Επτακόσια περίπου
χρόνια μετά την γέννηση του Χριστού, ήταν ένας ερημίτης Αθηναίος, σοφός στα
γράμματα, και στην αρετή σοφότερος.
Το ονομά του ήταν Αιγίδιος, και μετά τον θάνατο των
γονέων του, μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και αναχώρησε για
προσκύνημα στους Αγίους Τόπους.
Εκεί απήλθε στα ενδότερα μέρη της ερήμου σε έναν τόπο
άβατο και απόκρυφο, όπου βρήκε ένα σπήλαιο με μια πηγή ωραιότατη και λίγα
δένδρα.
Στην ησυχία λοιπόν του τόπου εκείνου έμεινε και ασκήτευε
τρεφόμενος, κατά Θεία Οικονομία, από το γάλα μίας ελαφίνας και άγρια χόρτα.
Κοντά σ’ εκείνα τα μέρη σ’ ένα κάστρο ήταν ένας
διδάσκαλος που στο λογισμό του ο μισόκαλος, είχε σπείρει ζιζάνια και είχε
αμφιβολία για την Παρθενία της Υπεραγίας Θεοτόκου.