χάριτος, καί τόν δικό μας κόπο, τή δική μας ἄσκηση, τόν δικό μας μόχθο.

Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος λέγει: «εἰς ὅ καί κοπιῶ ἀγωνιζόμενος κατά τήν ἐνέργειαν αὐτοῦ τήν ἐνεργουμένην ἐν ἐμοί ἐν δυνάμει».[2]Σέ αὐτόν τόν ἀγῶνα, ὁ χριστιανός βγαίνει πάντοτε νικητής, ὅταν ἔχει ὡς ὅπλο του τίς δυνάμεις πού ὁ Χριστός τοῦ παρέχει καί καταθέτοντας ὅλη τήν ψυχή, ὅλη τήν θέλησή του. Ὁ ὀρθόδοξος πιστός, προσφέρει τόν ἑαυτό του ὡς μαχητή καί ὁ Χριστός προσφέρει τά ὅπλα γιά τόν ἀγῶνα. Εἶπεν ὁ Κύριος: «ἐάν γάρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τά παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καί ὑμῖν ὁ πατήρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος»[3]. Ἐπίσης: «ὅταν δέ νηστεύητε, μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί»[4]. Ἐπιπλέον:  «Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς» [5].

Συνεπῶς, ἀδελφοί μου, φεύγουμε μακριά ἀπό τήν μνησικακία, τήν ὑποκρισία καί τήν φιλαργυρία. Προφανῶς μέ τήν μνησικακία καταντοῦμε ἀνυπόφορα ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ, ὅπου δικαίως ὀργίζεται ἐναντίον μας. Τό δέ χειρότερο εἶναι ὅτι καί τούς πραγματικούς δούλους τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τούς Ἁγίους Ἀγγέλους, ἀντί γιά πρεσβευτάς θά τούς βροῦμε ἐναντίον μας, νά μᾶς καταγγέλουν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ· ὅτι δέν φανήκαμε συμπονετικοί πρός αὐτούς πού μᾶς ἔπταισαν.

Ὑπάρχει, στή συνέχεια καί ἄλλη ἀχρείωσις, πού ἐμβάλλει στίς ψυχές μας κατά τήν προσευχή καί νηστεία μας, ἤτοι ἡ οἴησις. Ὀφείλουμε, ἀδελφοί μου, νά γνωρίζουμε ὅτι κάθε ὑπερήφανος εἶναι ἀκάθαρτος καί ἀπρόσδεκτος ἀπό τόν Κύριο. Μή λησμονοῦμε, λοιπόν, ὅτι νηστεύουμε καί προσευχόμαστε μέ συντετριμμένη καρδία, αὐτομεμψία καί ταπείνωση· γιά νά εἶναι καθαρή καί θεάρεστη, ἡ νηστεία, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἁγνότητα, ἡ παρθενία, στόν Τριαδικό Θεό.

Σαφῶς καί ὅπως ἀκούσαμε, σήμερα, τό παραδοξότερο στούς ἀνθρώπους εἶναι ἡ ἐπιθυμία νά θησαυρίσουν· μέ πρόφαση καταστρεπτική ὅτι ἔχουν ἀνάγκες πολλές. Οἱ τελευταῖοι αὐτοί, σκάβουν γύρω τους ἕναν ὁλοκαίνουργιο τάφο, μέσα στόν ὁποῖο ὑπάρχει σκωλήκων βρῶμα καί δυσωδία, ἐνῶ νομίζουν ὅτι ζοῦν.

Ἡ φιλαργυρία ἀδελφοί, εἶναι ὄντως βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ. Κατά τόν θεῖο Ἀπόστολο: «ἡ φιλαργυρία εἶναι μητέρα καί ρίζα ὅλων τῶν κακῶν, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας, μερικοί πού τήν ὀρέγονται ἀποπλανήθηκαν ἀπό τήν πίστη καί περιπλέχθησαν σέ πολλές ὀδύνες»[6]. Ἐδῶ ἀδελφοί προσέξτε, μέ σύνεση, τήν φωνή τοῦ Ἀποστόλου· διότι δέν εἶπε ὅσοι πλουτοῦν ἀποπλανήθηκαν ἀπό τήν πίστη, ἀλλά ὅσοι ὀρέγονται τόν πλοῦτο· ὅπως καί ἀλλοῦ λέγει: «ὅσοι ἐπιθυμοῦν νά πλουτίσουν πέφτουν σέ πειρασμούς καί παγίδες τοῦ διαβόλου»[7].

Ἑπομένως ὁ ἔρωτας πρός τόν πλοῦτο εἶναι κακό, πού ἄν δέν προσέχει καί ὁ πτωχός καί ὁ πλούσιος, τόν παθαίνει καί παγιδεύεται ματαίως. Γι’ αὐτό λέγει ὁ Δαβίδ: «ἐάν ρέῃ πλοῦτος, μή προσκολλᾶτε σ’ αὐτόν τήν καρδία»[8]. Ὁ δέ Σολομῶν λέγει: «ὅποιος ἔχει πεποίθηση στόν πλοῦτο, θά πέσει»[9]. Τέλος ὁ Κύριος λέγει: « Ἀλίμονο στούς πλουσίους, ἀλίμονο στούς χορτασμένους»[10].

Οἱ ἄπιστοι, ἁγία γερόντισσα, δέν τό καταλαβαίνουν, σκανδαλίζονται. Ἀντίθετα ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί, ψάλλουμε: « Ὁ Σταυρός σου Κύριε, ζωή καί ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου καί ἐπ’ αὐτῷ πεποιθότες…». Ἔχουμε φλόγα Χριστοῦ, πού δέν σβήνει. Εἶναι ἡ φλόγα τῆς ἀκτίστου λογικῆς· πού ὑπερβαίνει τήν τάχα λογική τοῦ κόσμου. Εἶναι συγχωρητικότητα, ταπείνωση, πτωχεία, ὑπακοή στόν Χριστό μας, πού εἶναι ἡ Σοφία τοῦ Θεοῦ· ὅποιοι Τήν βεβηλώνουν, καταστρέφονται. Δυστυχῶς, ἡ σοφία καί ἡ δύναμις τοῦ κόσμου τούτου, κατήντησε, ὥστε οἱ περισσότεροι πού τήν ἐμπιστεύονται, νά εἶναι «ἀναγκεμένοι», νά κοιμοῦνται μέ χάπια. Τουναντίον, ἀδελφοί μου, οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί ἔχουμε πάντοτε «τήν καύση τῆς καρδιᾶς· πηγαίνοντας πρός Ἐμμαούς·» καί τήν βεβαιότητα ὅτι θεωροῦμε ἄχρηστα σκύβαλα τά τερτίπια τῆς Ν.Ἐποχῆς· παραμένοντες στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ.

Σ’ Αὐτόν, ἡ Δόξα, ἡ Δύναμις, ἡ Βασιλεία εἰς τούς αἰῶνας. Ἀμήν.



[1](Mάρκ. 9, 23) καί (Mατθ. 21, 21-22)

[2](Κολασ. 1, 29)

[3](Ματθ.στ’, 14)

[4](Ματθ.στ’, 16)

[5](Ματθ. Στ’, 19)

[6](Α’ Τιμ. 6, 10)

[7](Α’ Τιμ. 6, 9)

[8](Ψαλμ. 61,11)

[9](Παροιμ. 11,28)

[10](Λουκ. 6, 24)