Χρόνια τώρα, δεκαετίες, οι Νεοέλληνες περνούσαμε Χριστούγεννα που καμιά σχέση
δεν ήταν δυνατόν να έχουν με τη Γέννα του Χριστού.
Επηρεασμένοι από την τακτική του δυτικού κόσμου, δεμένοι
στο άρμα της υλιστικής νοοτροπίας και του ακατάσχετου ευδαιμονισμού είχαμε
καταστήσει τη μητρόπολη αυτή των εορτών της ορθοδοξίας αφορμή αποθεώσεως
της ύλης, του κοσμικού και σαρκικού φρονήματος. «Καλά Χριστούγεννα» λέγαμε, και
στη συνείδησή μας το «καλά» είχε συνδεθεί με τα φώτα, τα δώρα, τα κεράσματα, τα
χριστουγεννιάτικα δένδρα, τα ρεβεγιόν, τα πάρτι, τα σαλόνια, δηλ. όλη την
υλοφροσύνη, την κενοδοξία, την επιδειξιομανία, τη σαρκικότητα.
Τι σχέση όμως
μπορούν να έχουν αυτά με την ενανθρώπιση του Θεού;
Να γιατί ίσως φέτος η πατρίδα μας θα ζήσει αληθινά
Χριστούγεννα. Γιατί οι εξωτερικές συνθήκες της υλικής φτώχειας υπάρχουν όπως
και τότε, στη Γέννηση του Χριστού.
Μένει να πληρωθούν και οι εσωτερικές συνθήκες στην καρδιά
του καθενός μας, με την ολόκαρδη αποδοχή αυτής της πλουτοποιού πτωχείας του
ενανθρωπήσαντος Θεού.