Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

Η Σμύρνη στις φλόγες, του Όμηρου Αριτζή: Η ανεξίτηλη γεωγραφία της μνήμης

Της María Guadalupe Flores Liera
Διηγείται ο Όμηρος Αριτζής πως όταν έκανε την προκαταρκτική έρευνα με σκοπό να συγγράψει τη Σμύρνη στις φλόγες επιχείρησε ένα οδοιπορικό στα «πάτρια εδάφη» του, ακολουθώντας πιστά τις περιγραφές του πατέρα του. Δεν βρήκε ίχνος από το σπίτι ή από το χωριό τους, ούτε από την τρισχιλιόχρονη ελληνική παρουσία στα μικρασιατικά παράλια. Τα πάντα είχαν εξαλειφθεί.
Ο Τούρκος εκδότης ενός προηγούμενου βιβλίου του, που πονηρά είχε σπεύσει να μεταφράσει έργα του και που γνώριζε την περιοχή, προσπάθησε να τον καλοπιάσει λέγοντάς του: «Εσύ είσαι δικός μας». Επισημαίνοντας μάλιστα ότι το επώνυμο του αποδεικνύει τον ισχυρισμό του. Ο Αριτζής ναι μεν αναπήδησε αλλά δεν έχασε την ευκαιρία να απαντήσει ότι δεν είναι παρά η απόδοση στα Τουρκικά του επίθετου του που στα Ελληνικά είναι «Μελάς». Και υπενθύμισε στον αθυρόστομο συνομιλητή του ότι ο πατέρας του έφυγε από εκεί τρέχοντας το 1922 και από θαύμα δεν ήταν μεταξύ των «παράπλευρων απωλειών» της μικρασιατικής καταστροφής.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, ενενήντα χρόνια μετά από τα γεγονότα που σημάδεψαν την καταστροφή της Σμύρνης από την πυρπόληση και από την εξάλειψη του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας από τους Τούρκους, η μνήμη ενός από τους επιζώντες της απερίγραπτης θηριωδίας πήρε μορφή πέρα από τα τοπικά και τα χρονικά όρια και έτσι ο Αριτζής μπόρεσε να καταθέσει την μαρτυρία του.
Ο Νικίας Αριτζής του Θεολόγου και της Πηνελόπης, γεννημένος το 1900 στα Θείρα, νοτιοδυτικά της Σμύρνης, δεν ζει πια, όπως και τα Θείρα (ή Τίρε, στα Τουρκικά, «το χωριό των σύκων», σύμφωνα με την μαρτυρία του συγγραφέα), σβησμένα για πάντα από το χάρτη, κατά διαπίστωση του μικρότερου από τα πέντε παιδιά του.
Εν τούτοις, η ζωή του Νικία παραμένει ανεξίτηλη χάρη στις αφηγήσεις του, τις οποίες κράτησε στο πίσω μέρος του μυαλού του ο γιός του Όμηρος. Σε άλλη γλώσσα, σε άλλο μέρος της γης, αλλά σπαραχτική και τρομακτική όπως τότε, το 1922, όταν έγινε μάρτυρας του ιστορικού γεγονότος που συγκλονίζει ακόμα την ανθρωπότητα.
Ενενήντα χρόνια μετά από τη στιγμή που ο Νικίας ξεριζώθηκε βίαια από τα πάτρια εδάφη του, ο γιός του, ο πολυγραφότατος Έλληνο-μεξικανός ποιητής, συγγραφέας και οικολόγος ακτιβιστής Όμηρος Αριτζής ─πασίγνωστος ως Homero Aridjis─, γεννημένος το 1940 στην κωμόπολη Κοντεπέκ της πολιτείας Μιτσοακάν, στην «γη των ψαράδων» και γενέτειρα της μάνας του, φανερώνει γιατί δεν γεννήθηκε όπου και οι πρόγονοί του, γιατί δεν μιλά την γλώσσα τους και, ως συνέπεια, γιατί αποφάσισε να διεκδικήσει το δικαίωμα στην ελληνική ιθαγένεια σε ώριμη πια ηλικία. Μέσα στο εκτενέστατο γραπτό έργο του Αριτζή ─αναγνωρισμένο, πολυμεταφρασμένο και πολυβραβευμένο─ η αναζήτηση της πατρικής μνήμης και της ελληνικής ρίζας απουσίαζε, ώσπου το 1999 εξέδωσε το αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα La montaña de las mariposas [Το βουνό με τις πεταλούδες].
Αυτή η ενδοσκόπηση φαίνεται να τον οδήγησε να ψάξει όλο και πιο βαθιά στην προσωπική του ιστορία, να ανασκαλίσει τη μνήμη του. Αλλά το θέμα μοιάζει να τον ξεπέρασε τότε και να κατέληξε στο μυθοπλαστικό οδοιπορικό της ανακάλυψης του έρωτα και της ενηλικίωσης του αφηγητή-πρωταγωνιστή εκείνου του μυθιστορήματος. Σε εκείνο το βιβλίο σκιαγραφείται η πατρική φιγούρα.
Όμως οι λίγες σελίδες που αφιέρωσε στον πατέρα του παραμένουν ίσως οι καλύτερες, γιατί συνοψίζουν ένα μυστηριώδες και σχεδόν άγνωστο για τους Μεξικανούς ιστορικό δράμα: Πώς ένα έθνος που άνθησε, μεγαλούργησε και είχε βαθιές ιστορικές ρίζες στη σημερινή Τουρκία, είδε να καταστρέφονται τα ίχνη του ολοσχερώς. Έγραψε εκεί ο Όμηρος Αριτζής: «“Είμαι πολύ μεγάλος για τον εκτοπισμό”, όπως είχε πει ο παππούς του, ο οποίος είχε πια μείνει ολομόναχος στο σπίτι. “Πήγαινε εσύ, που είσαι νέος, εγώ θα μείνω για να πολεμήσω τους τούρκους” […]» (σ. 38). Λόγια που σημαδεύουν την αρχή του οικογενειακού ξεριζωμού και της προσφυγιάς. Ο Νικίας εγκατέλειψε το πατρικό σπίτι για να βοηθήσει την πατρίδα ως στρατιώτης και κατέληξε να σωθεί από τα δόντια του Χάρου.
Ολόκληρα χωριά αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν όχι μόνο το πατρικό τους αλλά και τα πατρογονικά εδάφη τους που, μαζί με την Μεγάλη Ιδέα, κατέρρευσαν κάτω από τις φλόγες που άναψαν οι νεοτούρκοι, προκειμένου να επανιδρύσουν πάνω στα ερείπια και τα πτώματα των Ελλήνων και των Αρμενίων την σύγχρονη Τουρκία. Οι πέντε σελίδες και οι μετρημένες αναφορές που περιγράφουν τον Νικία στο Βουνό με τις πεταλούδες συνοψίζουν και προαναγγέλλουν το έργο που ο Αριτζής εξέδωσε 14 χρόνια αργότερα ─Η Σμύρνη στις φλόγες─ και που ο αναγνώστης μάταια αναζητούσε στις 303 σελίδες του προηγούμενου εκείνου έργου του. Η αφήγηση της ελληνικής τραγωδίας παρέμεινε μετέωρη σε εκείνες τις σελίδες.
Η οδύσσεια του τότε νεαρού στρατιώτη που είδε να καίγεται ο κόσμος του μέχρι να γίνει στάχτη, που κατάφερε να εντοπίσει την υπόλοιπη οικογένεια του στην Μασσαλία και που, από μια τυχαία συνάντηση, αποφασίζει να διασχίσει τη θάλασσα και να αποχαιρετήσει για πάντα την οικογένεια με την οποία είχε ξανασμίξει μόλις, ώστε να ψάξει και να βρει το μέλλον του στο μακρινό Μεξικό, δεν αποτέλεσαν τον πυρήνα της τότε αφήγησης. Ευτυχώς, το θέμα δεν ξεχάστηκε και, παρόλο που, παραδόξως, δεν αποτελεί παρά έμμεσα τον πυρήνα του έργου του Αριτζή, αποτελεί το θέμα ενός συγκλονιστικού αφηγήματος που κυκλοφορεί τώρα πια και στα Ελληνικά.
Για να γράψει τη Σμύρνη στις φλόγες ο συγγραφέας όχι μόνο ανάτρεξε στην οικογενειακή ιστορία, αλλά έκανε μια σε βάθος έρευνα σε ιστορικά και διπλωματικά αρχεία, διάβασε μαρτυρίες, αυτοβιογραφίες, χρονικά, ανταποκρίσεις από ειδικούς απεσταλμένους εφημερίδων της εποχής, έψαξε φωτογραφικό υλικό, έτσι ώστε να καταθέσει όσο περισσότερα αληθινά στοιχεία των συμμετεχόντων στα γεγονότα.
Με αυτό τον τρόπο ο πατέρας του, Νικίας, ξαναζεί και αφηγείται όχι μόνο πια στα παιδιά του αλλά σε ολόκληρο τον ισπανόφωνο κόσμο πώς έζησε τις τελευταίες μέρες της όμορφης, ανεχτικής, κοσμοπολίτικης Σμύρνης. Σεργιανίζει για τελευταία φορά κάθε δρόμο, κάθε γειτονιά και περιγράφει λεπτομερώς τον ανελέητο έφοδο των, μέχρι πριν από λίγο, συμπολίτες του Τούρκους.
Με έντονα χρώματα εξιστορεί πώς κατειλημμένοι από ανεξήγητο μίσος και μπροστά στα μάτια των απαθών ξένων διπλωματών, ανταποκριτών, αξιωματικών, κλπ. που δρούσαν στην παραθαλάσσια αυτή πόλη και μαρτύρησαν αδιάφοροι την εκατόμβη, οι Τούρκοι αποδεικνύονται ικανοί των πιο αποτρόπαιων πράξεων εις βάρος του άμαχου πληθυσμού. Για να καταλήξει ο συγγραφέας: «Σχεδόν εκατό χρόνια μετά από τις θηριωδίες που τα κεμαλικά στρατεύματα διέπραξαν εναντίων των χριστιανικών πληθυσμών· από την παράφρονος πυρομανία τους που μετέτρεψαν σε στάχτη τη Σμύρνη, την “πόλη της ανεκτικότητας”, μαζί με τους κατοίκους της· αντιμέτωπος με το καταστροφικό παραλήρημα που κυρίεψε τους Τούρκους εκείνες τις μέρες του Σεπτέμβρη του 1922, δεν βρίσκω ακόμα τις κατάλληλες λέξεις ώστε να μπορέσω να εξηγήσω στον ίδιο τον εαυτό μου, ή στους άλλους, την τουρκική μικρασιατική γενοκτονία.» (σ. 116. Παρεμπιπτόντως, θύμα της γραφειοκρατίας, αν όχι της περιφρόνησης που αντιμετωπίζουν πολλοί Έλληνες ομογενείς, ο Όμηρος Αριτζής υποχρεώθηκε να περιμένει μια ολόκληρη δεκαετία ώστε να μπορέσει να κυκλοφορήσει στον κόσμο επίσημα και ως Έλληνας πολίτης και να του δοθεί η πολυπόθητη ιθαγένεια, φόρος τιμής στην χώρα προέλευσής του και στον πατέρα του, που αναγκάστηκε να δημιουργήσει μια καινούρια μικρή πατρίδα στο Κοντεπέκ, στο Μεξικό, σε ένα αγρόκτημα που φύτεψε με συκιές για να παλέψει την νοσταλγία. 

Η Σμύρνη στις φλόγες κυκλοφορεί και στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη, σε μετάφραση της Χριστίνας Θεοδωροπούλου. [Homero Aridjis, Esmirna en llamas, colección Letras Mexicanas, edit. Fondo de Cultura Económica, México, 2013, 116 pp.] Limni, 29 junio-26 julio 2016.

Πηγή: Η Σμύρνη στις φλόγες, του Όμηρου Αριτζή: Η ανεξίτηλη γεωγραφία της μνήμης
http://mignatiou.com/2016/08/i-smirni-stis-floges-tou-omirou-aritzi-i-anexitili-geografia-tis-mnimis/