Θέλω να δω το ωραίο σου πρόσωπο και το χαμόγελο, που πάνω του
σκάλωναν οι λύπες και περνούσαν στη λήθη.
Θέλω να μην μοιάζουν τα μάτια σου ορφανά, ψάχνοντας διαφυγή
απ'αυτό το άχαρο (και άχρηστο;) πανί που τα απειλεί.
Θέλω να σε ακουμπήσω, αδελφέ, να νιώσω τον τρόπο σου να αγαπάς, να
γελάς, να προσεύχεσαι.