Του Κώστα
Μελισσόπουλου
Για να εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας απαιτούνται 180
ψήφοι. Όλα τα άλλα «είτε είναι προϊόν άγνοιας είτε εκπορεύεται «εκ του πονηρού»
λέει στη «Βραδυνή της Κυριακής» ο πρώην υπουργός βουλευτής της ΝΔ και
Καθηγητής, κ.Προκόπης Παυλόπουλος. Ο έγκριτος Συνταγματολόγος εξηγεί γιατί δεν
είναι δυνατή οποιαδήποτε συνταγματική παρέκκλιση, ενώ τονίζει ότι η Ελλάδα
πρέπει να διεκδικήσει την διαγραφή μέρους του χρέους.
Κύριε Παυλόπουλε,
είπατε πρόσφατα ότι το χρέος δεν είναι διαχειρίσιμο. Επιμένετε σ’ αυτό;
Χρησιμοποιώ τον όρο «διαχειρίσιμο» ως καταλληλότερο να
εκφράσει την ομαλή πορεία αποπληρωμής του χρέους, σε σχέση με τον όρο
«βιώσιμο». Κατά τα λοιπά επιμένω ότι, υπό τις σημερινές συνθήκες αποπληρωμής
του χρέους, τούτο δεν είναι διαχειρίσιμο, αφού μάλιστα αυτή είναι και η θέση
του Πρωθυπουργού κ. Α. Σαμαρά. Διότι τι έχει πει ο Πρωθυπουργός, ως σοβαρός και
υπεύθυνος επικεφαλής της Κυβέρνησης; Ότι οι δανειστές μας έχουν δεσμευθεί,
ύστερα από την πλήρη και συνεπή εκπλήρωση των δημοσιονομικών υποχρεώσεών μας
ιδίως ως προς το έλλειμμα –δυστυχώς, με τις πρωτοφανείς θυσίες του Ελληνικού
Λαού και παρά τα λάθη της Τρόικας και των Μνημονίων- πως θ’ αρχίσει η συζήτηση
για την αλλαγή των όρων αποπληρωμής του χρέους. Κάτι που, άλλωστε, αναμένεται
να ξεκινήσει μέσα στον ερχόμενο Δεκέμβριο. Η ως άνω αλλαγή θ’ αφορά την
συμφωνία πάνω σ’ ευνοϊκότερους όρους αποπληρωμής του, π.χ. επιμήκυνση, μείωση
επιτοκίου κλπ. Μετά την ολοκλήρωση κι έναρξη εφαρμογής της νέας αυτής συμφωνίας
είναι προφανές ότι το χρέος θα καταστεί διαχειρίσιμο. Και μάλιστα υπό
ρεαλιστικούς όρους και όχι με αντιφατικά σενάρια «οικονομικής φαντασίας», όπως
εκείνα που «παράγει» κάθε φορά η Αξιωματική Αντιπολίτευση, μεσ’ από τις εντελώς
διαφορετικές μεταξύ τους θέσεις των στελεχών της, αρμοδίων και μη.
Η Χώρα μας πρέπει να
διεκδικήσει την διαγραφή μέρους του χρέους;
Αναμφισβητήτως ναι. Όμως είναι άλλο να διεκδικήσουμε κάτι
τέτοιο, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης με τους δανειστές μας, και άλλο να
πιστεύει κανείς ότι μπορούμε να το επιβάλλουμε μονομερώς, όπως υποστήριξε –κι
εξακολουθεί εν μέρει να το υποστηρίζει, μ’ έμμεσο τρόπο- η Αξιωματική
Αντιπολίτευση. Μ’ άλλες λέξεις και η διαγραφή –το λεγόμενο «κούρεμα»- πρέπει να
είναι μέσα στην «φαρέτρα» των διαπραγματευτικών μας όπλων. Και μακάρι οι
δανειστές μας ν’ αντιληφθούν ότι πρέπει, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, να
την αποδεχθούν εν τέλει, αναλογιζόμενοι και τις τεράστιες ευθύνες τους για τις
αστοχίες των Μνημονίων αλλά και την έννοια της αλληλεγγύης στο πλαίσιο της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μιας αλληλεγγύης που έχει, δυστυχώς, στις μέρες μας
ανησυχητικώς φθίνουσα πορεία.
Θεωρείτε πιθανή την
συγκέντρωση 180 ψήφων για την εκλογή του ΠτΔ;
Δεν ξέρω αν θα βρεθούν, αλλά πιστεύω –αυτονοήτως για
λόγους αμιγώς θεσμικούς και πολιτικούς- ότι πρέπει να βρεθούν οι 180 Βουλευτές
για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Όπως είχα τονίσει και το 2009, είναι
πολιτικώς απαράδεκτο και θεσμικώς βλαπτικό να τίθεται η εκλογή Προέδρου της
Δημοκρατίας στη δοκιμασία τέτοιων εκλογικών διλημμάτων, που είναι ευθέως
αντίθετα προς το Σύνταγμα. Καλό λοιπόν είναι ο κ. Α. Τσίπρας ν’ αναλογισθεί
ότι, και στο θέμα του θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας, η «λογική» και η
«τακτική» του κ. Γ. Παπανδρέου το 2009 είναι παράδειγμα προς αποφυγήν και όχι
παράδειγμα προς μίμηση.
Οι τράπεζες πέρασαν
τα stress tests αν και δεν φαίνεται να πείστηκαν όλοι επ’ αυτού. Με δεδομένο
ότι ανακεφαλαιοποιήθηκαν με χρήματα που θα πληρώσουμε άπαντες, πως μπορεί η
Κυβέρνηση να πιέσει ώστε να τονωθεί η ρευστότητα στην αγορά;
Το σύνδρομο του «άπιστου Θωμά» θα διακατέχει, δυστυχώς,
όλους εκείνους που από πολιτική μικροψυχία δεν θέλουν ν’ αναγνωρίσουν όποια
θετικά αποτελέσματα πέτυχε –και μάλιστα, το επαναλαμβάνω, με τις πρωτοφανείς
θυσίες του Ελληνικού Λαού- η Κυβέρνηση και αυτό τούτο το οικονομικό μας
σύστημα. Ως προς το θέμα της τραπεζικής ρευστότητας, αυτή δεν εξαρτάται τόσο
από την πίεση της Κυβέρνησης αλλά πρωτίστως από της τάση της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας και, κατά βάση, από την πολιτική επιτοκίων που θ’
ακολουθήσει μ’ αντίστοιχα κατάλληλα προγράμματα. Οι τελευταίες πρωτοβουλίες του
κ. Μάριο Ντράγκι είναι ελπιδοφόρες. Μόνον που, δυστυχώς, απέχουν ακόμη από την
πράξη. Είναι κι αυτό ένα σύμπτωμα του ότι, λόγω ιδίως των γερμανικών εμμονών, η
ΕΚΤ δεν μπορεί να διαδραματίσει στο ακέραιο τον ρόλο πραγματικής κεντρικής
τράπεζας, κατά το πρότυπο της Fed.
Θα πολιτευτείτε στις
επόμενες εκλογές;
Απέχουμε πολύ –το ελπίζω και το εύχομαι για λόγους που ήδη
εξήγησα- από τις εκλογές. Όταν έλθει η ώρα θα πάρω τις αποφάσεις μου, πάντα με
μόνο γνώμονα το κατά πόσον μπορώ να συμβάλω ουσιαστικά στην προσπάθεια της
Παράταξης, στην οποία ανήκω από τότε που αναμείχθηκα, καθ’ οιονδήποτε τρόπο,
στα κοινά. Πέραν τούτου δεν νομίζω ότι έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία η
προσωπική μου πολιτική πορεία και η συνακόλουθη προσωπική μου πολιτική τύχη,
μπροστά στα τεράστια προβλήματα, και τις αντίστοιχες προκλήσεις, που αντιμετωπίζει
η κοινωνία μας.
Το κλίμα στην Ευρώπη
αλλάζει. Πολλές κυβερνήσεις «βγάζουν γλώσσα» στην Μέρκελ, λέγοντας «όχι» στη
λιτότητα. Μήπως θα έπρεπε και η ελληνική κυβέρνηση να κάνει κάτι τέτοιο;
Μα ήδη η Κυβέρνηση Σαμαρά το έχει πράξει με τον τρόπο της,
κατά τις προηγούμενες φάσεις διαπραγμάτευσης. Και το πράττει με μεγαλύτερη
ένταση σ’ αυτή την τόσο κρίσιμη φάση διαπραγμάτευσης με την Τρόικα που ήδη
διανύουμε. Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά της Κυβέρνησης Σαμαρά από τις
Κυβερνήσεις Παπανδρέου και Παπαδήμου, οι οποίες έκαναν απαράδεκτες «ασκήσεις»
προχειρότητας κι ενδοτισμού. Η στάση των προαναφερόμενων εταίρων μας στην
Ευρωζώνη –μολονότι άκρως καθυστερημένη, κι αφού τώρα κατάλαβαν ότι «κοινή γαρ η
τύχη»- και η συμμαχία μαζί τους μπορεί να ενισχύσει το δύσκολο διαπραγματευτικό
εγχείρημα της Κυβέρνησης Σαμαρά, όταν μάλιστα αυτό βρίσκεται στην πιο κρίσιμη
φάση του, όπως ήδη εξέθεσα.
Κύριε Καθηγητά,
εσείς είστε ο πλέον έγκριτος για να απαντήσει με αξιοπιστία στο παρακάτω
ερώτημα: Μπορεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να εκλεγεί με λιγότερες από 180
ψήφους, εάν δεν ψηφίσουν οι φυλακισμένοι βουλευτές της Χρυσής Αυγής; Μπορεί να
συμβεί κάτι τέτοιο και να είναι συνταγματικώς ανεκτό;
Απορώ πώς προέκυψε μια τέτοια «απορία». Διότι αρνούμαι να
πιστέψω ότι σοβαροί πολιτικοί ή δημοσιολόγοι υποστηρίζουν παρεμφερείς, εντελώς
έωλες, ερμηνείες του Συντάγματος. Το επαναλαμβάνω λοιπόν με έμφαση και για μιαν
ακόμη φορά: Οι διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 3 του Συντάγματος είναι άκρως
σαφείς όταν αναφέρονται στην τρίτη ψηφοφορία για την εκλογή του Προέδρου της
Δημοκρατίας, η οποία αν δεν ευδοκιμήσει οδηγεί σ’ εκλογές. Ορίζει λοιπόν το
Σύνταγμα ότι σ’ αυτήν την ψηφοφορία απαιτείται «πλειοψηφία των τριών πέμπτων
του όλου αριθμού των βουλευτών». Ο αριθμός των βουλευτών, κατά την ισχύουσα νομοθεσία,
είναι 300. Άρα τα τρία πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών είναι 180.
Οιαδήποτε άλλη εκδοχή είτε είναι προϊόν άγνοιας είτε εκπορεύεται «εκ του
πονηρού».
Olympia