1ον). Οἰκουμενισμός σημαίνει πανθρησκεία:
‘’Ὅλες οἱ θρησκεῖες εἶναι ὁδοί σωτηρίας’’(1), εἶχε δηλώσει ὁ σημερινός
προκαθήμενος τοῦ Σεπτοῦ μας Πατριαρχείου.
Ὅταν ἡ Ἑλληνορθόδοξη οἰκογένεια, ὑπακούοντας
στά κελεύσματα τοῦ οἰκουμενισμοῦ, στήν θέση τοῦ Εὐαγγελίου τοποθετήσει τό
κοράνι, στή θέση τῆς Φιλοκαλίας βάλει τό Ταλμούδ, στήν θέση τοῦ γαμπροῦ καί τῆς
νύφης κληθοῦν νά καθίσουν ἄθεοι καί ἀβάπτιστοι, στή θέση τοῦ παπα-Γιώργη σταθεῖ
ὁ καρδινάλιος ἤ ὁ πάστορας, τότε ποιό θά εἶναι τό περιεχόμενό της καί ποιό τό
μέλλον της;
2ον). Ὁ οἰκουμενισμός εἶναι συνώνυμος μέ
τήν ἐκκοσμίκευση:
Τήν ἁγνότητα τήν εἰρωνευόμαστε. Τίς
προγαμιαῖες σχέσεις τίς ἀθωώνουμε. Τήν πολυτεκνία τήν περιφρονοῦμε. Τήν ἐγκράτεια
τήν ποδοπατᾶμε. Στούς γάμους φερόμαστε χολυγουντιανά. Στίς βαπτίσεις μιμούμαστε
προτεστάντικες και παπικές πρακτικές.
Ὅταν ἡ Ἑλληνορθόδοξη οἰκογένεια ἐκκοσμικευθεῖ,
δηλαδή, πετάξει ἀπό πάνω της τό ἔνδυμα τῆς Ὀρθοδόξου Πατερικῆς ἀσκητικῆς καί τήν
ἱερότητα τῶν δεσμῶν τοῦ γάμου, τότε τί θά μείνει;
3ον). Οἰκουμενισμός σημαίνει ἀνακάτεμα ὅλων
τῶν θρησκειῶν στήν ἴδια σκάφη.
Μέχρι τώρα στήν Ρωμηοσύνη, γάμος Ὀρθοδόξου
μέ αἱρετικόν ἤ ἀλλόθρησκο ἀποκλειόταν
ρητῶς. Γιά νά πραγματοποιηθεῖ ἕνας τέτοιος γάμος, θά ἔπρεπε πρῶτα ὁ αἱρετικός ἤ
ὁ ἀλλόθρησκος νά κατηχηθεῖ καί νά βαπτισθεῖ
Ὀρθόδοξος.
Ἡ ταυτότητα Πίστεως τοῦ ζεύγους ἐθεωρεῖτο
ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες ὡς πρωταρχική προϋπόθεση τῆς ἑνότητας καί τῆς
σταθερότητας τοῦ γάμου καί κατ’ ἐπέκταση τῆς οἰκογένειας.
Νά, ὅμως, πού ἔρχεται ἡ παναίρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ
στήν σύνοδο τῆς Κρήτης καί μέ τίς ὑπογραφές δικῶν μας Πατριαρχῶν καί Ἐπισκόπων,
φέρνει τά ἄνω, κάτω: Καταργεῖ τά ἰσχύοντα ἀπό αἰῶνες ἁγιοπατερικά καί ἱεροκανονικά
κωλύματα τῶν μεικτῶν γάμων, ἀναγνωρίζει ὡς ἰσχύον τό βάπτισμα τῶν αἱρετικῶν καί
ἐπιτρἐπει, ἐντελῶς ἀπροϋπόθετα, κάθε γαμικό συνδυαμό ἀνάμεσα σέ Ὀρθοδόξους καί
αἱρετικούς.
Μετά ἀπό ὅλα αὐτά, στούς μεικτούς γάμους,
πού ὅλο καί πληθαίνουν, τί θά ἔχει ἀπομείνει σέ λίγο, πού νά θυμίζει τήν οἰκογένεια
τῆς Ρωμηοσύνης, δηλαδή, τήν οἰκογένεια πού σώζει;
4ον). Οἰκουμενισμός σημαίνει θεομίσητος
συμβιβασμός μέ τήν φιλοδοξία καί τήν
φιληδονία:
Τό ’’ὁμόδοξον’’, δηλαδή, ἡ κοινή Πίστη τῶν
συζύγων, ἦταν ἡ δύναμη ἐκείνη, πού κανοναρχοῦσε θεοπρεπῶς ἐπί αἰῶνες τήν ἑνότητα
καί τήν ἁρμονία τῆς παραδοσιακῆς μας οἰκογένειας.
Στό Κολυμπάρι, γιά νά ἱκανοποιηθεῖ ἡ Λατινική
φιλοδοξία, τό ’’ὁμόδοξον’’ τῆς παραδοσιακῆς συζυγίας περιφρονήθηκε ὑβριστικῶς ἀπό
τούς οἰκουμενιστές καί πετάχτηκε στά ἄχρηστα.
Τό χρυσάφι ἀντικαταστάθηκε τώρα μέ τά
μπακίρια. Τό ‘’ὁμόδοξον’’ μᾶς φάνηκε παλιομοδίτικο. Τό ἀντικαταστήσαμε τώρα μέ
τά περιβόητα ἀνθρώπινα δικαιώματα, μέ τίς ἐπιταγές τοῦ σαβουάρ βίβρ, μέ τίς ἀποφάσεις
τῆς κουρελοῦς τοῦ διαβόλου (ἔτσι ἔλεγε ὁ ἀγαπημένος μας Ἅγιος Παΐσιος τό ΠΣΕ).
Μέ μία φράση, τό ὁμόδοξον, ὡς τό ἀσάλευτο
θεμέλειο τῆς οἰκογενειακῆς ἑνότητας, ἀντικαταστάθηκε μέ τίς ἀπαιτήσεις τοῦ
συναισθήματος καί τῆς σάρκας. Ἡ σάρκα καί τό συναίσθημα, ὅμως, σώζουν;
5ον). Καί τό χειρότερο ὅλων: Ὁ οἰκουμενισμός,
δυστυχῶς, διδάσκεται καί προωθεῖται ἀπό ἀξιωματούχους τῆς
Ἐκκλησίας, γι’ αὐτό καί δέν κινεῖ ὑποψίες, ὥστε νά κρατήσει κανείς ἀποστάσεις
καί νά φυλαχτεῖ. Δρᾶ ὕπουλα: Δηλαδή, χωρίς νά ἀπορρίπτει ἀνοιχτά τίς Ἀλήθειες τῆς
Πίστεως, τίς νοθεύει καί τίς παραποιεῖ.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος:
‘’Φορεῖς σήμερα τῆς παναιρέσεως τοῦ οἰκουμενισμοῦ εἶναι πατριάρχες, ἀρχιεπίσκοποι,
ἐπίσκοποι κ.ο.κ. ... Φιλοδοξεῖτε νά σωθεῖτε; Ἐάν ναί, πρέπει νά ἔχουμε ἐγρήγορση...
Ἀλλοίμονο σὲ κεῖνον ποὺ δὲν θὰ ἀντιδράσει’’(2).
Ὀρθόδοξος
Τύπος 11-9-2009,
Ἀδέσμευτος
Τύπος (Μήτση) 21-9-2004.
7.7.2018