Μνησικακία σημαίνει κατάληξη του θυμού, φύλακας των
αμαρτημάτων, μίσος της δικαιοσύνης, απώλεια των αρετών, δηλητήριο της ψυχής,
σαράκι του νου, ντροπή της προσευχής, εκκοπή της δεήσεως, αποξένωση της αγάπης,
καρφί μπηγμένο στην ψυχή, αίσθηση δυσάρεστη που αγαπιέται μέσα στη γλυκύτητα
της πικρίας της, συνεχής αμαρτία, ανύστακτη παρανομία, διαρκής κακία.
Όποιος κατέπαυσε την οργή, αυτός φόνευσε τη μνησικακία,
διότι για να γεννηθούν τέκνα πρέπει να ζει ο πατέρας. Όποιος απέκτησε την αγάπη, έγινε ξένος της οργής. Εκείνος
όμως που διατηρεί την έχθρα, συσσωρεύει στον εαυτό του άσκοπα ενοχλητικά βάρη.