Φωτο:
από το καθολικό της Ι.Μ. Ιβήρων
Ήταν μια φορά και
έναν καιρό ένα θλιμμένο τσοπανόπουλο. Είχε ένα κοπάδι στο βουνό. Κοντά σ’ ένα
πλατάνι ήταν η καλύβα του.
Το χειμώνα την έδερνε το χιόνι και το καλοκαίρι τη
χτυπούσε ο ήλιος. Το πλατάνι και η γάργαρη βρυσούλα δρόσιζαν το
τσοπανόπουλο. Ολημερίς έβοσκε τα πρόβατα του. Το βράδυ διάβαζε κάτι φύλλα. Δεν
ήταν παραμύθια. Ήταν οι προσευχές της μάνας του. Όλη τη νύχτα κοίταζε τ’
αστέρια και αναρωτιόταν αν υπάρχει η αν μπορεί να υπάρξει μέσα του κάποιο
αστέρι, κάποιο φως. Θα μπορούσε άραγε να γίνει φως και αν ο Θεός που είναι φως
δίνει το φως, πως το τσοπανόπουλο ήταν ακόμη θλιμμένο;