Όταν σε κάποιον μπει μια επιθυμία, από την ώρα εκείνη δεν μπορεί να ησυχάσει. Αφήνει τον Θεό και ασχολείται με την επιθυμία του. Μπορεί η επιθυμία να είναι και “πνευματική”, όμως παραμένει εμπόδιο για να ενωθεί με τον Θεό.
Επιθυμεί κάποιος να γίνει μοναχός. Και αυτή η επιθυμία του τον κάνει να ψάχνει μοναστήρια, γέροντες. Δεν έχει ησυχία. Φαινομενικά ασχολείται με κάτι το σωτήριο και πνευματικό, όμως τελικά απομακρύνεται από τον Θεό. Δεν ασχολείται με τον Θεό, αλλά με το πώς και πού και πότε θα γίνει μοναχός.