Είναι στιγμές που ο θυμός, σου φουσκώνει τις φλέβες στους
κροτάφους ανεβάζοντάς σου την πίεση σε επικίνδυνες τιμές.
Είναι στιγμές που η οργή σου δεν μπορεί να περιοριστεί με
τους απλούς κανόνες ευγενείας, αλλά χρειάζεται να επιστρατεύσεις όση λογική
διαθέτεις για να μπορέσεις να την κουλαντρίσεις. Είναι, πάλι, στιγμές που νιώθεις
τόσο δυνατός ώστε να θεωρείς πως μπορείς να καταφέρεις τα πάντα ακόμη και στις
πιο δύσκολες συνθήκες.
Είναι, όμως, και φορές που η θλίψη, η στενοχώρια και η
απογοήτευση μαζί, έχουν διαποτίσει τόσο το κορμί και το μυαλό σου, ώστε να μην
μπορείς ούτε μία λέξη να αρθρώσεις, ούτε μία βρισιά, ούτε ένα σιχτίρισμα.
Το μόνο που μπορείς και το μόνο που θέλεις, είναι να
κλάψεις. Να κλάψεις για να ξεσπάσεις, για να εκτονωθείς, για να πάρεις δύναμη. Όποιος
είδε μαυροφορεμένη και ηλικιωμένη γυναίκα να κλαίει έξω από το φούρνο επειδή
διαπίστωσε ότι δεν έχει ούτε 2 ευρώ για να πάρει το γάλα και το ψωμί της
ημέρας, καταλαβαίνει τι εννοώ. Όποιος συνάντησε 26χρονο πτυχιούχο να δουλεύει
με 280 ευρώ βασικό και να μην μπορεί να χαρεί τη ζωή επειδή δεν μπορεί να
ονειρευτεί, είναι σε θέση να καταλάβει την ψυχολογία της κατεστραμμένης
νεολαίας. Όποιος παρατήρησε τους μαθητές που αποφεύγουν να πλησιάζουν το
κιλικίο του σχολείου τους γιατί δεν μπορούν να αγοράσουν κάτι από αυτό, μπορούν
να συνειδητοποιήσουν πόσο βαρύ φορτίο που κουβαλούν οι ίδιοι και οι γονείς
τους.
Δεν είναι μόνο η φτώχια, δεν είναι μόνο η ανέχεια και η
εξαθλίωση. Το κυριότερο είναι η ψυχολογική ισοπέδωση την οποία έχουν υποστεί
μεγάλες ομάδες του ελληνικού πληθυσμού. Είναι η απαξίωση της ίδιας τους της
ύπαρξης και η αδυναμία τους να εξηγήσουν πώς βρέθηκαν στη σημερινή κατάσταση
χωρίς να ευθύνονται σε τίποτα οι ίδιοι.
Στην εφορία, τις προάλλες, μία συνταξιούχος, με πόνο
ψυχής, εξηγούσε στην υπάλληλο πόσο άσχημα νιώθει που δεν μπορεί να πληρώσει την
τελευταία δόση του χαρατσιού. Άλλο ήθος και φιλότιμο που περισσεύει σε μια
συνταξιούχο, τόσο όσο λείπει από τα καθώς πρέπει λαμόγια που με τα χρωστούμενα
στο κράτος εξαργύρωναν τις ακριβές ζωές τους και από όσους τόσα χρόνια τους
ανάθρεψαν, τους κάλυψαν και συνεχίζουν να τους θρέφουν και να τους καλύπτουν. Δεν
είναι τυχαίο που όλο και περισσότεροι άνθρωποι γύρω μας, όπου κι αν κοιτάξουμε
είναι σκυφτοί, σκυθρωποί βουτηγμένοι στις σκέψεις και στη σιωπή. Μια σιωπή τόσο
εκκωφαντική που σου τρυπάει τα τύμπανα και την ψυχή.
Δεν είναι ότι δεν έχουν τίποτα να πουν, δεν είναι ότι δεν
έχουν τον τρόπο να τα πουν, είναι ότι δεν έχουν ούτε αυτό το λίγο κουράγιο που
χρειάζεται κάποιος, για να αρθρώσει μια λέξη. Μιλάει κάποιος όταν ξέρει ότι
κάποιος άλλος τον ακούει, έστω και είναι ο ίδιος τους ο εαυτός.
Όταν αισθάνονται ότι κανένας δεν τους ακούει, όταν τους
έχουν κλέψει τον ίδιο τους τον εαυτό, όταν είναι νέοι και τους έχουν
ακρωτηριάσει τα όνειρά τους, τότε η σιωπή δεν είναι άμυνα, είναι επίθεση. Επίθεση
στα μεγάλα λόγια, στις ψεύτικες ελπίδες, στα απανωτά ξεπουλήματα, στην έλλειψη
προοπτικής.
Είναι φτύσιμο και απαξίωση στους «δήθεν», στους εμπόρους
ελπίδων, στους όψιμους «προστάτες» τους, στους τηλεοπτικούς υποκριτές και στους
«πονόψυχους» βουλευτές, υπουργούς και πρωθυπουργούς.
Είναι προσπάθεια να ξαναποκτήσουν τη χαμένη τους
υπερηφάνεια και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια για να μπορέσουν να συμμαζέψουν τα
συντρίμμια τους και να πορευτούν.
Είναι η αρχή μιας παρατεταμένης ανάτασης, γιατί όποιος δεν
μιλάει σκέφτεται και όποιος σκέφτεται ανακαλύπτει.
Ανακαλύπτει αιτίες, φταίχτες και κυρίως τρόπους ανάκαμψης
και αντεπίθεσης. Ανακαλύπτει πως δεν είναι μόνος αλλά ένας από τους πολλούς που
βρίσκονται στην ίδια κατάσταση. Έτσι, όχι μόνο αισθάνεται αλλά γίνεται και πιο
δυνατός, φοβάται λιγότερο μέχρι που διώχνει το φόβο και τον στέλνει στους
δυνάστες του, τον στέλνει στους φταίχτες. Είναι τόσο επικίνδυνη για το σύστημά
τους, αυτή η σιωπή όσο ακίνδυνα αποδεικνύονται τα βελάσματα των αρνιών πριν την
επικείμενη σφαγή τους.
Καταλαβαίνουν πολύ
καλά, όλοι αυτοί που σχεδιάζουν την ισοπέδωσή μας ότι τα αρνιά μετατρέπονται
σιγά-σιγά σε κριάρια. Και τα κριάρια, όταν αποφασίσουν να επιτεθούν στον
αντίπαλο, δεν βελάζουν ποτέ. Κάνουν την επίθεσή τους πάντα σιωπηλά. ΠΗΓΗ