Έντονο προβληματισμό προκάλεσε στη διεθνή κοινή γνώμη η αναγγελία σχεδίου διάνοιξης διώρυγας στην Κωνσταντινούπολη από τον πρωθυπουργό της Τουρκίας. Η υλοποίηση του εν λόγω σχεδίου, το οποίο θα παρακάμπτει τα στενά του Βοσπόρου. έχει περίπλοκες προεκτάσεις για το διεθνές καθεστώς των Στενών και αφορά άμεσα τις χώρες της περιοχής. Πριν από λίγες μέρες ο ισλαμιστής πρωθυπουργός της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Έρντογαν ανήγγειλε τις προθέσεις του για την κατασκευή διώρυγας στον ευρωπαϊκό τομέα του Νομού Κωνσταντινουπόλεως. Η εν λόγω διώρυγα θα ενώνει τον Εύξεινο Πόντο με την Προποντίδα, προσφέροντας μια εναλλακτική οδό για τα δεξαμενόπλοια και τα φορτηγά πλοία που διέρχονται από το Βόσπορο. Το σχέδιο διάνοιξης της διώρυγας, το οποία δεν υπολείπεται τίποτα των σύγχρονων υπερκατασκευών που υλοποιούνται στις πλούσιες χώρες του Περσικού Κόλπου, θα έχει μήκος δεκάδων χιλιομέτρων. Η κατασκευή της θα διαρκέσει περίπου μία δεκαετία και θα δαπανηθούν τουλάχιστον 10 δις. δολάρια. Η ακριβής τοποθεσία κατασκευής της διώρυγας δεν έχει οριστεί ακόμη, καθώς οι σχετικές μελέτες για την κατασκευή της αναμένεται να ολοκληρωθούν σε δύο χρόνια. Η αναγγελία των προθέσεων της ισλαμικής κυβέρνησης της Τουρκίας να κατασκευάσει την εν λόγω διώρυγα έχει περιβαλλοντικές, οικονομικές, πολιτικές και κυρίως νομικές προεκτάσεις. Η κατασκευή της διώρυγας θα έχει βαριές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, καθώς η ανθρώπινη παρέμβαση θα ανατρέψει ισορροπίες αιώνων. Αρκεί να αναφέρει κανείς ότι με το χώμα που θα προκύψει από τη διάνοιξη, η ισλαμική κυβέρνηση σχεδιάζει να κατασκευάσει ακόμη και τεχνητά νησιά στην Προποντίδα, το οικοσύστημα της οποίας είναι ήδη επιβαρυμένο, κυρίως λόγω των έργων «ανάπλασης» στην περιοχή. Πολλοί είναι άλλωστε εκείνοι που θα προτιμούσαν να πραγματοποιηθεί η διάνοιξή της, σε περίπτωση που αυτό κριθεί απολύτως απαραίτητο, στον Κόλπο της Νικομήδειας, στην ασιατική ακτή, χωρίς αυτό να σημαίνει πως το εν λόγω σενάριο είναι λιγότερο επιζήμιο για το περιβάλλον. Το σχέδιο του Έρντογαν έχει επίσης οικονομικές προεκτάσεις. Η διάνοιξη της διώρυγας αυτή καθεαυτή συνεπάγεται μια τεράστια οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα απασχολήσει σημαντικό εργατικό δυναμικό για μία δεκαετία. Η ισλαμική κυβέρνηση, δηλαδή, σχεδιάζει μία τεράστια επένδυση στην Ανατολική Θράκη για την οποία πρέπει να εξασφαλίσει πόρους. Οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι εξέφρασαν την πεποίθησή τους ότι με τον τρόπο αυτό θα εισρεύσει ξένο κεφάλαιο στη χώρα, το οποίο, βάσει της οικονομικής κρίσης που ταλανίζει τη Δύση, εκτιμούμαι ότι θα προέλθει μάλλον από την Ανατολή. Εξάλλου, όπως σε κάθε επένδυση, και στην περίπτωση της κατασκευής της εν λόγω διώρυγας στόχος είναι επίσης το κέρδος. Η χρήση όμως της εν λόγω διώρυγας, όταν κατασκευαστεί, δεν μπορεί παρά να είναι προαιρετική. Ανακύπτουν συνεπώς τεράστια πολιτικά και νομικά ζητήματα τα οποία αφορούν άμεσα τη χώρα μας. Η διέλευση από μια τέτοια διώρυγα, η οποία εφόσον κατασκευάζεται με ίδιους πόρους, θα υπόκειται στην εθνική νομοθεσία. Θα ελέγχετε δηλαδή από την Τουρκία. Η διώρυγα όμως στοχεύει να αποτελέσει εναλλακτική οδό στα Στενά του Βοσπόρου, τα οποία σύμφωνα με τις τουρκικές κυβερνήσεις απειλούνται καθημερινώς από τη διέλευση δεξαμενόπλοιων που μεταφέρουν υδρογονάνθρακες. Με αφορμή την εν λόγω απειλή, οι τουρκικές αρχές πριν από μια δεκαετία προχώρησαν παρανόμως στην επιβολή ενός κανονισμού διέλευσης από τα Στενά. Ωστόσο, το ισχύον καθεστώς των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, όπως αυτό καθορίζεται από τη Συνθήκη του Μοντρέ το 1936, διασφαλίζει την αβλαβή διέλευση από τα Στενά. Συνεπώς, ούτε η χρήση των Στενών μπορεί να περιοριστεί, ούτε η χρήση της διώρυγας μπορεί να επιβληθεί. Το σχέδιο για την κατασκευή της διώρυγας όμως δεν είναι άμοιρο γεωστρατηγικών υπολογισμών. Η ισλαμική κυβέρνηση θα επιχειρήσει να αποσπάσει μια πολιτική απόφαση από τις υπερδυνάμεις, κυρίως τη Ρωσία, για τη χρήση της διώρυγας, η οποία είναι προαιρετική. Μία συμφωνία για τη χρήση της διώρυγας, όμως, φαίνεται ότι δε λειτουργεί παρά ως όχημα για την αλλαγή του καθεστώτος των Στενών. Κατασκευάζοντας τη διώρυγα και αποσπώντας τη δέσμευση για τη χρήση τής, η Άγκυρα, προφανώς, στοχεύει στην «αυτόβουλη» παραίτηση της διεθνούς κοινότητας από τη χρήση των Στενών στο διάστημα που θα ακολουθήσει. Επειδή η τουρκική τακτική της επιβολής τετελεσμένων δεν μας είναι άγνωστη, και με αφορμή τις ανησυχητικές δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων περί της ακαταλληλότητας της περιόδου που διανύουμε για τη χάραξη της ΑΟΖ μας, εμείς θα επισημάνουμε κάποια ζητήματα. Καταρχάς, να σημειώσουμε ότι η χώρα μας έχει ιστορικούς, πολιτικούς, οικονομικούς και άλλους λόγους να προασπίζεται τα συμφέροντά της τόσο στην Προποντίδα όσο και στον Εύξεινο Πόντο. Εξάλλου, οι μεταβολές που προσπαθεί να επιβάλλει η Άγκυρα με τη δικαιολογία της κυκλοφοριακής αποσυμφόρησης του Βοσπόρου, θα μεταφέρουν το πρόβλημα στα Δαρδανέλια με κίνδυνο ατυχημάτων στο Αιγαίο, τα οποία θα αποβούν μοιραία τόσο για την ελληνική γη όσο και για την πολλά υποσχόμενη «βαριά βιομηχανία» μας (τουριστικός τομέας).
Δεύτερον, η Συνθήκη του Μοντρέ του 1936, η οποία παρέχει ευρύτερα δικαιώματα και αρμοδιότητες στην Τουρκία απ’ ό,τι παρέχει το ισχύον Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας (1982) στο θέμα των Στενών, το οποίο δεν έχει υιοθετήσει ακόμη η Άγκυρα, έχει λήξει εδώ κι αρκετές δεκαετίες χωρίς όμως να το έχει καταγγείλει κανείς. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα έπρεπε η διεθνής κοινότητα να είχε επικαλεστεί την επαναφορά του πιο φιλελεύθερου καθεστώτος για τα Στενά που είχε οριστεί στη Λωζάννη το 1923. Εναλλακτικά, η σύγκληση μιας νέας διάσκεψης θα καθόριζε τη συνέχιση ή τη μεταβολή του καθεστώτος των Στενών. Το γεγονός ότι η Συνθήκη του Μοντρέ παραμένει εκ των πραγμάτων σε ισχύ οφείλεται, όπως δηλώνουν και έμπειροι τούρκοι νομικοί, στις ευαίσθητες ισορροπίες ασφάλειας μεταξύ των παράκτιων κρατών του Εύξεινου Πόντου, με κυριότερη τη Ρωσία, της Δύσης και της ίδιας της Τουρκίας, η οποία φαίνεται να τις εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η ευνοϊκή αυτή κατάσταση για την Τουρκία θα μπορούσε να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή, εξαιτίας της αλλαγής που μπορεί να επέλθει στις διεθνείς ισορροπίες (Ανατολή και Δύση). Το μεγαλεπήβολο σχέδιο διάνοιξης διώρυγας που προωθεί η ισλαμική κυβέρνηση ΑΚΡ, εμφανίζεται σε μια στιγμή που η κατασκευή αγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου συνεχίζεται με φρενήρεις ρυθμούς. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η μεταφορά υδρογονανθράκων από τα Στενά θα μειωθεί στο άμεσο μέλλον. Το γεγονός αυτό μας κάνει να πιστέψουμε ότι τα κίνητρα της τουρκικής διπλωματίας στοχεύουν στην αύξηση της ισχύος της στα Στενά, πράγμα που θα την παρέχει ακόμη ένα μοχλό πίεσης στα παράκτια κράτη. Το εν λόγω σενάριο μπορεί να ανατραπεί μόνο με την έμπρακτη και ορθολογική προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων στην ευρύτερη περιοχή.
Κ. Βοσπορίτης, ο νεώτερος
http://www.strategyreport.gr/?p=10739