Η ανθρακιά σιγόκαιε
κι από το θαμπό
παράθυρο της καλύβας
φάνταζε γαληνεμένη η
θάλασσα.
Oλίγα λόγια είπε
μονάχα για την προσευχή
«εμπειρίες του
γέροντά μου»
κι ύστερα έμεινε
σιωπηλός.
Κι εμείς μείναμε να
κοιτάμε
μια το γέροντα και
μια τη θάλασσα.
Παραΰστερα «κλίνας
την κεφαλήν»
συνέχισε παλιά
αθωνικά ιστορήματα.
Μπουνάτσα έχει
μονάχα κατά το νότο.
*Μπουνάτσα – όταν η
θάλασσα είναι γαληνεμένη
Του Β. Χαραλάμπους