Είναι δύσκολο να
αντιληφθεί κάποιος πώς μπορεί η Ελλάδα να σηκώσει κεφάλι, να παράξει ανάπτυξη
και να επιστρέψει στον δρόμο της δημοσιονομικής σταθερότητας με τα μεσοαστικά
στρώματα βίαια συμπιεσμένα προς τη βάση της κοινωνικής κλίμακας.
Και για να προλάβω τις όποιες παρερμηνείες, δεν...προσεγγίζω επιλεκτικά τις κοινωνικές τάξεις. Αλλά η συμπίεση
των μεσοαστών θα επηρεάσει και τα πλατιά μικρομεσαία στρώματα, που αντιστοίχως
θα οδηγηθούν προς την οικονομική φτωχοποίηση και την ιδεολογική
ριζοσπαστικοποίηση που φέρνει εγγύτερα ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας προς το
λούμπεν των πολιτικών άκρων, ένθεν κακείθεν του εγχώριου πολιτικού φάσματος. Η
μεσαία τάξη είναι η ραχοκοκαλιά του δυτικού κοινωνικοπολιτικού παραδείγματος.
Αυτή είναι που παράγει κατανάλωση ώστε να κινηθεί η αγορά,
από εκείνη προέρχονται οι ήπιες πολιτικές επιλογές, είναι ο φορέας των σταθερών
κοινωνικών δομών και ο κομβικός μοχλός ανάταξης σε καιρούς δύσκολους και
χαλεπούς. Αντιθέτως, στα τριτοκοσμικά κράτη των κεκαλυμμένων ολιγαρχιών και των
αυταρχικών δεσποτειών η μεσαία τάξη δεν υφίσταται. Υπάρχει μόνο μια μικρή
ομάδα «εκλεκτών» που ζει με άνεση, ενώ η πλειονότητα βιώνει συνθήκες φτώχειας,
εξαθλίωσης και ιδεολογικοπολιτικής αποσύνθεσης.
Τα κράτη αυτά τα συναντούμε στο υποσύστημα της υποσαχάριας
Αφρικής, αποτελούν το κύριο κοινωνικό μοντέλο στο εσωτερικό του ισλαμικού
κόσμου, μορφοποιούν τα δεδομένα στην κεντρική Ασία, ενώ παλαιότερα αποτελούσαν
το κυρίαρχο παράδειγμα στο εσωτερικό του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Η Ελλάδα όμως τι δουλειά έχει με όλα τα παραπάνω
παραδείγματα και, κυρίως, πώς είναι δυνατόν έστω και να συζητούνται προτάσεις
φορολόγησης που όχι μόνο δεν αντιστοιχούν σε συγκεκριμένες προοπτικές εξόδου
από την κρίση αλλά επιτείνουν το πρόβλημα, καθιστώντας την πατρίδα μας μέρος
του Τρίτου Κόσμου και εμάς πολίτες ενός αναπτυσσόμενου κράτους;
Ο πρωθυπουργός ορθολογικά διέψευσε τις ανορθολογικές
λογιστικές φόρμουλες περί φορολογίας των μεσαίων στρωμάτων σε ποσοστό 45%.
Ο άνθρωπος είναι ένας έμβιος μηχανισμός που συγκροτείται από αισθήματα,
ανάγκες, λογικά και μεταφυσικά δεδομένα. Δεν έχει καμία σχέση με τους
αριθμούς, κυρίως όταν αυτοί περιορίζουν πλέον καταλυτικά όχι μόνο το ευ ζην
αλλά και το ζην του. Κι αυτό η πολιτική οφείλει να το υπενθυμίζει διαρκώς
στις λογιστικές γενικεύσεις. Ενώ η λογιστική καταφεύγει στη διαίρεση, η
πολιτική χειρίζεται τη σύνθεση.
Η πολιτική, αντιθέτως με τη λογιστική, μπορεί να
κατανοήσει ότι, αν οι κεντρικές επιλογές εξόδου από τη λύση είναι ισοπεδωτικές
για το σύνολο της κοινωνίας, τότε το κράτος που θα αναδυθεί θα θυμίζει τα χωριά
Ποτέμκιν και όχι μια στέρεη αστική φιλελεύθερη δημοκρατία.
Η λογιστική, αντιθέτως με την πολιτική, δεν έχει συναίσθηση του τι προτείνει, ούτε ασφαλώς κατανοεί ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκες, επιθυμίες και το αναφαίρετο δικαίωμα στη ζωή και τη δημιουργία. Υπηρετεί τους αριθμούς που ούτε ματώνουν ούτε δακρύζουν ούτε πονάνε, αλλά αποτελούν εργαλείο άσκησης πολιτικής και σε καμία περίπτωση τον πυρήνα της πολιτικής αυτής καθαυτής. Γι’ αυτό και η πολιτική είναι ασύμβατη με τα θεωρήματα και τις εφαρμογές της λογιστικής. Τόσο οι εξελίξεις στο εσωτερικό του πρόσφατου Eurogroup όσο και οι γενικότερες τάσεις που επικρατούν σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο αναδεικνύουν την αναγκαιότητα υιοθέτησης ουσιαστικών πολιτικών εφαρμογών αντί επιφανειακών λογιστικών προσεγγίσεων που είναι καταδικασμένες να χρεοκοπήσουν στην επόμενη ιστορική καμπή. Η πολιτική πρέπει να καταστήσει σαφές στη λογιστική ότι το σύγχρονο παράδειγμα διακυβέρνησης προάγει το αναπτυξιακό σύστημα φορολόγησης αντί του εισπρακτικού, ώστε να μπορέσει το κράτος να συνεχίσει να παράγει ανάπτυξη υπέρ των πολιτών του και όχι απλώς να επιβιώνει εις βάρος αυτών.
Μόνο με τη μεσαία τάξη ζωντανή και παραγωγικά ακμαία η Ελλάδα θα καταφέρει να σταθεί ξανά στα πόδια της. Σε αντίθετη περίπτωση η Ελλάδα κατέρχεται ιδία βουλήσει στον Τρίτο Κόσμο, με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει για το έμψυχο παρόν και μέλλον αυτού του πολύπαθου τόπου.
Η λογιστική, αντιθέτως με την πολιτική, δεν έχει συναίσθηση του τι προτείνει, ούτε ασφαλώς κατανοεί ότι οι άνθρωποι έχουν ανάγκες, επιθυμίες και το αναφαίρετο δικαίωμα στη ζωή και τη δημιουργία. Υπηρετεί τους αριθμούς που ούτε ματώνουν ούτε δακρύζουν ούτε πονάνε, αλλά αποτελούν εργαλείο άσκησης πολιτικής και σε καμία περίπτωση τον πυρήνα της πολιτικής αυτής καθαυτής. Γι’ αυτό και η πολιτική είναι ασύμβατη με τα θεωρήματα και τις εφαρμογές της λογιστικής. Τόσο οι εξελίξεις στο εσωτερικό του πρόσφατου Eurogroup όσο και οι γενικότερες τάσεις που επικρατούν σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο αναδεικνύουν την αναγκαιότητα υιοθέτησης ουσιαστικών πολιτικών εφαρμογών αντί επιφανειακών λογιστικών προσεγγίσεων που είναι καταδικασμένες να χρεοκοπήσουν στην επόμενη ιστορική καμπή. Η πολιτική πρέπει να καταστήσει σαφές στη λογιστική ότι το σύγχρονο παράδειγμα διακυβέρνησης προάγει το αναπτυξιακό σύστημα φορολόγησης αντί του εισπρακτικού, ώστε να μπορέσει το κράτος να συνεχίσει να παράγει ανάπτυξη υπέρ των πολιτών του και όχι απλώς να επιβιώνει εις βάρος αυτών.
Μόνο με τη μεσαία τάξη ζωντανή και παραγωγικά ακμαία η Ελλάδα θα καταφέρει να σταθεί ξανά στα πόδια της. Σε αντίθετη περίπτωση η Ελλάδα κατέρχεται ιδία βουλήσει στον Τρίτο Κόσμο, με ό,τι κι αν αυτό σημαίνει για το έμψυχο παρόν και μέλλον αυτού του πολύπαθου τόπου.
http://24gr.blogspot.com