Ξέχασε,
λοιπόν, τίς ξένες ἁμαρτίες, γιά νά ξεχάσει καί ὁ Κύριος τίς δικές σου.
Γιατί ἄν πεῖς: «τιμώρησε τόν ἐχθρό μου», ἔκλεισες τό στόμα σου. Ἔχασε πιά ἡ γλῶσσα σου τό δικαίωμα νά μιλάει στό Θεό. Πρῶτα πρῶτα ἐπειδή ἐξ ἀρχῆς Τόν παρόργισες κι ὕστερα ἐπειδή ζητᾶς πράγματα πού εἶναι ἀντίθετα στόν ἴδιο τό χαρακτῆρα τῆς προσευχῆς. Ἀφοῦ, δηλαδή, προσέρχεσαι γιά νά ζητήσεις συγχώρηση ἁμαρτημάτων, πῶς μιλᾶς γιά τιμωρία;
ΤΤό ἀντίθετο ἔπρεπε νά κάνεις, νά παρακαλᾶς γιά τούς ἄλλους,
ὥστε στή συνέχεια νά παρακαλέσεις μέ παρρησία καί γιά τόν ἑαυτό σου.Γιατί ἄν πεῖς: «τιμώρησε τόν ἐχθρό μου», ἔκλεισες τό στόμα σου. Ἔχασε πιά ἡ γλῶσσα σου τό δικαίωμα νά μιλάει στό Θεό. Πρῶτα πρῶτα ἐπειδή ἐξ ἀρχῆς Τόν παρόργισες κι ὕστερα ἐπειδή ζητᾶς πράγματα πού εἶναι ἀντίθετα στόν ἴδιο τό χαρακτῆρα τῆς προσευχῆς. Ἀφοῦ, δηλαδή, προσέρχεσαι γιά νά ζητήσεις συγχώρηση ἁμαρτημάτων, πῶς μιλᾶς γιά τιμωρία;
Ἄν προσευχηθεῖς γιά τούς συνανθρώπους σου, τά πέτυχες ὅλα, ἔστω κι ἄν δέν πεῖς τό παραμικρό γιά τίς δικές σου ἁμαρτίες.
Δέν ὑπάρχει τίποτα πιό ζοφερό, ἀπό μιά ψυχή πού μνησικακεῖ καί μισεῖ. Δέν ὑπάρχει τίποτα πιό ἀκάθαρτο ἀπό μιά γλῶσσα πού κακολογεῖ καί καταριέται. Ἄνθρωπος εἶσαι, μή γίνεσαι θηρίο. Τό στόμα σοῦ δόθηκε ὄχι γιά νά δαγκώνεις, ἀλλά γιά νά παρηγορεῖς μέ τά λόγια σου. Ὁ Θεός σέ πρόσταξε νά συγχωρεῖς, κι ἐσύ Τόν παρακαλᾶς νά καταργήσει τή δική Του ἐντολή;
Δέν συλλογίζεσαι ὅτι, ἀπό τό ἄλλο μέρος λυπᾶται ὁ Θεός, ὁ Πλάστης σου, ὁ Εὐεργέτης σου, ὁ Σωτῆρας σου; «Μά ἀδικήθηκα», λές, «καί εἶμαι πικραμένος». Τότε, λοιπόν, προσευχήσου ἐναντίον τοῦ διαβόλου πού μᾶς ἀδικεῖ περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον. Γιατί αὐτός δημιουργεῖ καί τούς ἐχθρούς καί τίς ἔχθρες, αὐτός εἶναι ὁ μεγάλος καί μοναδικός ἐχθρός σου, μέ τόν ὁποῖον δέν εἶναι δυνατό νά συμφιλιωθεῖς ποτέ.
Ὁ συνάνθρωπος, ἀπεναντίας, ὅσα κι ἄν σοῦ κάνει, εἶναι ἀδελφός σου. Γι’ αὐτό ὀφείλεις νά προσεύχεσαι γιά τό καλό του, γιά την εὐτυχία του, γιά τή μετάνοια καί τήν σωτηρία του.
Αγίου Ιωάννου του
Χρυσοστόμου