“Μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρός ἑσπέραν ἤδη ἡ ἡμέρα…”

☦ Ἀπολυτίκιον Ἀναστάσιμον, Ἦχος πλ. α’“Τὸν συνάναρχον Λόγον”

Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Η ελεημοσύνη του πλουσίου (Γεροντικό)

Κάποιος πλούσιος χριστιανός επισκέφτηκε κάποτε έναν Ερημίτη και φεύγοντας, του πρόσφερε ένα γερό φιλοδώρημα. Εκείνος όμως με κανένα τρόπο δεν ήθελε να το δεχθεί.

«Πορευόμενοι…»

Ὁ ἄνθρωπος πορεύεται. Αὐτὴ εἶναι ἡ ζωή του. Πορεία. «Ἐξ ὠδίνων μέχρι ταφῆς» (Θεοδωρήτου, Ἑρμηνεία τοῦ ριη΄ Ψαλμοῦ, PG 80, 1824)· ἀπὸ τὸν ἐπώδυνο τοκετὸ μέχρι τὸν ἐνταφιασμό του. Ποῦ πορεύεται; Μυστήριο. Πῶς πορεύεται; Τὸ μεγάλο πρόβλημα.
Στὸ πρῶτο ἐρώτημα, στὸ «ποῦ πορεύεται;», ἡ σύγχυση εἶναι ἀμέτρητη. Στὸ δεύτερο, τὸ «πῶς πορεύεται;», ἡ ἀπάντηση εἶναι ἐπώδυνη.

Το τελευταίο Πάσχα του Αγίου Παΐσιου(1994)

Του Ἀρχιμ. Ἀρσενίου Κατερέλου
Τώρα, όσον άφορα στον Γέροντα Παΐσιο, με αφορμή την Θεολογική Σχολή, ιδιαίτερα κατά την περίοδο 93-94, πήγαινα τακτικά στην Σουρωτή και έκανα αρκετές, τότε, ακολουθίες, Λειτουργίες, κλπ.
Θυμάμαι ότι, όταν κάναμε ένα Ευχέλαιο και την ώρα πού ή άναξιότης μου θα έχριε τον Γέροντα Παΐσιο, εκείνος, λόγω της ιεροσύνης μου και της ταπείνωσης του, βέβαια, έσκυψε και φίλησε το αμαρτωλό χέρι μου. Εγώ τότε, κοκκίνισα, τάχασα, και ό μόνος τρόπος πού μπορούσα νομίμως να αντιδράσω ήταν κι εγώ, αυθόρμητα, να πάρω την ιδική του ευχή, γιατί είχα μπροστά μου έναν Άγιο, και να ασπασθώ κι εγώ, ταυτόχρονα, το δικό του χέρι. Με την κίνηση, όμως, πού έκανα για να φθάσω και να ασπασθώ το δικό του χέρι, έγινε μία σύγκρουσης κεφαλιών...!