Για υπεραισιοδοξία που πάσχει από επιχειρήματα και για
success story που ακούγεται ολοένα και περισσότερο αλλά δεν δικαιολογείται επ’
ουδενί, κάνει λόγο ο Guardian σε σημερινό δημοσίευμα του οικονομικού αναλυτή
Aditya Chakrabortty με τίτλο «Οι συζητήσεις περί ανάκαμψης είναι πρόωρες - και
γίνονται για να δικαιολογήσουν την λιτότητα».
«Τραπεζίτες και πολιτικοί προσπαθούν να πείσουν τον κόσμο
ότι η Ελλάδα ανακάμπτει – ωστόσο αυτή η προσπάθεια “πουσαρίσματος” γίνεται για
να δικαιολογηθεί η θεραπεία-σοκ που επέβαλε η Ευρωζώνη» τονίζει η βρετανική
εφημερίδα, ο οποίο χαρακτηρίζει την Ελλάδα το πρώτο ντόμινο που έπεσε στην
ευρωπαϊκή κρίση...., «το οποίο αν και επίσημα πτωχευμένο
κρατήθηκε ζωντανό χάρη στα εκατοντάδες δισεκατομμύρια του ΔΝΤ και της Ευρώπης
με αποτέλεσμα να επιβληθούν στους Έλληνες πολίτες σκληρά μέτρα».
Όπως τονίζει ο αρθρογράφος της Guardian, «ο
πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς κάνει πλέον λόγο για το ελληνικό success
story. το αφεντικό της κεντρικής τράπεζας υποστηρίζει πως η Ελλάδα έχει
επανέλθει στο σωστό δρόμο. Ο ελληνικός Τύπος και μέρος του διεθνούς γνέφουν
καταφατικά, ενώ οι κάτοχοι ελληνικών ή ευρωπαϊκών επενδυτικών αγαθών αναφωνούν:
ξεχάστε το Grexit και καλωσορίστε την Greecovery».
Ο ίδιος, ωστόσο, χαρακτηρίζει ανόητη τη συγκεκριμένη
οπτική και υπογραμμίζει ότι διατηρεί τις αμφιβολίες του: «Οι ενθουσιώδεις
υποστηρικτές της ανάκαμψης πάσχουν από επιχειρήματα. Κανείς δεν αμφισβητεί
σοβαρά ότι η οικονομία της χώρας εξακολουθεί να νοσεί βαριά. Η Ελλάδα το 2014
θα βρεθεί για έβδομη συνεχή χρονιά σε τροχιά ύφεσης με πάνω από ένας στους
τέσσερις Έλληνες να είναι χωρίς δουλειά. Το κράτος πρόνοιας καταρρέει, το ίδιο
και οι δημόσιες υπηρεσίες, ενώ οι μισθοί έχουν πιάσει πάτο».
Κλείνοντας το δημοσίευμα, ο Guardian αναφέρει πως το
γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι διατήρησαν την Ελλάδα στο ευρώ, δημιούργησε μια
επιφανειακή οικονομική σταθερότητα την ώρα που η οικονομία παραμένει κατατονική
και η κοινωνία των πολιτών είναι σε κρίση: «Όλο αυτό το “σπρώξιμο” ισοδυναμεί
με τη σύγχρονη εκδοχή του “η εγχείρηση ήταν επιτυχής, τι κρίμα που πέθανε ο ασθενής”».