Ἐδῶ, σ᾽ αὐτὸ τὸ βουνὸ ποὺ μένω, μακριὰ ἀπὸ τοὺς θορύβους
καὶ τὶς ἀλαζονίες τοῦ κόσμου, πολλὰ ἤκουσα. Ἔσφιγξα τὴν καρδιά μου καὶ ἐσιώπησα.
Γκρεμίζονται ἐκκλησίες καὶ κτίζονται τζαμιά! Ἔστω ὅτι ἀρέσκονται οἱ κρατοῦντες
καὶ στὸ ἰσλαμικὸ πιστεύω. Δὲν εἴχανε νὰ διαθέσουν ἕνα κομμάτι γῆς νὰκτίσουνε
τζαμί; Οἱ πρόγονοί μας, καὶ παλιὰ καὶ πρόσφατα, δὲν ἤθελαν νὰ βλέπουνε μιναρέ.
Τοὺς θύμιζε ψεύτικες δοξασίες γιὰ τὸν Θεό.
Τοὺς θύμιζε σκλαβιὰ πικρὴ καὶ δύσκολη. Φαίνεται ὅτι
ἀλλοτριωθήκαμε κι ἀντὶ τὰπαιδιά μας νὰ μεγαλώνουν κάτω ἀπὸ τὰκαμπαναριὰ τῶν
ἐκκλησιῶν, θὰ τρέφονται στὴν σκιὰ τῶν τζαμιῶν. Ποτὲ δὲν θὰ ξεχάσω ὅτι γεννήθηκα
καὶ ἀνατράφηκα στὴν σκιὰ τῶν αἰγαιοπελαγίτικων καμπαναριῶν.