"Οι Έλληνες θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν την παραμονή
τους στο ευρώ για να καταστρώσουν ένα πλάνο διαφυγής από αυτό. Να εξασφαλίσουν
τις τράπεζές τους σε περίπτωση χρεοκοπίας μέσα στο ευρώ και να λειτουργήσουν με
τέτοιο τρόπο που να μην μπορεί ξανά η ΕΚΤ να τους κλείσει τις τράπεζες."
αναφέρει το γνωστό Foreign Policy, το οποίο έχει σε πρώτο πλάνο μια φωτογραφία
με την γερμανική σημαία ξανά στημένη πάνω στην Ακρόπολη.
Ο συμβολισμός είναι σαφής, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά υπό
γερμανική Κατοχή, και αυτή τη φορά οι Έλληνες δεν έχουν ακόμα την δύναμη να
τους πολεμήσουν διότι ο εχθρός δεν έχει φυσική παρουσία στην χώρα αλλά την
κυβερνάει δια των αντιπροσώπων του, και εκ του μακρόθεν.
Και καταλήγει: «Η Ευρωζώνη, ως σύνολο, παραμένει μια
οικονομική υπόθεση και μια δημοκρατική ντροπή. Είναι παγιδευμένη σε ένα
εφιαλτικό κενό όπου η πολιτική δεν επιτρέπει τη δημιουργία κοινών θεσμών που
αποδυναμώνουν τη Γερμανία και την ΕΚΤ, ενώ ο φόβος αποτρέπει τα θύματά της από
την αναχώρηση. Τόσο μεγάλο είναι το ευρωπαϊκό όνειρο». Το ίδιο περιοδικό σε
δεύτερο άρθρο του αναφέρει την αναγκαιότητα να φύγει η Γερμανία από την
Ευρωζώνη καθώς είναι η πραγματική πηγή των προβλημάτων.
Ο Φίλιπ Λεγκρέν ήταν για τέσσερα χρόνια στην Κομισιόν,
λειτουργώντας ως οικονομικός σύμβουλος, πολύ κοντά στους εξουσιαστικούς
μηχανισμούς των Βρυξελλών. Άρα γνωρίζει.
Κι επειδή γνωρίζει, τώρα, δύο ημέρες μετά τη σύναψη
συμφωνίας, αναφέρει σε άρθρο του στο Foreign Policy πως μέσα στο Σαββατοκύριακο
η γερμανική ηγεσία λειτούργησε με τρόπο βάναυσο, εκδικητικό και κοντόφθαλμο
κατά της Ελλάδας. Όμως, βρήκε την υποστήριξη και από τη Φρανκφούρτη και την
παράνομη απειλή της ΕΚΤ να τραβήξει το βύσμα που κρατάει εν ζωή τις ελληνικές
τράπεζες. «Δεν υπάρχει τίποτα ένδοξο στην Ευρωζώνη. Είναι μια τερατώδης κομπίνα
αντιδημοκρατικών πιστωτών», αναφέρει με επιθετικό τόνο.
Η συζήτηση για το τρίτο πακέτο στήριξης οδήγησε τους
Γερμανούς σε κινήσεις που διπλασιάζουν την έτσι και αλλιώς καταστροφική
στρατηγική των πιστωτών κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, συμπιέζουν την ελληνική
οικονομία, αυξάνουν το χρέος της και ποδοπατούν κάθε έννοια δημοκρατίας. Ακόμη
και η Deutsche Bank αναφέρεται, πλέον, στην Αθήνα με όρους υποτέλειας.
Κατά τον Λεγκρέν, η Γερμανία αποδεικνύεται πως είναι ένας
καταστροφικός ηγεμόνας σε μια ένωση που στερείται πολιτικών θεσμών. Η Ελλάδα,
από τη μεριά της, κατανόησε τη ματαιότητα της αντίστασής της. Οι μικρές χώρες,
όπως η Σλοβακία και η Φινλανδία συμφώνησαν με τη Γερμανία, αλλά η φωνή τους
είναι ελάχιστα καθοριστική. Για τη Γερμανία, όλοι αυτοί είναι χρήσιμοι ηλίθιοι
που παρέχουν κάλυψη στα απολύτως στενά συμφέροντά της. Μέσω των δανείων προς
την Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να σωθούν οι τράπεζες των δύο χωρών, αλλά μόνο
αυτές της Γερμανίας. «Είναι αφελές να πιστεύουμε ότι το Βερολίνο δεν θα τους
ισοπέδωνε αν βρίσκονταν στο δρόμο του».
Το άρθρο σημειώνει το Βερολίνο και η Φρανκφούρτη εκβίασαν
από το 2010 την Ιρλανδία, την Ιταλία και φυσικά την Ελλάδα στην οποία
προχώρησαν σε ένα κτηνώδες σχέδιο. Τα κόμματα που αμφισβήτησαν την «Συναίνεση
του Βερολίνου», θα έπρεπε να ηττηθούν με υποταγή – τίποτα λιγότερο. Κάτω από
αυτό το πρίσμα, η Ευρωζώνη συγκροτείται από το φόβο.
Ο Λεγκρέν αναφέρει πως η ταπείνωση του Τσίπρα ήταν πλήρης.
Καίτοι κάλεσε ένα δημοψήφισμα και πήρε με το μέρος του τη μεγάλη πλειοψηφία του
ελληνικού λαού, δεν κατάφερε να έχει στα χέρια του ένα διαπραγματευτικό χαρτί
έναντι των δανειστών. Δεν μπορούσε να περιμένει αναδίπλωση από μέρους τους.
Έτσι, ο Τσίπρας δεν τόλμησε να αρνηθεί τις άδικες συνθήκες που του επέβαλε το
Βερολίνο, μπροστά στο φόβο της εξόδου από το ευρώ και την επιστροφή σε εθνικό
νόμισμα.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι η επιστροφή της μισητής
Τρόικας στην Αθήνα. Η ελληνική Βουλή θα πρέπει να πάρει πίσω όλους τους νόμους
που ψήφισε από τον Ιανουάριο και να ψηφίσει άλλους, σαφώς σκληρότερους. Ακόμη
και έτσι, όμως, δεν εξασφαλίζει το τρίτο πρόγραμμα, αλλά ανοίγει το δρόμο για
νέες διαπραγματεύσεις. Θα πρέπει πρώτα να εκπληρώσει κάποιους όρους και
συνθήκες και στη συνέχεια να λάβει τα πολλά χρήματα.
Το πάγιο αίτημα της Ελλάδας για ελάφρυνση χρέους πηγαίνει
με υποκριτικό τρόπο, από την πλευρά των δανειστών, στο μέλλον. Αντιθέτως,
απαιτείται περισσότερη λιτότητα που θα βαθύνει ακόμη περισσότερο την οικονομική
τρύπα της χώρας και θα αυξήσει το δυσβάσταχτο χρέος της. Ο Λεγκρέν προβλέπει
πως η ύφεση και η κοινωνική αντίδραση θα φουντώσουν όταν θα αρχίσει να
σχηματοποιείται η τεχνοκρατική εικόνα που επέβαλε το Βερολίνο στην Αθήνα.
Το αμερικανικό πολιτικό περιοδικό «Foreign Policy» που
συνήθως απηχεί απόψεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δημοσιεύει και ένα άρθρο με τίτλο «It’s Time to Kick Germany Out of the
Eurozone».
Διαβάστε τι γράφει το άρθρο:
«Να γιατί η άγκυρα που τραβάει στο βυθό την ευρωπαϊκή
οικονομία δεν είναι η Αθήνα-είναι το Βερολίνο». Τον περασμένο χρόνο, η Γερμανία
εκτόξευσε ένα εμπορικό πλεόνασμα 217 δισεκατομμυρίων ευρώ, που την καθιστά
δεύτερη στον κόσμο μετά την Κίνα που κυριαρχεί στο παγκόσμιο εμπόριο. Για κάποιους, καθιστά την Γερμανία φωτεινό
σημάδι στην κατά τα άλλα ανεμική οικονομία της Ευρωζώνης ή «οδηγό ανάπτυξης»,
όπως το έχει θέσει ο υπουργός οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Κατά βάθος, το γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα, βρίσκεται
ακριβώς στην καρδιά των ευρωπαϊκών προβλημάτων: Μακράν των αυξητικών τάσεων των
παγκόσμιων οικονομιών, τραβούν τους Ευρωπαίους στην κατηφόρα. Ο καλύτερος τρόπος
διαφυγής από την ξεροκέφαλη αυτή κατάσταση είναι για τη Γερμανία να
εγκαταλείψει την Ευρωζώνη.
Οι Γερμανοί συνήθως απαντούν σ’ αυτές τις κατηγορίες με
ένα είδος πληγωμένης σύγχυσης. «Έχουμε εμπορικό πλεόνασμα -προσπαθούν
υπομονετικά να εξηγήσουν- επειδή είμαστε πιο ανταγωνιστικοί από τους
περισσότερους εμπορικούς ανταγωνιστές εταίρους μας».
«Μπορείτε να μας κατηγορήσετε -ερωτούν- επειδή ο κόσμος
προτιμά να αγοράζει ανώτερης ποιότητας γερμανικά αγαθά; Κάτι που δεν θέλουμε να
ανατραπεί».
Έτσι μ΄ αυτό το επιχείρημα, ο υπόλοιπος κόσμος θα πρέπει
να εντείνει την προσπάθεια, να βελτιώσει τα τους οίκου του και να μοιάσει
περισσότερο με την Γερμανία. «Στο μεταξύ μην μας μισείτε επειδή είμαστε
όμορφοι...».
Παρά την λαϊκή μυθολογία, ωστόσο, ουδείς λόγος υπάρχει να
γίνουμε ανταγωνιστικοί με «όρους εμπορικού πλεονάσματος». Πίσω στα 1817, ο
οικονομολόγος David Ricardo είχε επισημάνει στις Αρχές Πολιτικής Οικονομίας και
Φορολογίας (On the Principles of Political Economy and Taxation) ότι η βάση για
το εμπόριο είναι «ο ανταγωνισμός και όχι το απόλυτο πλεονέκτημα».
Με άλλα λόγια «ακόμη και όταν μία χώρα είναι καλύτερη στα
πάντα, θα πρέπει να εξάγει τα καλύτερά της και να εισάγει όλα εκείνα στα οποία
είναι λιγότερο καλή».
Η κρίση στην Ευρωζώνη συνήθως αποκαλείται κρίση χρέους.
Αλλά κατά βάθος η Ευρώπη ως σύνολο δεν αντιμετωπίζει πρόβλημα εξωτερικού
χρέους, αλλά εσωτερικού:
Τα πλεονάσματα της Γερμανίας και τα αυξανόμενα χρέη της
Ευρωπαϊκής περιφέρειας είναι οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Η Γερμανία κέρδισε (πολλά) από το ενιαίο νόμισμα παρά από
τις επενδύσεις στο εσωτερικό της χώρας για να δανείζει τους Ευρωπαίους
εμπορικούς εταίρους της ώστε να αγοράζουν γερμανικά προϊόντα.
Ως το 2007, το γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα είχε φτάσει τα
195 δισεκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα δύο τρίτα προέρχονταν από το εσωτερικό
της Ευρωζώνης.
Το Βερολίνο μπορεί να το αποκαλεί «λιτότητα», αλλά δεν
μπορεί να αμφισβητήσει ότι τα γερμανικά υπερβολικά αποθέματα, τα οποία οι
τράπεζές της δυσκολεύονται να προωθήσουν σε χρήση, έχουν καλά επενδυθεί.
Έτσι δίνουν στους Γερμανούς την ψευδαίσθηση της ευημερίας
ανταλλάσσοντας την εργατική απόδοση με ανταπόδοση χάρτινων «IOU» τα οποία
ουδέποτε θα είναι σε θέση να ξεπληρώσουν.
Κάτι θα πρέπει ν΄ αλλάξει , αλλά τι; Σε κανονικές συνθήκες
κάθε χώρα θα πρέπει να προωθεί την δική της νομισματική πολιτική βασιζόμενη στο
διακανονισμό της συναλλαγματικές της αξίες.
Αλλά η Ευρωζώνη έχει πέσει στην παγίδα. Οι χώρες της
πρέπει να ακολουθήσουν σε δύο διαφορετικές κατευθύνσεις, αλλά κάτω από ενιαίο
νόμισμα.
Ο ευρωπαϊκός νομισματικός κατευνασμός -με εξασθενημένο
ευρώ- αναπροσανατολίζει την ευρωπαϊκή εσωτερική ανισορροπία με εξωστρέφεια. Το
γερμανικό εμπορικό πλεόνασμα με τις ΗΠΑ σημειώνει έκρηξη πάνω 49% από το 2007
στο 2013) ενώ μειώνεται ως προς την Ιαπωνία και την Κίνα, καθώς σημειώνει άνοδο
σε πλεόνασμα σε σχέση με τη Βραζιλία και την Νότιο Κορέα.
Τον περασμένο χρόνο, οι Γερμανοί πολιτικοί έδειξαν
περισσότερο πρόθυμοι να προσπαθήσουν να αυξήσουν τη ζήτηση, ανεβάζοντας τον
κατώτατο μισθό, περικόπτοντας το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης και αυξάνοντας
τις συντάξεις, με την απειλή να θίξουν την παραγωγικότητα, την οποία θεωρούν
γερμανικό προνόμιο πηγή ικανότητας για κατανάλωση.
Ταυτόχρονα ήταν οι ίδιοι πολιτικοί που αρνήθηκαν να
περικόψουν φόρους ή να αυξήσουν τις δημόσιες δαπάνες, κάτι που το 2014 είχε ως
αποτέλεσμα να υποβληθεί στην Γερμανία ο πρώτος ισοσκελισμένος προϋπολογισμός
από το 1969, μία χρονιά νωρίτερα, από όσο προβλεπόταν.
Για τους περισσότερους Γερμανούς οποιαδήποτε πρόταση να
χαλαρώσουν την οικονομική πειθαρχία, προσκρούει στο ελληνικό παράδειγμα. Τα
μεγάλα τραπεζικά αποθέματα ψάχνουν να βρουν πρόθυμους δανειολήπτες.
Με γερασμένο πληθυσμό, ίσως εξηγείται ο λόγος που οι
Γερμανοί αποταμιεύουν. «Η «ανάπτυξη» που δημιουργεί η Γερμανία χρηματοδοτώντας
μη βιώσιμη εμπορική ανισότητα -εντός και εκτός Ευρωζώνης- είναι μια
ψευδαίσθηση. Είναι μια δανεική ανάπτυξη για μικρό διάστημα. Για τη Γερμανία και
τον κόσμο, είναι κακό εμπόριο.
defencenet.gr