Γράφει ὁ π. Γεώργιος Δορμπαράκης
Δὲν προλάβαμε νὰ σταματήσουμε τὶς δοξολογίες γιὰ τὴν
Ὑπεραγία Θεοτόκο τοῦ μηνὸς Αὐγούστου - μήνας ποὺ καταγαύζεται, ὅπως
ὅλοι γνωρίζουμε, ἀπὸ τὴν Κοίμησή της, ἀλλὰ καὶ τὴν κατάθεση τῆς τιμίας ζώνης
της - καὶ ξεκινᾶμε νέους πανηγυρισμούς, ἐπὶ τὴ ἑορτὴ τῶν Γενεθλίων της. Ἀλλὰ ἡ
Ἐκκλησία μας δὲν παύει ποτὲ νὰ ἑορτάζει τὴν Μητέρα τοῦ Κυρίου, σὲ καθημερινὴ
μάλιστα βάση, ἀφοῦ ὅλοι οἱ ὕμνοι τῆς ἐπιστεγάζονται ἀπὸ τὰ τροπάρια γι’ αὐτήν,
τὰ γνωστὰ «Θεοτοκία», ὅπως καὶ ὅλες οἱ μεγάλες ἑορτὲς τῶν ἁγίων μας ἔχουν ὡς σημαιοφόρο
τοὺς κανόνες γι’ αὐτήν. Καὶ εὐλόγως: ἡ Παναγία ἀποτελεῖ τύπο τῆς
Ἐκκλησίας, διότι ὅπως Ἐκείνη γέννησε τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπο,
ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία γεννᾶ τὸν Χριστὸ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὄχι μόνο λοιπὸν
στὶς Θεομητορικὲς ἑορτές, ἀλλὰ σὲ ὅλες τὶς ἑορτὲς καὶ πάντα, ἡ Παναγία ἔχει τὴν
πρώτη θέση. Τί συγκεκριμένα προβάλλει ὅμως ἡ σημερινὴ ἑορτή, ὥστε νὰ
διαφοροποιεῖται αὐτὴ ἀπὸ τὶς ἄλλες τῆς Παναγίας;
1. Καταρχᾶς, θὰ πρέπει νὰ ἐξηγήσουμε κάτι ποὺ φαίνεται ὡς
ἀντίφαση καὶ ποὺ ἔχει τονιστεῖ βεβαίως πολλὲς φορές: ἡ χριστιανικὴ ὀρθόδοξη
πίστη δὲν προβάλλει τὰ γενέθλια ἑνὸς ἀνθρώπου ὡς ἡμέρα ἑορτῆς, ἀλλὰ τὴν ἡμέρα
ποὺ ἑορτάζει ὁ ἅγιός του. Πῶς λοιπὸν ἐδῶ ἔχουμε ἑορτὴ Γενεθλίων, ὅπως τὸ ἴδιο
συμβαίνει καὶ μὲ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο; Ἡ ἐξήγηση δὲν εἶναι δύσκολη. Τὰ
γενέθλια ἑνὸς ἀνθρώπου, ἡ ἡμέρα τοῦ ἐρχομοῦ του στὸν κόσμο λειτουργεῖ στὸ
ἐπίπεδο μίας ὁριζόντιας πορείας ἁπλῶς τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία στὴν πραγματικότητα
τροφοδοτεῖ τὸν θάνατο. Ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται στὸν....κόσμο μέσα
σὲ πλαίσια φθορᾶς καὶ γνωρίζει ὅτι τὸ τέλος τοῦ εἶναι ὁ θάνατος. Τί νὰ
γιορτάσει λοιπόν; Ἡ ἡμέρα ὅμως ποὺ ἑορτάζει ὁ ἅγιος ἑνὸς ἀνθρώπου, αὐτὸς τοῦ
ὁποίου φέρει τὸ ὄνομα, ἢ ἔστω ἡ ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του, ὡς ἡμέρα ἐντάξεώς του
στὸ ζωντανὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία, ὡς μέλος αὐτοῦ, αὐτὸ συνιστᾶ τὴν
ἀνάμνηση τῆς χάρης ἐκ Θεοῦ ποὺ δέχτηκε, συνεπῶς τὴν ἀπαρχὴ τῆς σωτηρίας του. Ἂν
κάτι ἑορτάζεται στὴν Ἐκκλησία εἶναι γιατί ἔχει πάντοτε σωτηριολογικὸ χαρακτήρα.
Ἀπὸ τὴν ἄποψη αὐτή, εἶναι ἡλίου φαεινότερο γιατί ἡ Ἐκκλησία μᾶς ἑορτάζει τὰ
Γενέθλια της Παναγίας ἢ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου: τότε ἔρχονται στὸν
κόσμο ἐκεῖνοι ποὺ κατεξοχὴν συνεργοῦν στὸν ἐρχομὸ τοῦ Χριστοῦ καὶ συνεπῶς στὴ
σωτηρία τοῦ κόσμου. «Ἡ Γέννησίς σου, Θεοτόκε, χαρὰν ἐμήνυσε πάση τὴ οἰκουμένη.
Ἔκ σοὺ γὰρ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἠμῶν».
2. Κι ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς αὐτό, δηλαδὴ ἡ σύνδεση τῆς
Γεννήσεως τῆς Παναγίας μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, εἶναι ἐκεῖνο ποὺ κατεξοχὴν
ἐξαγγέλλει ἡ ἑορτή. Δὲν προβάλλεται ἡ Παναγία μᾶς καθεαυτὴν ὡς
ἄνθρωπος. Ποτὲ κανεὶς ἄνθρωπος ἀπὸ μόνος του, ὅσο σπουδαῖος κι ἂν εἶναι, δὲν
μπορεῖ νὰ βοηθήσει οὐσιαστικά τους ἀνθρώπους: ὅλοι ἐνεργοῦν καὶ ὑπάρχουν μέσα
στὰ πλαίσια τῆς φθορᾶς, ὅπως εἴπαμε, καὶ τοῦ θανάτου. Ἡ Παναγία ἔρχεται στὸν
κόσμο μέσα στὸ θεῖο σχέδιο σωτηρίας τοῦ κόσμου ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν θάνατο:
εἶναι ἡ προορισθεῖσα ἐκ πασῶν τῶν γενεῶν νὰ γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ, παραμένοντας
Παρθένος κόρη, ὅπως διαλαλοῦν οἱ ὕμνοι τῆς ἑορτῆς της. Εἶναι ἐκείνη ποὺ ὁ
ἐρχομός της, ὡς προαναγγελία τοῦ Σωτήρα τοῦ κόσμου Χριστοῦ, εἶχε προφητευθεῖ μὲ
φωτισμὸ Θεοῦ ἀπὸ τοὺς προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης: εἴτε ὡς κλίμαξ τοῦ Ἰακὼβ
εἴτε ὡς στάμνος καὶ μάννα εἴτε ὡς ράβδος τοῦ Ἀαρῶν εἴτε πολὺ περισσότερο ὡς «ἡ
κεκλεισμένη πύλη, ἡ κατὰ ἀνατολᾶς βλέπουσα», τὴν ὁποία ἔδειξε στὸν προφήτη Ἰεζεκιὴλ
ὁ Θεός, ἀποκαλύπτοντάς του ὅτι δὲν θὰ τὴν διέλθει ἄλλος, παρὰ μόνον ὁ Ἴδιος,
καὶ γι’ αὐτὸ θὰ τὴν κρατήσει ἔπειτα καὶ πάλι κεκλεισμένη.
Ἡ Γέννηση τῆς Παναγίας λοιπὸν τονίζεται καὶ ὑμνολογεῖται
τόσο ἐξαίσια, διότι ἀκριβῶς παραπέμπει στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Χριστὸς εἶναι
Ἐκεῖνος ποὺ δίνει τὴν ἀξία στὴ Μητέρα Του, χωρὶς τὴν ὁποία ὅμως δὲν θὰ ἦταν
Αὐτὸς ποὺ εἶναι: ἐκτὸς ἀπὸ τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Γι’ αὐτὸ
καὶ ἡ μοναδικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτει καὶ τὴ μοναδικότητα τῆς
Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Κανεὶς ποτὲ δὲν ὑπῆρξε οὔτε πρόκειται νὰ ὑπάρξει παρόμοιος
μὲ τὴν Παναγία. Τὸ ὕψος τῆς ἁγιότητάς της εἶναι ὑπέρμετρο καὶ πάντοτε θὰ
παραμένει, κατὰ τὴν πατερικὴ ποιητικὴ ὑπερβολὴ ἴσως, «Θεὸς μετὰ Θεόν». Κατὰ
συνέπεια κατανοεῖται καὶ τὸ γιατί ὑπάρχει τόσο μεγάλη χαρὰ στὴ σύμπασα
οἰκουμένη. Διότι μὲ τὴ Γέννηση τῆς Παναγίας ξεκινᾶ ἡ διαδικασία Γεννήσεως καὶ
τῆς Χαρᾶς τοῦ κόσμου, τοῦ Χριστοῦ. Στὸν κόσμο πιὰ θὰ ὑπάρχει ἡ δυνατότητα
ὑπέρβασης τῆς ἁμαρτίας, κατάργησης τοῦ διαβόλου, καταπάτησης τοῦ θανάτου. Στὸν
κόσμο θὰ ὑπάρχει ἡ ἀληθινὴ Ζωή. Εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ χαίρει ὁ κόσμος γι’ αὐτό;
«Σήμερον τῆς παγκοσμίου χαρᾶς τὰ προοίμια? σήμερον ἔπνευσαν αὖραι, σωτηρίας
προάγγελοι».
3. Ἕνα σημεῖο, στὸ ὁποῖο πρέπει κανεὶς νὰ σταθεῖ, ἀπὸ
ἐκεῖνα ποὺ μαρτυρεῖ γιὰ τὴν ἑορτὴ ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ἡ συχνὴ ἐπίκληση τοῦ
προορισμοῦ της γιὰ τὸ ρόλο της στὴ θεία οἰκονομία. Ἡ Παναγία προορίστηκε νὰ
γίνει Μητέρα τοῦ Θεοῦ ὡς ἀνθρώπου. Τὸ θέμα τοῦ προορισμοῦ ἔχει προκαλέσει
πολλὲς συζητήσεις, καὶ μάλιστα στὸ παρελθόν. Εἶναι δὲ ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ὁριοθετοῦν
τὴν ἀλήθεια ἀπὸ τὴν πλάνη τῆς αἵρεσης. Ὑπάρχει προορισμὸς τοῦ ἀνθρώπου; Κι ἂν
ναί, τότε ποῦ βρίσκεται ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία καταγράφεται στὴν
Ἁγία Γραφὴ ὡς τὸ βασικότερο στοιχεῖο τοῦ εἰκονισμοῦ τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο; Δὲν
θὰ μακρηγορήσουμε σ’ αὐτό. Παρ’ ὅλη τὴ σοβαρότητα καὶ τὴ δυσκολία
ἴσως ποὺ ἔχει ἡ διαπραγμάτευσή του – μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ ἱερὸς Αὐγουστίνος, ὁ
μεγαλύτερος θεολόγος τοῦ Δυτικοῦ χριστιανισμοῦ, ἀλλὰ καὶ ἅγιος της δικῆς μας
Ἐκκλησίας, δίδαξε τὸν λεγόμενο «ἀπόλυτο προορισμό», δηλαδὴ τὸν ἐξαρχῆς χωρισμὸ
τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ πλευρᾶς τοῦ Θεοῦ, τῶν σωσμένων καὶ τῶν χαμένων, γεγονὸς ποὺ
ἐπηρέασε πάρα πολὺ ἔπειτα καὶ τοὺς Προτεστάντες – μποροῦμε νὰ κάνουμε μερικὲς
ἁπλὲς ἐπισημάνσεις: ὁ Θεὸς βεβαίως δημιουργεῖ ἐλεύθερο τὸν ἄνθρωπο, ἀλλὰ δὲν
καταργεῖται μὲ αὐτὸ ἡ δική Του παγγνωσία καὶ προόραση. Γιὰ τὸν Θεὸ τὰ πάντα
εἶναι «γυμνὰ καὶ τετραχηλισμένα» ἐνώπιόν Του, συνεπῶς γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων
ὁτιδήποτε κι ἂν συμβεῖ, ὁτιδήποτε κι ἂν σκεφτεῖ ὡς λογισμὸ ὁ ἄνθρωπος. Ἄλλωστε
στὸν Θεὸ χρόνος δὲν ὑπάρχει, τὰ πάντα δηλαδὴ γι’ Αὐτὸν εἶναι
παρόντα. Τὸ γεγονὸς λοιπὸν ὅτι ὁ Θεὸς προγνωρίζει τὰ πάντα δὲν σημαίνει ὅτι
καθορίζει καὶ τὰ πάντα, σὰν νὰ εἶναι Αὐτὸς ὁ ἀπολύτως ὑπεύθυνος. Ὁ ἄνθρωπος
κινεῖται καὶ σκέφτεται ἐλεύθερα, ἀλλὰ ὁ Θεὸς μπορεῖ ἁπλῶς νὰ ἐπέμβει γιὰ νὰ
τροποποιήσει αὐτὸ ποὺ ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου ἀποφάσισε καὶ ἐνήργησε. Τὴν
πραγματικότητα αὐτὴν τὴ βλέπουμε καὶ στὰ ἀρνητικά, ἀλλὰ καὶ στὰ θετικά. Καὶ στὰ
θετικὰ εἶναι ἡ Γέννηση καὶ τῆς Παναγίας: ὁ Θεὸς προγνωρίζοντας τὴ θετικὴ κλίση
τῆς ψυχῆς της στὸ πανάγιο θέλημά Του, τὴν προετοιμάζει νὰ γίνει ὅ,τι καὶ ἔγινε.
Ἡ Παναγία θέλησε νὰ εἶναι μὲ τὸν Θεό. Ὁ Θεὸς προετοίμασε νὰ γίνει ἡ Μητέρα Του,
προβλέποντας τὴ στροφὴ τῆς θελήσεώς της σ’ Ἐκεῖνον. Μὲ τὸν τρόπο
αὐτό, ὅσο εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκφραστεῖ ἁπλά, κατανοοῦμε καὶ τὸν προορισμὸ τῆς
Παναγίας, ἴσως ἕνα εἶδος σχετικοῦ προορισμοῦ, γιὰ τὸ ὁποῖο μιλοῦν οἱ ὕμνοι τῆς
Ἐκκλησίας μας.
4. Καὶ βεβαίως ἡ Ἐκκλησία μας δὲν παύει, προβάλλοντας μὲ
ποιητικότατο καὶ θεολογικότατο τρόπο τὴν ἑορτή, νὰ καλεῖ καὶ ἐμᾶς τοὺς πιστοὺς
ὅλων τῶν αἰώνων στὴν πρακτικὴ διάσταση αὐτῆς: δηλαδὴ ἀφενὸς νὰ κινηθοῦμε σὲ
δοξολογία τοῦ Θεοῦ μας γιὰ τὴν εὐεργεσία Του νὰ ἀναδείξει τὴν Παναγία
κατοικητήριό Του, ἀφετέρου νὰ κατανοήσουμε ὅτι «ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου» ὁ
Κύριος θὰ μᾶς σώζει, καὶ τρίτον, νὰ διδαχθοῦμε ἀπὸ τὴν Παναγία στὸν τρόπο τῆς
ζωῆς της, ἀκολουθώντας αὐτὸ ποὺ τὴν ἀνέδειξε σὲ τόσο μεγάλη
ἁγιότητα: τὸ «ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτο μοὶ κατὰ τὸ ρῆμά Σου». Ἡ Ἐκκλησία
ἀδιάκοπά μας ὑπενθυμίζει ὅτι εἴμαστε κλημένοι γιὰ τὴ θέωση, δηλαδὴ νὰ γινόμαστε
κι ἐμεῖς Παναγίες, σαρκώνοντας τὸν Χριστὸ μέσα μας. Κι ὁ λόγος γιὰ τὴν
προοπτικὴ αὐτὴ ποὺ ξεπερνᾶ ὁποιαδήποτε φαντασία εἶναι ἡ ἔνταξή μας στὸ σῶμα τοῦ
Χριστοῦ διὰ τοῦ ἁγίου βαπτίσματός μας. Εἴμαστε μέλη Χριστοῦ, εἴμαστε
ἐνδεδυμένοι Ἐκεῖνον, συνεπῶς μποροῦμε νὰ ζοῦμε σὰν τὴν Παναγία. Ἀρκεῖ βεβαίως
νὰ τὸ θέλουμε καὶ νὰ τὸ ἐπιτηζοῦμε. pgdorbas