«Εἶναι χαρακτηριστικό ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὄχι μόνο στήν ἀρχή τῆς πνευματικῆς μας ζωῆς βάζει τόν Σταυρό, στό ὕδωρ τοῦ βαπτίσματος – καθαγιάζεται μέ τίς εὐχές ἀλλά καί μέ τήν σταυρική εὐλογία τοῦ Ἱερέα -, ὄχι μόνο ὅλα τά μυστήρια τά ἁγιάζει μέ τή σταυρική εὐλογία τοῦ Ἱερέα, ἀλλά καί τό τέλος τῆς ζωῆς μας τό ἐπισφραγίζει πάλι μέ τόν Σταυρό. Πάνω ἀπό τούς τάφους μας τοποθετεῖται Σταυρός, ἀκριβῶς σάν μιά ἐξαγγελία τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, ἡ ὁποία ἐπετεύχθη μέ τή σταυρική θυσία τοῦ Κυρίου. Ὅταν βλέπη κανείς πάνω ἀπόν τάφο τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά σά νά βλέπη μία σάλπιγγα, ἡ ὁποία νά διαγγέλλη τήν ἀνάστασι τῶν νεκρῶν καί τήν ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος. “Χριστὸς σταυρωθεὶς ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο ”, λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Α΄ Κορ. 15, 20)
Τό μικρό αὐτό κείμενο
τοῦ (+) π. Ἐπιφανίου Θεοδωρόπουλου ὑπάρχει στό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμνδρίτου Ἰωάννου
Κοστώφ (Φυσικοῦ) «Ἡ ὕπαρξη τῆς ψυχῆς». Ἐκδόσεις «Ὑπακοή».