Παναγία
η Μεγαλοσπηλαιώτισσα
Εξέχουσα θέση μεταξύ των ιερών κειμηλίων της Μονής κατέχει
η Θαυματουργή Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Μεγαλοσπηλαιώτισσας, που είναι έργο
του Ευαγγελιστή Λουκά (μία εκ των τριών που δημιούργησε και σώζονται μέχρι
σήμερα).
Σύμφωνα με αξιόπιστες ιστορικές μαρτυρίες, ο Ευαγγελιστής Λουκάς, μετά τον θάνατο του Απ.
Παύλου, έδρασε, όπως και ο Απ. Ανδρέας, στην Αχαΐα,
όπου πιθανότατα συνέγραψε το Θαυμάσιο Ευαγγέλιο του και τις αριστουργηματικές
«Πράξεις των Απόστολων». Όταν λοιπόν ήρθε στη Αχαΐα έφερε
μαζί του από την Παλαιστίνη και την συγκεκριμένη Ιερή Εικόνα
(ευλογημένη από την ίδια την Παναγία) την οποία αργότερα δώρισε στους πρώτους
χριστιανούς. Την εποχή των διωγμών αυτοί κατέφυγαν για ασφάλεια στο Σπήλαιο
όπου και την έκρυψαν.
Όταν οι ίδιοι πέθαναν ή φονεύθηκαν για τον Χριστό, η
Εικόνα παρέμεινε στο Σπήλαιο μέχρι που ανακαλύφθηκε κατά τον θαυμαστό τρόπον
από την Αγία Ευφροσύνη. Είναι ανάγλυφη, πάχους τριών πόντων και πλασμένη από
κερί, μαστίχα και άλλες ύλες. Φέρει εσθήτα χρωματισμένη και χρυσά διαγράμματα.
Από τις πολλές πυρκαγιές έχει αμαυρωθεί. Το σώμα της Παναγίας είναι εστραμμένο
δεξιά, με κεκλιμένη την κεφαλή προς τον Υιόν της, κρατώντας τον στο δεξί χέρι
(Δεξιοκρατούσα), ο οποίος με το αριστερό του χέρι κρατεί ελαφρά την αριστερή
παλάμη της Μητρός Του, ενώ με το δεξιό κραταει το Ευαγγέλιο. Δεξιά και αριστερά
της κηρόπλαστης Εικόνας παρίστανται, μετά φόβου άγγελοι. Στις τέσσερεις γωνιές
της Εικόνας δεξιά εξαπτέρυγα Σεραφείμ και αριστερά πολυόμματα Χερουβείμ.
Η παράδοση λέει ότι ο Ευαγγελιστής Λουκάς, χάραξε την
Παναγία σε ξύλο. Μετά τον θάνατο του, η εικόνα βρέθηκε στην Αθήνα και
ονομαζόταν Παναγία η Αθηνιώτισσα.
Στο τέλος του 4ου αιώνα, ιδρύθηκε στο όρος Μελά της Τραπεζούντας το Μοναστήρι
από τους μοναχούς Βαρνάβα και Σωφρόνιο. Εκεί μεταφέρθηκε η εικόνα και
ονομάστηκε Σουμελά, δηλαδή "σου" εις το... όρος Μελά.
Έγινε πνευματικό κέντρο γραμμάτων και παιδείας. Στην
Παναγία κατέφευγαν οι χιλιάδες Πόντιοι, μάρτυρες και κυνηγημένοι. Ο τραγικός ξεριζωμός των Ελλήνων από τα Μικρασιατικά
παράλια και τον Πόντο, σήμανε το τέλος του Μοναστηριού και η εικόνα θάφτηκε,
μαζί με τους μοναχούς στα άγια χώματα της χαμένης πατρίδας. Το 1931 τα ιερά κειμήλια παραχωρήθηκαν στους Έλληνες και
ήρθαν στην Ελλάδα από τον Αρχιμανδρίτη Αμβρόσιο Σουμελιώτη, επί πρωθυπουργίας
του Ελ.Βενιζέλου. Βρέθηκαν, ο πολύτιμος Σταυρός με το τίμιο ξύλο που είχε δωρήσει στην Μονή ο
Αυτοκράτορας της Τραπεζούντας Μανουήλ Γ΄ο Κομνηνός.
Ο θρύλος της εικόνας της Παναγίας του Κύκκου είναι
δραματικός. Η Εικόνα είναι φημισμένη και σεβαστή σε όλο τον Ορθόδοξο Κόσμο.
Είναι μια από τις τέσσερις εικόνες της Παναγίας που αποδίδονται στον Απόστολο
Λουκά. Οι θρύλοι που τες περιβάλλουν είναι πολλοί και ενδιαφέρων. Οι πίνακες
στους οποίους είναι αγιογραφημένες δόθηκαν στον Απόστολο Λουκά, για το σκοπό
αυτό από τον αρχάγγελο Γαβιήλ. Οι άλλες τρεις εικόνες βρίσκονται τώρα ως εξής,
μια στην Αθήνα, η άλλη στο Μοναστήρι του Σουμελά στη βόρεια Ελλάδα, και η άλλη
στο μοναστήρι Μέγα Σπήλιον στην Πελοπόννησο. Και οι τέσσερις εικόνες πέρασαν
μέσω τεράστιων περιπετειών προτού να έρθουν τελικά να κατασταλάξουν στις
παρούσες θέσεις τους.
Η Παναγία του Κύκκου, που είχε ζωγραφίσει ο Λουκάς ακριβώς
επτά χρόνια μετά από την Σταύρωση και την Ανάσταση του Χριστού μεταφέρθηκε από
το ίδιο στην Αίγυπτο μετά το θάνατο της Παναγίας. Η εικόνα έμεινε εκεί έως ότου
οι Χριστιανοί, από τούς οποίους ήταν φυλαγμένη, είχαν αιχμαλωτιστεί από τους
πειρατές. Για να σωθεί από τη βεβήλωση, την έριξαν στη θάλασσα. Δύο βυζαντινά
σκάφη εμφανίστηκαν και αφού καταδίωξαν μακριά τους πειρατές, διέσωσαν την
εικόνα. Την πήραν στη Κωνσταντινούπολη και την παρουσίασαν στον αυτοκράτορα,
Αλέξιο Κομνηνό (1081-1118).
Η ακόλουθη είναι η ιστορία πώς ήρθε στην Κύπρο όπου έχει
παραμείνει για τα τελευταία 900 χρόνια. Ο αυτοκράτορας Aλέξιος, έστειλε ένα
δούκα, το Μανούηλ Βουτομύτη, στην Κύπρο ως κυβερνήτη. Μια μέρα ο Βουτομύτης
καθώς κυνηγούσε στα βουνά, έχασε τους φίλους του, και έμεινε μόνος. Εκεί που
έψαχνε να βρει τους συντρόφους του, βρήκε μια σπηλιά όπου ζούσε μέσα ένας
ασκήτης, ο μοναχός Ισαΐας. Ο Κυβερνήτης ρώτησε τον ασκητή Ισαΐα, αν είχε δει
τους φίλους του να περνάνε από εκεί. Ο Ισαΐας δεν έδωσε καμιά απάντηση, και
αυτός θύμωσε, με αποτέλεσμα να κτυπήσει άγρια τον γέροντα και να φύγει.
Εντός ημερών ο δούκας ήταν χτυπημένος με μια ανίατη
ασθένεια, ένα είδος παράλυσης, αποκαλούμενη ισχυαλγία. Έπειτα ακολούθησε μια
σειρά ονείρων. Πρώτα ο Βουτομύτης, είδε τον Θεό, σε ένα όνειρο να του λέγει ότι
θα θεραπευόταν εάν ικέτευε τη συγχώρεση από τον ασκητή μοναχό, και όταν ο
Βουτομύτης συμμορφώθηκε με αυτές τις συμβουλές, θεραπεύτηκε. Στο μεταξύ ο
Ισαΐας, ο ίδιος, ονειρευόταν στα όνειρά του την Παναγία που είχε εμφανιστεί και
του είχε πει ότι αυτός και ο Βουτομύτης πρέπει να πάνε στη Κωνσταντινούπολη και
να φέρουν την εικόνα της στην Κύπρο.
Όταν έφθασαν στη Κωνσταντινούπολη διαπίστωσαν ότι ο
αυτοκράτορας, φυσικά, ήταν απρόθυμος να αποχωριστεί από την εικόνα. Ευτυχώς η
κόρη του αυτοκράτορα αρρώστησε ξαφνικά με την ίδια ασθένεια που είχε πριν ο
Μανουήλ. Μιας βαριάς μορφής ισχυαλγίας. Σε αντάλλαγμα για την άμεση θεραπείας
της, ο αυτοκράτορας τους έδωσε όχι μόνο την εικόνα αλλά και τα χρήματα για να
κτιστεί μια εκκλησία για να την βάλουν μέσα. Έτσι η εικόνα ήρθε στην Κύπρο και
όλα τα δέντρα γονάτισαν κάτω για να την καλωσορίσουν.
Η εκκλησία κτίστηκε από το μοναχό Ισαΐα με τα χρήματα του
αυτοκράτορα γι΄ αυτό το Μοναστήρι καλείται μέχρι σήμερα ως "Βασιλική και
Σταυροπηγιακή Μονή". Ο όρος "Σταυροπηγιακή" υποδεικνύει ότι ως
θεμέλιος λίθος της είχε τοποθετηθεί Σταυρός. Από τότε, κάηκε αρκετές φορές και
το 1821, λεηλατήθηκε από τους Τούρκους σε μια εκδίκηση για τις ενέργειες των
Ελλήνων κατά την επανάσταση αλλά σε κάθε περίπτωση η εικόνα διασώθηκε.
Η εικόνα προστατεύεται από πέπλο και βρίσκεται μέσα σε
ασημένια θήκη, διακοσμημένη με μαργαριτάρια. Η εικόνα ήταν ακάλυπτη όσον ήταν
στο παλάτι του αυτοκράτορα. Το 1576, περιβλήθηκε μέσα σε ένα ασημένιο κάλυμμα
που αντικαταστάθηκε από ένα καινούργιο το 1795. Από τότε, η εικόνα δεν έχει
κοιταχτεί ποτέ από κανένα. Μια τρομερή μοίρα προβλέπεται για οιοδήποτε
προσπαθήσει να σηκώσει το πέπλο. Κανένας δεν τολμά να την κοιτάξει στο πρόσωπο,
επειδή πολλοί που το έκαναν στο παρελθόν τιμωρήθηκαν.
Η Παναγία η Ελεόυσα του Κύκκου είναι μια ζωντανή
παράδοση στο νησί. Θεραπεύει τις ρευματικές ασθένειες, αλλά προ πάντων,
παρεμβαίνει για να φέρει τη βροχή, όταν αυτό απαιτείται, και είναι πολύ αγαπητή
από τους Κυπρίους.