Ἀφιέρωμα στήν φετινή
Ἑορτή τοῦ Ἁγίου μας
Φέτος, λίγους µῆνες πρίν τήν ἑορτή του (τόν Αὔγουστο), ὁ ἅγιος
Νεκτάριος µᾶς ἐπεφύλαξε µιά εὐχάριστη ἔκπληξη-δωρεά του. Μᾶς φανέρωσε µέ ἀπροσδόκητο
τρόπο µιά ἄγνωστη ἀλλά καί πολύ σηµαντική ἐπιστολή του, ἡ ὁποία, βεβαίως, εἶχε
µείνει ἀδηµοσίευτη µέχρι σήµερα.
Ἡ µητέρα ἑνός πνευµατικοῦ µου παιδιοῦ εἶχε –χωρίς νά τό
γνωρίζη– στήν κατοχή της ἐπί εξῆντα καί πλέον χρόνια, στή Λαµία, φωτογραφία
χειρογράφου ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου πρός τόν τότε Μητροπολίτη Ἀθηνῶν κυρό
Γερµανόν Καλλιγᾶν. Ἡ ἐπιστολή ἦταν ἀναµεµειγµένη µέ ἔγγραφα καί συµβόλαιά της
καί πρό δεκαετίας τά ἔγγραφα αὐτά τά παρέλαβε ἡ κόρη της στήν Ἀθήνα πρός φύλαξη.
Τόν περασµένο Αὔγουστο ἡ κόρη της ἔκανε διαλογή τῶν
ἐγγράφων καί πρός µεγάλη της ἔκπληξη εἶδε µέσα σ’ αὐτά καί τήν ἐν λόγῳ ἐπιστολή
τοῦ ἁγίου! Ἔσπευσε νά µοῦ δώση τήν ἐπιστολή αὐτή καί, µέ τήν σειρά µου
ἐξεπλάγην καί εὐχαρίστησα τόν ἅγιο γιά τήν ἀπρόσµενη ἐπίσκεψή του µέ ἕνα δικό
του ἀδηµοσίευτο κείµενο.
Ἀπό τήν ἐν συνεχείᾳ σύντοµη ἔρευνά µου βεβαιώθηκα ὅτι πράγµατι
ἡ ἐπιστολή, πού δηµοσιεύουµε στό τεῦχος µας αὐτό, οὔτε ἔχει ἄλλοτε
δηµοσιευθεῖ, οὔτε ἔχει γίνει γνωστό τό περιεχόµενό της σάν προϊόν προφορικῆς
πληροφορίας.
Ὁ ἐρευνητής φιλόλογος, κ. Σοφοκλῆς Δηµητρακόπουλος ἀναφέρει
στήν πολύ τεκµηριωµένη καί ἐµπλουτισµένη βιογραφία τοῦ ἁγίου, πού ἔχει
συγγράψει*, ὅτι ἀπό τό σύγγραµα τοῦ µακαριστοῦ Μητροπολίτου Τίτου Ματθαιάκη γιά
τόν ἅγιο Νεκτάριο ἄντλησε τήν πληροφορία ὅτι ὑπάρχει ἐπιστολή τοῦ ἁγίου πρός
τόν Μητροπολίτη Γερµανό. Ἀλλά ὁ Ματθαιάκης δέν διευκρινίζει γιά ποιά ἐπιστολή
πρόκειται, προφανῶς, γιατί ἀγνοοῦσε τό περιεχόµενό της.
Βέβαια, εἶναι πολύ φυσικό νά ἀντηλλάγησαν ὄχι µία ἀλλά
ἀρκετές ἐπιστολές µεταξύ τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί τοῦ Μητροπολίτου Γερµανοῦ
Καλλιγᾶ, ἀφοῦ ἀπό τῆς ἀποποµπῆς του ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια ὁ ἅγιος εὑρίσκετο σέ
διαρκῆ σχέση µέ τόν Μητροπολίτη Ἀθηνῶν λόγῳ καί τῆς διπλῆς ἰδιότητος τοῦ
Γερµανοῦ καί ὡς Προέδρου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου. Ὅµως καµµιά ἐπιστολή µεταξύ τῶν δύο
αὐτῶν Ἱεραρχῶν δέν ἔχει δεῖ µέχρι σήµερα τό φῶς τῆς δηµοσιότητος, τοὐλάχιστον
καθ’ ὅσον γνωρίζω, πλήν τῆς ἐπιστολῆς–Παραιτήσεως τοῦ ἁγίου ἀπό τά καθήκοντα
τοῦ ἱεροκήρυκος τοῦ νοµοῦ Εὐβοίας, πού ἀπέστειλε ἀπό τήν Χαλκίδα στίς 9 Ἰουλίου
1892.
Ὡστόσο ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, πού ἐµφανίζεται δηµόσια
γιά πρώτη φορά µέσῳ τοῦ περιοδικοῦ µας, δέν εἶναι µιά ἁπλῆ ἐπιστολή, πού
ἀναφέρεται σέ ὑπηρεσιακά θέµατα ἤ ἀκόµη καί στά γνωστά προβλήµατα πού
ἀντιµετώπιζε ὁ ἅγιος Νεκτάριος σάν ἀποτέλεσµα τῆς ἀντικανονικῆς καί ἄδικης
ἀπολύσεως καί διαγραφῆς του ἀπό τά Δίπτυχα τοῦ Πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας.
Πρόκειται γιά µιά πολύ σηµαντική ἐπιστολή, πού, ἀφ’ ἑνός µέν ἐµφανίζει µέ
ἰδιαίτερο τρόπο τό ἀπαράµιλλο ἐκκλησιαστικό ἦθος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου καί, ἀφ’
ἑτέρου, µᾶς παρέχει πολλές πληροφορίες γιά τήν συγγραφική πορεία τῶν µέχρι τό
1893 ἡµιτελῶν συγγραφικῶν ἔργων του, τόν τρόπο πού ἀκολουθοῦσε γιά τήν συγγραφή
τῶν βιβλίων του ἀλλά καί µᾶς ἀποκαλύπτει τήν ἐφηµερίδα στήν ὁποία εἶχε ἤδη
δηµοσιεύσει κάποια ἀπό τά ἔργα του.
Παραθέτουµε εὐθύς τήν ἐπιστολή αὐτή τοῦ ἁγίου Νεκταρίου µέ
τήν φωτογραφία τοῦ χειρογράφου του καί ἐν συνεχείᾳ θά τήν σχολιάσουµε.
Προκαταβολικῶς ἐπισηµαίνουµε ὅτι ἀπό τήν πρώτη παράγραφο τῆς ἐπιστολῆς φαίνεται
καθαρά αὐτό πού καί οἱ βιογράφοι τοῦ ἁγίου ἔχουν ἤδη καταγράψει χωρίς ὅµως, νά
τεκµηριώνεται σέ γραπτά: ὅτι ὁ Μητροπολίτης Γερµανός ἔτρεφε µεγάλη ἐκτίµηση καί
ἀγάπη στό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Νεκταρίου:
Ἐν
Λαμίᾳ τῇ 1ῃ Ὀκτωβρίου 1893
Πρός
τήν Αὐτοῦ Σεβασμιότητα
Τόν
Μητροπολίτην Ἀθηνῶν
καί
Πρόεδρον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κ. Γερμανόν
Εἰς
Ἀθήνας.
Σεβασμιώτατε ἐν
Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ,
Τήν Ὑμετέραν
Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω ἀδελφικῶς.
Aἱ πρός τήν
Ἐπισκοπικήν Ἐπιτροπήν συστάσεις τῆς Ὑμετέρας φίλης Σεβασμιότητος μοί
ἐπιβάλλουσι τό καθῆκον νά Σᾶς εὐχαριστήσω διά τήν εὐγένειάν Σας καί τά πρός
ἐμέ ἀγαθά Σας αἰσθήματα καί νά διαβεβαιώσω τήν Ὑ. Σεβασμιότητα ὅτι ἔσομαι αὐτῇ
εὐγνώμων καί πρόθυμος εἰς ὅ,τι τό τῆς Ἐκκλησίας συμφέρον ἤθελεν ὑπαγορεύσῃ.
Ἐν Λαμίᾳ ἤδη ὡμίλησα
δίς, ὁ δέ Πανάγαθος Θεός εὐδόκησε νά ἐμβάλῃ λόγον τοῖς χείλεσί μου, καί νά
διδάξω τό πολυπληθές ἀκροατήριόν μου οὕτως ὥστε νά μορφωθῆ πεποίθησις πρός τήν
διδασκαλίαν μου. Τοῦτο μέ εὐχαριστεῖ καί μέ παρηγορεῖ, ἐλπίζω δέ νά φανῶ
ὠφέλιμος.
Ἀλλά Σεβασμιώτατε
φρονῶ, ὅτι θά ἐφαινόμην ὠφελιμότερος, ἐάν εἶχον μόνιμον τήν διατριβήν καί εὑρισκόμην
παρά τινι Βιβλιοθήκῃ – ἔχω ἤδη τέσσαρα ἔργα ἡμιτελῆ, ὅλως πρωτότυπα καί
ὠφελιμώτατα πρός πάντας.
Τό ἕν ἤρχησα ἀπό τῆς
φοιτήσεώς μου ἐν τῷ Πανεπιστημίῳ, εἰργάσθην εἰς τήν Ἐθνικήν Βιβλιοθήκην καί
μετά ταῦτα εἰς τήν Βιβλιοθήκην τοῦ Πατριαρχείου ἐν Καΐρῳ· τό πλεῖστον μέρος
αὐτοῦ ἐδημοσίευσα ὡς πραγματείας εἰς τόν «Τηλέγραφον» τῆς Ἀλεξανδρείας καί
ἤρεσεν εἰς πάντας καί εἰς αὐτόν τόν Πατριάρχην. Εἶναι μία χριστιανική
Ἑορτολογία καί Ἀρχαιολογία διδακτικωτάτη. Τό δεύτερον εἶναι μία Λειτουργική.
Ἐν Καΐρῳ εὑρίσκεται
χειρόγραφος ἡ Λειτουργία τοῦ Ἀποστόλου καί Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου. Τό
χειρόγραφον τῆς Λειτουργίας ταύτης εἶναι σπανιώτατον, ὡς ἐφρόντισα νά μάθω.
Πρότινων δέ μόνον ἐτῶν ἐδημοσιεύθη ὑπό Ἄγγλου τινός θεολόγου ἐξ ἑνός
χειρογράφου τῆς Βιβλιοθήκης τῶν Παρισίων. Τήν ἔκδοσιν ταύτην ἔλαβον καί
παρέβαλον πρός τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου, ἐκ δέ τῆς
ἀντιπαραβολῆς φαίνεται ὅτι τό χειρόγραφον τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Πατριαρχείου καί
τελειώτερον εἶναι καί ἀκριβέστερον. Ὅθεν ἀπεφάσισα νά ἐκδώσω τό χειρόγραφον
μέ προλεγόμενα. Ἐπειδή δέ εὑρίσκονται καί διάφορα ἀντίγραφα τῆς Λειτουργίας
τοῦ Ἀδελφοθέου ἀντέγραψα καί ταῦτα ὅπως ποιήσω μίαν ἔκδοσιν, τήν
τελειωτέραν, εἰς ἥν θά προτάξω καί τινά περί τῆς ἱστορίας τῶν Λειτουργιῶν. Καί
τήν ἐργασίαν ταύτην ἔχω ἡμιτελῆ.
Ἕτερον ἔργον πολύ
σπουδαῖον, τό ὁποῖον ὀνομάζω Ἠθικά κεφάλαια καί οὗτινος ἤδη ἔγραψα τό
90ον Κεφάλαιον, μένει καί αὐτό δι’ ἔλλειψιν βοηθημάτων ἀτελές.
Τελευταῖον ἔχω περί
τούς 50 Λόγους Ἐκκλησιαστικούς ἑτοίμους μέν, ἀλλά θέλουν ἐπεξεργασίαν
τινά παρά Βιβλιοθήκῃ. Ὥστε οὐδέν δύναται νά ἔλθη εἰς πέρας ἄνευ μονίμου
διατριβῆς εἰς Βιβλιοθήκας.
Διά ταῦτα ἔκρινα νά
μεταβῶ εἰς Αἴγυπτον, ἀλλά προσκαλούμενος παρά τοῦ Πατριάρχου, ὅπως μείνω ἐν
Καΐρῳ καί ἐκεῖ παρά τῇ Βιβλιοθήκῃ περατώσω τά ἔργα μου. Ἀλλ’ ἵνα προσκληθῶ
πρέπει νά ὑποδειχθῇ ἡ ἀνάγκη παρά προσώπου σημαίνοντος παρά τῷ Πατριάρχῃ. Ὡς
τοιοῦτον πρόσωπον θεωρῶ κατάλληλον τήν Ὑμετέραν Σεβασμιότητα. Ὅθεν σᾶς παρακαλῶ,
εὐαρεστηθῆτε νά χρησιμεύσητε τό μεσάζον πρόσωπον πρός ἐπιστροφήν μου εἰς
Αἴγυπτον ὑπέρ τῆς ἀποπερατώσεως τῶν ἔργων μου ἅτινα θά πληρώσωσι μίαν ἔλλειψιν.
Τοῦτο πράττουσα ἡ Ὑ. Σεβασμιότης ἔστω βεβαία ὅτι καί εὐεργετεῖ καί ἀγαθουργεῖ.
Πεποιθώς ἐπί τά
ἀδελφικά αἰσθήματά Σας, διατελῶ
ὁλοπρόθυμος καί
εὐγνώμων
Ὁ ἐν Ἀρχιερεῦσιν ἐλάχιστος
† Ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος
Σχολιασµός
τῆς Ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου.
Ἀπό τό χειρόγραφο φαίνεται ὅτι ἡ Ἐπιστολή φωτογραφήθηκε
ἀπό πρόσωπο πού εὑρίσκετο πολύ κοντά στόν ἅγιο Νεκτάριο γιατί ἡ φωτογραφία
εἰκονίζει τήν ἐπιστολή στήν ἀρχική της µορφή, πρίν τήν καθαρογράψη ὁ ἅγιος,
δεδοµένου ὅτι ὑπάρχουν σ’ αὐτήν προσθῆκες µέ τόν τρόπο πού τίς θέτει ὁ
συντάσσων, ὅταν διαπιστώση ὅτι µέ τήν ὁλοκλήρωση τοῦ κειµένου του ἔχουν
παραλειφθεῖ ἀπό αὐτό κάποια ἀπαραίτητα στοιχεῖα.
Δηλαδή βλέπουµε ὅτι ὁ τόπος συγγραφῆς, ἡ Λαµία καί ἡ ἡµεροµηνία
ἔχουν προστεθεῖ στό τέλος µέ τό σηµεῖο τῆς παραποµπῆς πού χρησιµοποιοῦσε ὁ
ἅγιος Νεκτάριος καί τήν µονογραφή του, ἡ ὁποία σχεδιακά ἦταν ἡ κατάληξη τῆς
ὑπογραφῆς του.
Ἐπίσης ἔχει προσθέσει στό τέλος, πάλι µέ ἔνδειξη
παραποµπῆς, τήν λέξη «ἀδελφικῶς» ὡς συµπλήρωµα τῆς προσφωνήσεώς του «Σεβασμιώτατε
ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κ. Γερμανέ, Τήν Ὑμετέραν Πανίερον Κορυφήν ἥδιστα προσαγορεύω».
Τρίτη προσθήκη, πού ἐτέθη καί αὐτή στό τέλος τῆς ἐπιστολῆς
του εἶναι ἡ πλήρης ἀναγραφή τοῦ παραλήπτου (τοῦ Ἀθηνῶν Γερµανοῦ) καί τῆς
ἰδιότητός του, ὡς Προέδρου τῆς Ἱ. Συνόδου, παραλειποµένης, ὅµως, τῆς
ταχυδροµικῆς διευθύνσεως καί ὑπονοουµένης µόνο µέ τά γράµµατα κ.τ.λ. (=καί τά
λοιπά), πρᾶγµα τό ὁποῖο ἀποδεικνύει ὅτι ἡ ἐπιστολή τοῦ ἁγίου προορίζετο νά
καθαρογραφῆ καί µετά νά ἀποσταλῆ.
Ὑποθέτουµε ὅτι τό πρόσωπο πού φωτογράφησε τήν ἐπιστολή τοῦ
ἁγίου πρό τῆς καθαρογραφήσεώς της δέν ἦταν ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος, ὁ ὁποῖος µέ τήν
φωτογράφηση θέλησε νά τήν κρατήση στό ἀρχεῖο τῶν ἀποσταλέντων ἐπιστολῶν του,
διότι, ἄν ἦταν ὁ ἴδιος, θά προέβαινε στήν φωτογράφησή της µετά τήν
καθαρογράφηση. Ἄρα ἔχουµε λόγο νά εἰκάσουµε (ποτέ δέν µποροῦµε νά µιλοῦµε
µέ βεβαιότητα) ὅτι ἡ ἐπιστολή φωτογραφήθηκε ἀπό πρόσωπο τοῦ πνευµατικοῦ περιβάλλοντος
τοῦ ἁγίου Νεκταρίου στήν Λαµία, τό ὁποῖο βρῆκε τήν εὐκαιρία νά τήν φωτογραφήση
στό διάστηµα ἀπό τῆς πρώτης καταγραφῆς της µέχρι τῆς καθαρογραφήσεώς της,
ἄλλως δέν θά εἶχε χρονικά περιθώρια, διότι ὁ ἅγιος µετά ταῦτα θά τήν
ἐσώκλειε σέ φάκελλο γιά νά τήν ταχυδροµήση.
Ἐπιµείναµε στήν διερεύνηση τῆς φωτογραφήσεως τῆς
ἐπιστολῆς γιατί θεωροῦµε ὅτι ἡ φωτογράφησή της ἔγινε ὄχι ἁπλῶς γιά νά κρατήση
κάποιος ἕνα ἐνθύµιο χειρογράφου τοῦ ἁγίου, ἀλλά γιατί τό περιεχόµενο τῆς ἐπιστολῆς
καταδεικνύει µέ ἰδιαίτερα ἐµφαντικό τρόπο τήν ἄκακη ἁγία ψυχή του.
Γράφει στόν Μητροπολίτη Ἀθηνῶν Γερµανόν Καλλιγᾶ νά µεσολαβήση
στόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο –δηλαδή στόν πνευµατικό δήµιό του(!)–
νά τόν προσκαλέση στήν Ἀλεξάνδρεια, ὄχι γιά νά ἀποκατασταθῆ στό ἀξίωµα πού
εἶχε στό Πατριαρχεῖο ἀλλά γιά νά βρίσκεται µέσα στήν πλούσια Πατριαρχική
Βιβλιοθήκη καί νά ἔχη τήν δυνατότητα νά ὁλοκληρώση τά ψυχωφελῆ συγγράµµατά του!
Συναντᾶται, ἄραγε, σέ πολλούς –ἀπό ἐκείνους πού ἔχουν
φήµη πνευµατικοῦ ἀνθρώπου– αὐτή ἡ ψυχική λεπτότητα; Εἶναι, ἄραγε, κάτι
συνηθισµένο τό νά φερόµεθα µέ εὐγένεια, µέ σεβασµό καί ἀγάπη στούς πρός ἐµᾶς
«ἐχθραίνοντας µαταίως» καί, πολύ περισσότερο, πρός ἐκείνους πού µᾶς ἀδικοῦν µέχρι
ἐξοντώσεώς µας; Ὄχι βέβαια! Καί ὅµως! Εἴµαστε πολύ πρόθυµοι νά παραλληλίζουµε
µέ τόν ἅγιο Νεκτάριο πρόσωπα πού κατά καιρούς ἀδικήθηκαν κατάφωρα, κρίνοντες
ἐπιφανειακά καί χωρίς νά λαµβάνουµε ὑπ’ ὄψιν οὔτε τό ἄν ἔδωσαν ἀφορµή µέ τήν
συµπεριφορά τους πρίν ἀδικηθοῦν, οὔτε τό πῶς ἀντιδροῦν τά ἀδικηθέντα πρόσωπα
ἔναντι τῶν “σταυρωτῶν” τους. Καί νά σκεφθοῦµε ὅτι ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἔδειξε αὐτή
τήν χριστοµίµητη συµπεριφορά καί ἀπέδωσε τόση µεγάλη τιµή καί σεβασµό πρός
ἕνα Πατριάρχη–Ἡρώδη, καί ὅτι ἡ ἀδικία πού ὑπέστη, χωρίς νά δώση τήν παραµικρή
ἀφορµή, δέν ἔγινε σέ ἕναν ἁπλῶς εὐσεβῆ κληρικό ἀλλά ἔγινε σέ ἕναν ὄντως
ἄµεµπτον ἅγιον!
Γιά νά µήν ἁγιολογοῦµε, λοιπόν, φανταστικά,
χαρακτηρίζοντες ὡς ἀποδείξεις ἁγιότητος τίς θλίψεις καί τίς ἀδικίες πού µᾶς
συµβαί-νουν, ἐνῶ αὐτά τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά νά ἐξοφλοῦµε ἁµαρτήµατα, εἶναι
ὠφέλιµο νά σκύψουµε περισσότερο στόν ἐσωτερικό κόσµο τῶν ἁγίων µας, ἱκετεύοντές
τους νά µᾶς τόν ἀποκαλύπτουν. Ἔτσι µόνο θά µετατεθοῦν τά ἀξιολογικά µας
κριτήρια ἀπό τά ἐξωτερικά γεγονότα καί συµβάντα καί θά στραφοῦµε στήν
ἀναζήτηση τοῦ«κρυπτοῦ τῆς καρδίας ἀνθρώπου». Τότε θά βεβαιωθοῦµε ὅτι δέν
ἁγιάζει ὁ ἄνθρωπος µέ τίς ἀδικίες πού ὑφίσταται, ἀλλ’ ὅτι κυρίως, ἀπό τόν τρόπο
ἀντιµετωπίσεως τῶν ἀδικιῶν, φανερώνεται περίτρανα τό ποιός εἶναι ὄντως ἅγιος!
Ὅπως εἴπαµε καί στήν ἀρχή, ἡ παρουσιαζοµένη ἐπιστολή
τοῦ ἁγίου Νεκταρίου µᾶς προσφέρει καί ἄλλες πολύτιµες πληροφορίες πού µᾶς
βοηθοῦν νά ἐννοήσουµε καί ἄλλες πτυχές τῆς ἁγίας µορφῆς του, νά
συµπληρώσουµε τά ἱστορικά στοιχεῖα τῆς ζωῆς του, νά προσεγγίσουµε τόν τρόπο τῆς
συγγραφικῆς του ἐργασίας, νά γνωρίσουµε ἀρκετά συγγράµµατά του πού
ἀκόµη δέν ἔχουν δεῖ τό φῶς τῆς δηµοσιότητος καί νά τά ἀναζητήσουµε καί πέραν
τοῦ Ἀρχείου τῆς Ἱ. Μονῆς του, ὅπως ἡ Ἐφηµερίδα «Τηλέγραφος» τῆς Ἀλεξανδρείας,
ἡ ὁποία δέν µνηµονεύεται ἀπό κανέναν βιογράφο τοῦ ἁγίου µας.
Ἡ «χριστιανική Ἑορτολογία», πού ἀναφέρεται στήν ἐπιστολή,
ἔργο τοῦ ἁγίου πού ἄρχισε νά τό συγγράφη ἀπό τά φοιτητικά του χρόνια, εἶχε
δηµοσιευθεῖ ἀπό τόν ἴδιο στόν «Τηλέγραφον» τῆς Ἀλεξανδρείας ἀλλά µέχρι σήµερα
στό σύνολό της εἶναι ἀνέκδοτη, ἀφοῦ, ὅπως σηµειώνει ὁ ἅγιος, «τό πλεῖστον μέρος»
τοῦ ἔργου «αὐτοῦ ἐδημοσίευσα ὡς πραγματείας» καί ὄχι ὁλόκληρό τό ἔργο.
Ὁ ἐρευνητής κ. Σ. Δηµητρακόπουλος µᾶς γνωστοποιεῖ στή σελίδα
288 τοῦ δικοῦ του βιβλίου γιά τόν ἅγιο, ὅτι πρόκειται νά συµπεριληφθῆ καί ἡ «χριστιανική
Ἑορτολογία» στήν ἔκδοση τῶν Ἁπάντων τοῦ ἁγίου ἀπό τήν Ἱ. Μ. Αἰγίνης. Ὅµως, ὁ ἅγιος
Νεκτάριος γράφει στήν ἐπιστολή του ὅτι τό ἑνιαῖο σύγγραµµα πού σχεδίαζε δέν
ἦταν µόνο µιά «χριστιανική Ἑορτολογία» ἀλλά «καί Ἀρχαιολογία
διδακτικωτάτη». Πρόκειται, ἄραγε γιά δύο ἔργα ἤ γιά δύο ἑνότητες τοῦ αὐτοῦ
ἔργου; Τό κείµενο πού µνηµονεύεται ἀπό τόν κ. Δηµητρακόπουλον ὡς «Ἑορτολογία»
δέν διευκρινίζει ἄν περιλαµβάνη καί τήν «Ἀρχαιολογία». Ἐµεῖς δέν γνωρίζουµε,
γιατί δέν ἔχουµε συγκρίνει τό χειρόγραφο τοῦ ἁγίου πού βρίσκεται στή Μονή τῆς
Αἰγίνης. Ὡστόσο ἡ µαρτυρία τῆς Ἐπιστολῆς παραµένει πολύτιµη, γιατί µᾶς
πληροφορεῖ περί τῆς ἱστορικῆς διαδροµῆς τῆς συγγραφῆς τοῦ ἔργου καί, τό
κυριότερο: ὅτι ἕνα ἔργο, σχεδόν ὁλοκληρωµένο ἀπό τά φοιτητικά χρόνια τοῦ ἁγίου
Νεκταρίου, παραµένει ἀκόµη στό σύνολό του ἀδηµοσίευτο!
Ἐπίσης, δέν γνωρίζω ἄν ἔχη συµπεριληφθεῖ στήν «Λειτουργική»
τοῦ ἁγίου, αὐτό πού σχεδίαζε τότε ὁ ἅγιος, γιατί καί αὐτή, παρ’ ὅτι ἀπό τό
1893 ἦταν ἕτοιµη, παραµένει ἀκόµη ἀνέκδοτη: «Ἐπειδή δέ εὑρίσκονται
καί διάφορα ἀντίγραφα τῆς Λειτουργίας τοῦ Ἀδελφοθέου ἀντέγραψα καί ταῦτα
ὅπως ποιήσω μίαν ἔκδοσιν, τήν τελειωτέραν, εἰς ἥν θά προτάξω καί τινα περί
τῆς ἱστορίας τῶν Λειτουργιῶν. Καί τήν ἐργασίαν ταύτην ἔχω ἡμιτελῆ».
Τέλος, ὁλοκληρώνοντας τόν σύντοµο σχολιασµό τῆς
Ἐπιστολῆς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, πρέπει νά προσθέσω ὅτι ἡ ἐπιστολή δίδει
ἀπάντηση καί σέ µιά ἀπορία πού οἱ βιογράφοι τοῦ ἁγίου διατύπωναν, µή γνωρίζοντες
τήν ἐπιστολή πού παρουσιάζουµε ἀλλά µόνο µιά ἐπιστολή πού ἔστειλε ὁ ἴδιος ὁ
ἅγιος στόν Πατριάρχη Σωφρόνιο ζητῶντας του µέ αὐτήν νά τοῦ ἐπιτρέψη νά µεταβῆ
στήν Ἀλεξάνδρεια, γιά νά µελετᾶ καί νά συγγράφη στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη.
Ἡ ἀπορία πού διετύπωσε στό βιβλίο του ὁ ἐρευνητής κ. Σ.
Δηµητρακόπουλος, ἦταν: «Δέν γνωρίζουµε τί ἀπάντησε ὁ Σωφρόνιος...» (ὅ.ἀ.
σελ. 106). Οἱ ἡµεροµηνίες τῶν δύο ἐπιστολῶν τοῦ ἁγίου, µᾶς δίνουν τήν ἀπάντηση:
Ἡ ἐπιστολή πού φέραµε στό φῶς, µέ τήν ὁποία ὁ ἅγιος Νεκτάριος παρακαλεῖ τόν
Μητροπολίτη Ἀθηνῶν Γερµανό νά µεσολαβήση στόν Σωφρόνιο γιά νά τοῦ ἐπιτρέψη τήν
διαµονή στήν Ἀλεξάνδρεια γιά νά µελετᾶ στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη ἔχει
ἡµεροµηνία 1η Ὀκτωβρίου 1893. Ἡ µέχρι σήµερα γνωστή ἐπιστολή τοῦ ἰδίου τοῦ
ἁγίου Νεκταρίου πρός τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο µέ τό ἴδιο αἴτηµα (βλ. Σ.
Δηµητρακόπουλος, σελ. 106) ἔχει ἡµεροµηνία 11 Νοεµβρίου 1893.
Συγκρίνοντας τίς ἡµεροµηνίες καί τό περιεχόµενο τῶν δύο ἐπιστολῶν
φαίνεται πώς, κατά µία ἐκδοχή, ὁ Σωφρόνιος δέν ἀνταποκρίθηκε στό αἴτηµα
τοῦ Μητροπολίτου Γερµανοῦ καί ἔτσι ἀναγκάσθηκε ὁ ἅγιος Νεκτάριος µετά ἀπό ἕνα
µῆνα καί ἕνδεκα ἡµέρες νά ἀπευθύνη τό αἴτηµά του ὁ ἴδιος στόν Πατριάρχη
Σωφρόνιο. Ἤ, ὑπάρχει καί δεύτερη ἐκδοχή, δέν θέλησε ὁ Μητροπολίτης Γερµανός νά
µεσολαβήση, γιά νά µή θεωρηθῆ ἀπό τόν καχύποπτο Σωφρόνιο ὅτι ὑπονοµεύει τό
Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας (γνωρίζοντας ἀπό πολύ κοντά τήν καχυποψία τοῦ
Σωφρονίου), µέ τό νά ζητῆ τήν ἐπάνοδο τοῦ Μητροπολίτου Πενταπόλεως στήν
Ἀλεξάνδρεια, δῆθεν γιά νά µελετᾶ στήν Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, ἐνῶ στήν πράξη θά
ὑπέσκαπτε τόν Σωφρόνιο!
Ἡ διαπιστωµένη καχυποψία τοῦ Πατριάρχου Σωφρονίου, ἡ ὁποία
ξεπερνοῦσε τά ὅρια τῆς ἀνασφαλείας καί ἄγγιζε τήν πανουργία, ἀφοῦ δέν
ἐλαττώθηκε οὔτε µπροστά στήν ἁγιογραφική ἀκακία καί θεϊκή νηπιότητα τοῦ ἁγίου
Νεκταρίου, σέ συνδυασµό µέ τό σύντοµο χρονικό διάστηµα πού ἀπέχουν οἱ δύο
ἐπιστολές, µᾶς ὠθεῖ νά ταχθοῦµε ὑπέρ τῆς δευτέρας ἐκδοχῆς.
Πρωτ. Βασίλειος Ε.
Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀριθ.
Τεύχους 135
Νοέμβριος 2013