Φωτο από την Εξόδιο Ακολουθία του Γέροντα Ιερόθεου του
Καρεώτη
“Ἀλλ’ἐρεῖ
τις· πῶς ἐγείρονται οἱ νεκροί;” (Α΄Κορ.ιε΄, 35-58)
Γράφει ὁ Νῖκος Δ.
Πάσσας - Καθηγητής Δρ. Θ.
Θέμα ἐνδιαφέρον καὶ ὑπαρξιακὸ ὁ θάνατος γενικὰ τοῦ
ἀνθρώπου. Πρόκειται γιὰ τὸ τέλος τῆς ὑπάρξεως, τὴ διάλυση τῆς ὀντότητας, τὸν
ἀφανισμὸ τοῦ προσώπου, αὐτὸ ποὺ δέχονται οἱ ὑλιστές καὶ οἱ ἄθεοι; Εἶναι μιὰ
ἄποψη, τὴν ὁποία ἀκολουθοῦν οἱ ἐκτὸς τῆς ποίμνης τοῦ Χριστοῦ ἄνθρωποι,
ἰδιότυποι καὶ ἠθελημένα ἀπροσάρμοστοι στὸ μεγαλεῖο τῆς ἐπιφάνειας τῶν Μυστηρίων
τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μιὰ ἄρνηση τοῦ πραγματικοῦ, μιὰ ἐθελοτυφλία πεισματικὴ στὸ ὄντως
ὑπαρκτὸ καὶ ἀναμφισβήτητο.
Ἡ ὕπαρξη ἐμφανίζεται μὲ δυὸ ὄψεις: τὴ ζωὴ τῆς ἀναπτύξεως, τῆς προόδου, τῆς κοινωνικῆς καταξιώσεως, ἀλλὰ καὶ τὸ τέλος τῆς ὑλικῆς ὑπάρξεως καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ὑλικοῦ ἐκεῖ ἀπ’ὅπου δημιουργήθηκε, τὴ γῆ. Ἡ γῆ ἐπιζητεῖ πάντοτε τὰ δικά της, ἀπαιτεῖ ὅ,τι τῆς ἀνήκει. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικὴ ἡ φράση τοῦ τέλους τῆς ἐξόδιας ἀκολουθίας, τὴν ὁποία ἀπευθύνει ὁ ἱερέας, πρὸ τοῦ τάφου: «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ. Χοῦς εἶ καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσει».
Ἡ ὕπαρξη ἐμφανίζεται μὲ δυὸ ὄψεις: τὴ ζωὴ τῆς ἀναπτύξεως, τῆς προόδου, τῆς κοινωνικῆς καταξιώσεως, ἀλλὰ καὶ τὸ τέλος τῆς ὑλικῆς ὑπάρξεως καὶ τὴν ἐπιστροφὴ τοῦ ὑλικοῦ ἐκεῖ ἀπ’ὅπου δημιουργήθηκε, τὴ γῆ. Ἡ γῆ ἐπιζητεῖ πάντοτε τὰ δικά της, ἀπαιτεῖ ὅ,τι τῆς ἀνήκει. Εἶναι μάλιστα χαρακτηριστικὴ ἡ φράση τοῦ τέλους τῆς ἐξόδιας ἀκολουθίας, τὴν ὁποία ἀπευθύνει ὁ ἱερέας, πρὸ τοῦ τάφου: «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς, ἡ οἰκουμένη καὶ πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ. Χοῦς εἶ καὶ εἰς χοῦν ἀπελεύσει».
Τὶ εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τὸν ἄνθρωπο; Τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως τελειώνει, προβάλλοντας τὴν ἀρχὴ τῆς χριστιανικῆς πίστεως: «Προσδοκῶ ἀνάστασιν νεκρῶν καὶ ζωὴν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Εἶναι ὁ καρπὸς τῆς πίστεώς μας ἡ
ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Ὁ χριστιανὸς δὲν περιμένει τὴν ἀθανασία τῆς ἄυλης, σὰν τὸν
προ- χριστιανικὸ ἑλληνισμό, ἀλλὰ ζεῖ τὴ ζωή του μὲ τὴν προσδοκία καὶ τὴν ἐλπίδα
τῆς ἀναστάσεως τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς του μαζί. Προσδοκᾶ τὴ μεταμόρφωση ὅλης
τῆς ζωῆς του μελλοντικά. Δὲ χαίρετε ποὺ πεθαίνει, ἀλλὰ χαίρετε ποὺ θὰ ἀναστηθεῖ
ἐκ νεκρῶν. Τὸ σημεῖο αὐτὸ ἔχει ἰδιαίτερη σημασία, γιατὶ εἶναι παρεξηγημένο ἀπὸ
μερικοὺς θρησκόληπτους καὶ πολλοὺς ἄθρησκους, οἱ ὁποῖοι χαρακτηρίζουν τὴν
ἀνάσταση ὡς ἐφεύρημα τῶν Ἀποστόλων καὶ τῶν Πατέρων. Εἶναι μιὰ ἄρνηση στὸ
μεγαλύτερο γεγονὸς τοῦ μέλλοντος τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁλόκληρης τῆς φύσεως.
Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἑνότητα ψυχοσωματική: δὲν εἶναι μόνο ψυχὴ οὔτε μόνο σῶμα, ἀλλὰ ἑνότητα σώματος καὶ ψυχῆς. Γι’αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία δὲ χρησιμοποίησε στὸ «Σύμβολο τῆς Πίστεως» τὴν ἔκφραση
«ἀνάστασις σαρκός» ἤ «ἀνάστασις ψυχῆς», ἀλλὰ «ἀνάστασις νεκρῶν», ποὺ
περιλαμβάνει τὸν ὅλο ἄνθρωπο. Ἡ ἀνάσταση εἶναι ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς τελικῆς
ὁριστικῆς καὶ ἀκατάλυτης νίκης τῆς ζωῆς ἐπὶ τοῦ θανάτου. Ζωὴ εἶναι ἡ σχέση τῆς
ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα, ποὺ συγκροτεῖ τὴν ψυχοσωματικὴ ἑνότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν
διακόπτεται ἡ σχέση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα, τότε κατα- λύεται ἡ ψυχοσωματικὴ
ἑνότητα καὶ διαλύεται ὁ ἄνθρωπος, δηλαδὴ πεθαίνει. Θάνατος εἶναι ἡ διακοπὴ τῆς
σχέσεως καὶ μάλιστα κάθε σχέσεως: τοῦ σώματος μὲ τὴν ψυχή, τοῦ ἀνθρώπου μὲ τοὺς
συνανθρώπους του κτλ. Ἔτσι, ὁ θάνατος εἶναι τὸ ἀρνητικὸ τῆς ζωῆς ποὺ εἶναι
σχέση καὶ κοινωνία μεθέξεως. Ἀνάσταση εἶναι ἡ σχέση τῆς ψυχῆς μὲ τὸ σῶμα, ἀλλὰ
μὲ ἀλλιώτικο τρόπο, ἡ σχέση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Χριστὸ στὴ Δευτέρα Παρουσία του.
Μὲ τὴν ἀνάσταση ἀποκαθίσταται πάλι καθετὶ ποὺ χωρίσθηκε καὶ διασπάσθηκε μὲ τὸν
θάνατο καὶ πραγματοποιεῖται ἡ τελικὴ κατάργηση τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου.
Ἡ Ἄφιξη του Χριστοῦ
ἐν δόξῃ
Ὁ Χριστὸς θὰ ἐμφανισθεῖ στὴ Δευτέρα Παρουσία του ὡς φῶς
καὶ φωτιά. Ὅσοι δὲν τὸν ἀποδέχονται ἤ καὶ τὸν πολεμοῦν θὰ λάβουν τὰ ἐπίχειρα
τῆς ἀρνήσεώς τους καὶ τυφλώνονται μπροστὰ στὸ φῶς ἀπὸ τὴ λάμψη τοῦ Ἡλίου τῆς
Δικαιοσύνης. «ὁ Θεός κανένα δὲν κολάζει, ἀλλὰ καθένας διαλέγει γιὰ τὸν ἑαυτό
του ἄν θέλει νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ τὸν Θεό», γράφει ὁ χαλκέντερος Ἰωάννης ὁ
Δαμασκηνός.
Ἄς παρακολουθήσουμε τὶς ἀπόψεις δυὸ σημαντικῶν Πατέρων τῆς
Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι ὑπομνηματίζουν τὸ γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν:
Τοῦ Χρυσοστόμου Ἰωάννη (P.G. 53, 340) καὶ τῆς Ἐπιστολῆς πρὸς Διόγνητον (5, 1-
6, 8).
Χρυσοστόμου Ίωάννη
«Τότε ἀναστήσειν αὐτὰ ἐπηγγεί-
Ὑποσχέθηκε ὁ Χριστὸς ὅτι τότε θὰ τὰ
λατο, καὶ ἐν μείζονι δόξῃ
καταστή- ἀναστήσει (τὰ σώματα) καὶ θὰ τοὺς δώ-
σειν. Δεῖ γὰρ, φησὶν ὁ
μακάριος σει
μεγαλύτερη δόξα. Διότι πρέπει, λέει
Παῦλος, τὸ φθαρτὸν τοῦτο
ἐνδύσα- ὁ μακάριος Παῦλος, αὐτὸ τὸ φθαρτὸ νὰ
σθαι ἀφθαρσίαν, καὶ τὸ θνητὸν
τοῦ- ντυθεῖ τὴν ἀφθαρσία καὶ αὐτὸ τὸ θνητὸ
το ἐνδύσασθε ἀθανασίαν. Καὶ
μετὰ νὰ ντυθεῖ τὴν ἀθανασία. Καὶ μετὰ τὴν
τὴν τῶν σωμάτων ἀνάστασιν τῆς
βα- ἀνάσταση τῶν σωμάτων ὑποσχέθηκε
σιλείας ἡμῖν τὴν ἀπόλαυσιν
δωρεῖ- ὅτι θὰ μᾶς δωρίσει τὴν
ἀπόλαυση τῆς
σθαι ὑπέσχετο, καὶ τὴν μετὰ
τῶν βασιλείας
καὶ τὴ συντροφιὰ μὲ τοὺς
ἁγίων διαγωγὴν, καὶ τὴν ἐν
διηνε- ἁγίους καὶ τὴν ἀπόλαυση
στοὺς ἀτε-
κεῖ αἰῶνι ἀπόλαυσιν, καὶ τὰ
ἀπόρ- λεύτητους αἰῶνες
καὶ ἐκεῖνα τὰ ἀγνω-
ρητα ἐκεῖνα ἀγαθά, ἅ
ὀφθαλμὸς
στα ( μὴ λεγόμενα) ἀγαθά, τὰ ὁποῖα
οὐκ εἶδε, καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε,
καὶ μάτι δὲν εἶδε καὶ
αὐτὶ δὲν ἄκουσε καὶ
ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπων οὐκ
ἀνέβη. νοῦς ἀνθρώπου δὲ
φαντάσθηκε.
Εἶδες πόση τῶν ὑποσχέσεων ἤ
ὑπερ- Εἶδες πόση εἶναι ἡ ὑπερβολὴ τῶν
βολή, εἶδες δωρεῶν μέγεθος;»
ὑποσχέσεων, εἶδες μέγεθος δωρεῶν;
Ἐπιστολή πρὸς
Διόγνητον
«Χριστιανοὶ γὰρ οὔτε γῆ οὔτε
Γιατὶ οἱ χριστιανοὶ οὔτε ὡς πρὸν τὸν
φωνῇ οὔτε ἔθεσι διακεκριμμένοι
τόπο οὔτε ὡς πρὸν τὴν ὁμιλία οὔτε ὡς
τῶν λοιπῶν εἰσιν ἀνθρώπων. Οὔ-
πρὸς τὰ ὑπόλιπα ἔθνη διακρίνονται ἀπ’
τε γὰρ που πόλεις ἰδίας
κατοικοῦ- τοὺς
ὑπόλοιπους ἀνθρώπους. Γιατὶ δὲν
σιν οὔτε διαλέκτῳ τινὶ
παρηλλαγμέ κατοικοῦν οὔτε σὲ ἰδιαίτερες
πόλεις
νη χρῶνται.. θαυμαστὴν καὶ
ὁμολο- οὔτε κάποια διαφορετικὴ γλῶσσα χρη-
γουμένως παράδοξον
ἐνδείκνυται
σιμοποιοῦν..παρουσιάζουν θαυμαστὴ
τὴν κατάστασιν τῆς ἑαυτῶν
πολιτείας. καὶ πραγματικα παράξενη την κατά-
Πατρίδας οἰκοῦσιν ἰδίας,
ἀλλ’ὡς σταση τοῦ
τρόπου τῆς ζωῆς τους. Κα-
πάροικοι· μετέχουσι πάντων ὡς
πο- τοικοῦν τὶς ἰδιαίτερες πατρίδες τους,
λῖται καὶ πάνθ’ὑπομένουσιν
ὡς ἀλλὰ
σὰν πάροικοι. Συμμετέχουν στὰ
ξένοι· πᾶσα ξένη πατρὶς ἐστιν
αὐτῶν, πάντα ὡς πολίτες καὶ ὅλα τὰ ὑπομένουν
καὶ πᾶσα πατρίς ξένη…Ἐπὶ γῆς
δια- ὡς ξένοι. Κάθε ξένη πατρίδα εἶναι πα-
τρίβουσιν, ἀλλ’οὐρανῷ
πολιτεύονται. τρίδα τους καὶ κάθε πατρίδα εἶναι ξένη.
Πείθονται τοῖς ὁρισμένοις
νόμοις, Ζοῦν στὴ γῆ ἀλλὰ
πολιτεύονται στὸν
καὶ τοὶς ἰδίοις βίοις νικῶσι τοὺς
νό- οὐρανό. Ὑπακούουν στοὺς καθορισμέ-
μους. Ἀγαπῶσι πάντας, καὶ
ὑπὸ
νους νόμους καὶ μὲ τὴ ζωή τους ὑπερ-
πάντων διώκονται. Ἀγνοοῦνται,
καὶ βαίνουν τοὺς νόμους. Ἀγαποὺν ὅλους
κατακρίνονται· θανατοῦνται καὶ
ζωο- καὶ διώκονται ἀπὸ ὅλους. Ἀγνοοῦνται
ποιοῦνται· βλασφημοῦνται καὶ
δικαι- καὶ κατακρίνονται. Θανατώνονται καὶ
οῦνται. Λοιδοροῦνται καὶ
εὐλογοῦσι· παίρνουν ζωή. Βλασφημοῦνται καὶ δι-
ὑβρίζονται, καὶ τιμῶσιν.
Ἀγαθοποι- καιώνονται. Δέχονται
λοιδορίες καὶ
οῦντες ὡς κακοὶ κολάζονται·
εὐλογοῦν. Ὑβρίζονται καὶ τιμοῦν.
κολαζόμενοι χαίρουσιν ὡς
ζωοποι- Ὅταν κάνουν τὸ καλό,
τιμωροῦνται ὡς
ούμενοι…Ἁπλῶς δ’εἰπεῖν,
ὅπερ
κακοὶ, ὅταν τιμωροῦνται χαίρονται
ἐστιν ἐν σώματι ψυχή,
τοῦτ’εἰσιν
σὰν νὰ παίρνουν ζωή. Μὲ λίγα λόγια
ἐν κόσμῳ Χριστιανοί…
Χριστια- ὅ,τι
εἶναι γιὰ τὸ σῶμα ἡ ψυχὴ, αὐτὸ
νοὶ ἐν κόσμῳ οἰκοῦσιν, οὐκ
εἰσὶ
εἶναι στὸν κόσμο οἱ χριστιανοὶ..Οἱ
δὲ ἐκ τοῦ
κόσμου».
Χριστιανοὶ κατοικοῦν στὸν κόσμο,
ἀλλὰ δὲν προέρχονται ἀπ’τὸν κόσμο.
Θὰ ἰσχυρισθεῖ ἴσως κάποιος, διερωτώμενος: πῶς ἀνασταίνονται
οἱ νεκροὶ, μὲ ποιὸ σῶμα ἔρχονται, μὲ αὐτὸ τὸ σῶμα ποὺ ἀποσυντέθηκε καὶ διαλύθηκε;
Ἐδῶ προβάλλει ὁ ἐξαιρετικὸς νοῦς τοῦ γράφοντος. Ὁ Παῦλος εἶναι στὸ λόγο του
πρακτικός, γιατὶ ἐπιδιώκει τὴν κατανόηση καὶ τὴ βεβαιότητα τῶν λεγομένων του. Ἡ
φύση, τὶς περισσότερες φορὲς μᾶς ὁδηγεῖ στὸ ὑπερβατικὸ καὶ ὑπέρλογο. «ἄφρον, σὺ
ὅ σπείρεις οὐ ζωοποιεῖται, ἐὰν μὴ ἀποθάνῃ». Ἀνόητε ἄνθρωπε, ποὺ γνωρίζεις τὰ
πάντα, ποὺ δημιουργεῖς θαύματα πραγματικὰ τῆς τέχνης καὶ τῆς τεχνολογίας, ἀλλὰ
τὰ θέματα τῆς πίστεως σὲ ἀφήνουν ἀσυγκίνητο καὶ ψυχρό! Ἐπειδή, λοιπόν, ποτὲ δὲν
προβληματίσθηκες, ἔρχομαι μὲ τὸ δικό μου λόγο νὰ σὲ προκαλέσω σὲ σκέψεις: σὲ
ἐρωτῶ. Γιατὶ ἀμφιβάλλεις; Τὸ σπόρο ποὺ σπέρνεις στὸ χωράφι σου δὲ μπορεῖ νὰ
ἀναζωογονηθεῖ καὶ νὰ καρποφορήσει, ἀν δὲν πεθάνει καὶ δὲν ἀποσυντεθεῖ,
θαπτόμενος στὴ γῆ.
Ἑτοιμασία τοῦ
χωραφιοῦ καὶ ἡ σπορά
Πιὸ συγκεκριμένα, αὐτὸ ποὺ σπέρνεις δὲν εἶναι τὸ σῶμα,
ποὺ πρόκειται νὰ φυτρώσει καὶ νὰ προέλθει ἀπ’τὴ γῆ, ἀλλὰ σπέρνεις π.χ. ἕνα γυμνὸ καὶ χωρὶς φύλλα κόκκο σταριοῦ ἤ κάποιον ἀπ’τοὺς ἄλλους σπόρους. Ὁ δὲ Θεὸς δίνει στὸ γυμνὸ αὐτὸ
σπόρο σῶμα, σύμφωνα μὲ τὸ θέλημά του καὶ σὲ καθένα ἀπ’τοὺς σπόρους τὸ ἰδιαίτερο
σῶμα. Ὅλες οἱ σάρκες δὲν εἶναι ἡ ἴδια σάρκα: ἄλλη εἶναι ἡ σάρκα τῶν ἀνθρώπων,
ἄλλη ἡ σάρκα τῶν κτηνῶν, ἄλλη ἡ σάρκα τῶν ψαριῶν καὶ ἄλλη τῶν πουλιῶν.
Γνωρίζουμε ἀκόμη, ὅτι ὑπάρ- χουν σώματα ἐπουράνια καὶ σώματα ἐπίγεια, ἀλλὰ ἄλλη
εἶναι ἠ λαμπρότητα τῶν ἐπουρανίων καὶ ἄλλη τῶν ἐπιγείων. Ἄλλη εἶναι ἡ λάμψη καὶ
τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἡλίου καὶ ἄλλη εἶναι ἠ λάμψη τῆς σελήνης καὶ ἄλλη ἡ λαμπρότητα
τῶν ἀστεριῶν, γιατὶ ἀστέρι ἀπὸ ἀστέρι διαφέρει ὡς πρὸς τὴ λάμψη.
Αὐτὸ θὰ συμβεῖ καὶ μὲ τὴν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν σωμάτων. Ρίπτεται τὸ νεκρὸ σῶμα στὸν τάφο
σὲ κατάσταση φθορᾶς καὶ ἀποσυνθέσεως καὶ ἀνασταίνεται ἄφθαρτο. Ρίπτεται στὸν
τάφο δυσειδὲς (δύσμορφο) καὶ δυσῶδες (βρομερό) καὶ ἀνασταίνεται ὡραῖο καὶ
ἔνδοξο. Σπέρνεται σὲ κατάσταση ἀσθένειας καὶ ἀνασταίνεται γεμᾶτο δύναμη.
Σπέρνεται σῶμα ποὺ ζοῦσε μὲ τὶς κατώτερες
ζωϊκὲς του λειτουργίες καὶ ἀνασταίνεται σῶμα πνευματικό. Ὑπάρχει σῶμα
ψυχικό, δηλ, ζωϊκό, καὶ ὑπάρχει σῶμα πνευματικό. Ἔτσι, ἀκριβῶς εἶναι
γραμμένο: ἔγινε ὁ πρῶτος ἄνθρωπος, ὁ
Ἀδᾶμ, μὲ ψυχὴ ζωντανή, ποὺ ζωογονεῖ καὶ τὸ σῶμα. Ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Χριστὸς εἶναι
πλήρης ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ποὺ μεταδίδει πνευματική ζωή. Ὅμως, δὲν ἔγινε
πρῶτα τὸ πνευματικὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸ ψυχικό, τὸ ζωϊκὸ καὶ ἔπειτα τὸ πνευματικό.
Ὁ πρῶτος ἄνθρωπος πλάσθηκε καὶ προερχόταν ἀπ’τὴ γῆ·
ἦταν χωματένιος. Ὁ δεύτερος ἄνθρωπος εἶναι ὁ
Κύριος, ὁ ὁποῖος ὡς Θεός κατέβηκε ἀπ’τὸν οὐρανὸ καὶ προσέλαβε τὴν ἀνθρώπινη
φύση. Ὅποιος ἦταν ὁ χωματένιος, δηλαδὴ θνητὸς καὶ φθαρτός, τέτοιοι χωματένιοι
εἶναι καὶ οἱ ἀπόγονοί του. Καὶ ὅποιος εἶναι ὁ ἐπουράνιος, πνευματικός καὶ
ἄφθαρτος, τέτοιοι θὰ εἶναι καὶ οἱ ἐπουράνιοι, οἱ πιστοὶ δηλαδὴ ποὺ ἀναγεννῶνται
μὲ τὸν Χριστὸ στὴ νέα ζωή. Καὶ ὅπως πήραμε πάνω μας καὶ φορέσαμε τὰ ἰδιώματα
τοῦ χωμετένιου, ἔτσι θὰ φορέσουμε καὶ τὰ ἰδιώματα τοῦ ἐπουράνιου καὶ θὰ γίνουμε
εἰκόνα του. Θέλω, ἀγαπητοί μου Κορίνθιοι, νὰ γίνω σαφέστερος. Μ’αὐτὰ ποὺ σᾶς
λέω ἐννοῶ ὅτι ἡ σάρκα καὶ τὸ αἷμα, τὸ σαρκικὸ δηλαδὴ καὶ φθαρτὸ σῶμα μας δὲ
μπορεῖ, ὅπως εἶναι σήμερα, νὰ κληρονομήσει τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, οὔτε καὶ ἡ
φθορὰ κληρονομεῖ ποτὲ τὴν ἀφθαρσία.
Στὴ συνέχεια ὁ Ἀπόστολος θὰ προβεῖ, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει,
στὴ φανέρωση μυστηριώδους καὶ ἄγνωστης ἀλήθειας. Βλέπετε, ὁρισμέ-να πράγματα
δὲν ἀποκαλύπτονται μὲ τὴ λογικὴ τῆς ἐπιστημοσύνης καὶ τῆς γνωστικῆς ἐμπειρίας
τῶν ἀνθρώπων. Ὑπάρχουν τὰ μυστικὰ τὰ ἑπτασφράγιστα τῶν οὐρανῶν, ὅπου τὸ μυαλὸ
δὲν εἰσχωρεῖ καὶ ἡ γνώση εἶναι ἀδύναμη νὰ διεισδύσει στὰ ἄδυτα βάθη τῆς γνώσεως
τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀλήθεια, λοιπόν, ποὺ σᾶς ἀποκαλύπτω Κορίνθιοι, εἶναι ὅτι δὲ θὰ
πεθάνουμε ὅλοι· ὅμως ὅλοι, νεκροὶ καὶ ζωντανοί, ὅταν ἔλθει ὁ Χριστός, θὰ
ἀλλάξουμε σῶμα καὶ κατάσταση. «Ἰδοὺ μυστήριον ὑμῖν λέγω· πάντες μὲν οὐ
κοιμηθησόμεθα, πάντες δὲ ἀλλαγησόμεθα». Αὐτὸ θὰ γίνει ἀκαριαία «ἐν ριπῇ
ὀφθαλμοῦ», ὥσ-που νὰ ἀνοιγοκλείσει τὸ βλέφαρο, ὅταν θὰ ἠχήσει ἡ τελευταία
σάλπιγγα τοῦ οὐρανοῦ· γιατὶ τότε θὰ σαλπίσει ὁ ἄγγελος καὶ οἱ νεκροὶ θὰ
ἀναστηθοῦν ἄφθαρτοι. Ὅσοι, κατὰ τὴ στιγμὴ ἐκείνη, θὰ εἶναι ζωντανοί θὰ ὑποστοῦν
ἀμέσως ριζικὴ ἀλλαγή. «δεῖ γὰρ τὸ φθαρτὸν τοῦτο ἐνδύσασθε ἀφθαρσίαν καὶ τὸ θνητὸν
τοῦτο ἐνδύσασθε ἀθανασίαν». Πρέπει, τὸ φθαρτὸ τοῦτο σῶμα νὰ ἐνδυθεῖ ἀφ- θαρσία
καὶ τὸ θνητὸ τοῦτο σῶμα νὰ ἐνδυθεῖ ἀθανασία. Τὰ σώματα, λοιπόν, θὰ
μετασχηματισθοῦν σὲ ἄφθαρτα καὶ ἀθάνατα. Θὰ εἶναι ὁ θρίαμβος τοῦ φθαρτοῦ
ἀνθρώπινου σώματος, ἐπιρρεποῦς καὶ ὑποκειμένου σὲ χίλιες δυὸ ἐπιδράσεις τῶν
κοσμικῶν κακῶν καὶ ἀσθενειῶν, στὴν πορεία τῆς ἐπίγειας ζωῆς.
Ὁ μετασχηματισμὸς αὐτὸς θὰ σημάνει τὴν πραγματικὴ
συμμετοχὴ στὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τῶν πάντων. Καὶ ὁ Ἀπόστολος συνεχίζει:
ὅταν τὸ φθαρτὸ τοῦτο σῶμα πάρει τὴν ἀφθαρσία, δηλαδὴ θὰ εἶναι στὸ ἀπυρόβλητο
ἀπ’τὶς πάσης φύσεως κακώσεις καὶ ἐπι- δράσεις καὶ δὲ θὰ ὑπόκειται στὴ φθορὰ τοῦ
χρόνου καὶ τῶν μετα- βολῶν του, καὶ τὸ θνητὸ τοῦτο πάρει τὴν ἀθανασία, τότε θὰ
γίνει πραγματικότητα ὁ λόγος, ποὺ εἶναι γραμμένος στὴν π. Διαθήκη: «κατεπόθη ὁ
θάνατος εἰς νῖκος». Καταποντίσθηκε, κατανικήθηκε καὶ ἐξαφανίσθηκε ἐντελῶς ὁ
θάνατος. Δὲν ὑπάρχει πιά. Καὶ λίγο πιὸ κάτω: «ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; Ποῦ
σου ᾃδη, τὸ νῖκος;» Ποῦ εἶναι θάνατε τὸ φαρμακερὸ κεντρί σου; Ἅδη, ποῦ εἶναι ἡ
νίκη σου; Ἐλᾶτε τώρα νὰ θυμηθοῦμε τὴν κατακλεῖδα τῆς θείας Λειτουργίας τοῦ
Πάσχα, ὅπου ὁ ἱερέας διαβάζει τὸν Κατηχητικὸ Λόγο Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Τὸ
ἀπόσπασμα εἶναι παρμένο ἀπ’τὸ στίχο αὐτὸ καὶ βλέπουμε τὴν ἐπίδραση τῶν κειμένων
στὴ διαμόρφωση τῆς σκέψεως τῶν Πατέρων. «…Ποῦ σου θάνατε τὸ κέντρον; Ποῦ σου
ᾃδη τὸ νῖκος; Ἀνέστη Χριστὸς καὶ σὺ καταβέβλησαι. Ἀνέστη Χριστός, καὶ χαίρουσιν
ἄγγελοι. Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐπὶ μνήματος. Χριστὸς γὰρ ἐγερθεὶς
ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο».
Τὸ κέντρο εἶναι τὸ φαρμακερὸ κεντρὶ τοῦ θανάτου καὶ προσδιορίζεται ἀπ’τὸν Ἀπόστολο ὡς ἡ ἁμαρτία, τὴν ὁποία ὅμως ἔχει ἐξουδετερώσει καὶ ἐξαφανίσει ὁ Χριστός. Ἡ δύναμη τῆς ἁμαρτίας εἶναι ὁ
νόμος, γιατὶ χωρὶς νόμο δὲ νοεῖται ἁμαρτία. Εὐλογημένος ἄς εἶναι ὁ Θεός, ὁ
ὁποῖος διὰ τοῦ Χριστοῦ μᾶς δίδει τὴ νίκη. Ἀδελφοί μου δὲν ἔχω πρὸς τὸ παρὸν νὰ
σᾶς πῶ ἄλλα. Θα’θελα ὅμως νὰ στηριχθεῖτε γερὰ στὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια, ποὺ
εἶναι ἡ βέβαιη καὶ ἀναμφισβήτητη ἀνάστασή μας. Μένετε ἀκλόνητοι καὶ στερροὶ
στὴν πίστη καὶ πάντοτε πλούσιοι στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Νὰ γνωρίζετε ἀπόλυτα, ὅτι
ὁ κόπος σας δὲ θὰ πάει χαμένος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου. Στὴν ὅποια προσπάθεια καὶ
ἀγωνιστικὴ διάθεση θὰ ὑπάρξει καὶ ἡ ἀντιμισθία ἀπὸ μέρους τοῦ δωρεοδότη
Χριστοῦ.
Σημείωση: Ευχαριστούμε θερμά τον κ. Νικόλαο Πάσσα, Δρ. Θεολογίας,
απόφοιτο της Π.Ε.Σ. για την αποστολή του ανωτέρω. "Ο Πάτμιος"