“Μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρός ἑσπέραν ἤδη ἡ ἡμέρα…”

☦ "Ὁ ῎Αγγελος ἐβόα τῇ Κεχαριτωμένῃ·"

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Η ΣΠΕΡΜΑΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ (ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΥΣΣΗΣ)

Εάν ο Θεός είναι άυλος, πού βρέθηκε η ύλη, πώς προήλθε το ποσό από το άποσο, και το ορατό από το αόρατο; Και από αυτό που δεν έχει μέγεθος και δεν ορίζεται, αυτό που ορίζεται με κάθε όγκο και αναλογία; Και όλα τα άλλα, όσα φαίνονται περί τής ύλης, πώς ή από πού τα παρήγαγε, Αυτός που δεν έχει τίποτα τέτοιο στη φύση Του;
Επειδή μία είναι η λύση για το καθένα από τα προαναφερθέντα περί τής ύλης: Το ότι δεν μπορούμε να υποθέσουμε ούτε αδύνατη τη σοφία τού Θεού, ούτε τη δύναμη άσοφη· αλλά αυτά είναι μαζί. Και στα δύο φαίνεται, ότι ταυτόχρονα και με τον ίδιο τρόπο συνεμφανίζονται το ένα με το άλλο. Επειδή και το σοφό Του θέλημα φανερώθηκε στη δύναμη τών ενεργούμενων, και η ενεργητική Του δύναμη τελειώθηκε στο σοφό θέλημα.
Αν λοιπόν είναι μαζί και ταυτόχρονα η σοφία και η δύναμη, ούτε αγνοεί πώς θα βρεθεί ύλη προς κατασκευή τών όντων, ούτε αδυνατεί να βάλει σε ενέργεια αυτό που νοήθηκε.
Αλλά αφού μπορεί τα πάντα, με το σοφό και δυνατό θέλημα κατέβαλε μαζί τα πάντα δια τών οποίων συνίσταται η ύλη για την αποπεράτωση τών όντων: Το ελαφρύ, το βαρύ, το πυκνό, το αραιό, το μαλακό, το σκληρό, το υγρό, το ξηρό, το ψυχρό, το θερμό, το χρώμα, το σχήμα, την περιγραφή, την απόσταση· τα οποία όλα είναι μεν έννοιες και γυμνά νοήματα. Επειδή τίποτα από αυτά δεν είναι από μόνο του ύλη, αλλά αλληλοσυνεργαζόμενα το ένα με το άλλο γίνεται ύλη.
Εάν λοιπόν με την υπεροχή τής σοφίας και τής δυνάμεως, και τα πάντα γνωρίζει, και τα πάντα μπορεί, τάχα πώς προσεγγίζουμε την υψηλή φωνή τού Μωυσέως, ο οποίος είπε: "Εν κεφαλαίω (επειδή αυτό εξέδωσε ο Ακύλας αντί για την "αρχή"), πεποιήσθαι παρά τού Θεού τον ουρανόν και την γην";
Επειδή λοιπόν το βιβλίο τής Γενέσεως ο προφήτης το έκανε εισαγωγικό προς θεογνωσία, και σκοπός τού Μωυσή είναι να χειραγωγήσει αυτούς που είναι υποδουλωμένοι στην αίσθηση, μέσω τών φαινομένων προς εκείνα που υπερβαίνουν την αισθητή κατανόηση, γι' αυτό η γνώση δια τής όψεως, μάς ορίζεται ως ουρανός και γη.
Γι' αυτό ο λόγος κατονόμασε αυτά που βρίσκονται στα άκρα όσων μάς γίνονται γνωστά δια τής αισθήσεώς, ως περιεκτικά τών όντων· έτσι ώστε μέσω τού λόγου ότι από τον Θεό έγιναν τα περιέχοντα, να συμπεριλάβει όλο το περιεχόμενο εντός τών άκρων. Και αντί να πει ότι ο Θεός δημιούργησε συνολικά όλα τα όντα, είπε "στο κεφάλαιο", με άλλα λόγια "στην αρχή" δημιούργησε ο Θεός τον ουρανό και τη γη.
Μία είναι η σημασία τών δύο λέξεων, τής "αρχής" και τού "κεφαλαίου". Επειδή δηλώνεται επίσης και από τις δύο λέξεις το συνολικό: Επειδή στο μεν "κεφάλαιο" δηλώνεται ότι αδιακρίτως τα πάντα έφθασαν σε ύπαρξη, ενώ μέσω τής "αρχής", δηλώνεται το ακαριαίο και χωρίς διάστημα. Επειδή η "αρχή" είναι ξένη σε κάθε έννοια διαστήματος. Όπως το σημείο είναι αρχή τής γραμμής και το άτομο τού όγκου, έτσι και το "ακαριαίο" τού χρονικού διαστήματος.
Η συνολική καταβολή τών όντων λοιπόν, από την ανέκφραστη δύναμη τού Θεού, κατονομάσθηκε "αρχή" από τον Μωυσή, ή αλλιώς "κεφάλαιο", στην οποία αναφέρεται η σύσταση τού παντός· τα μεν άκρα τών όντων λέγοντάς τα· τα δε μέσα αποσιωπώντας τα, δείχνοντάς τα μαζί με τα άκρα. Και όταν λέω άκρα, το λέω για την ανθρώπινη αίσθηση, η οποία ούτε σε αυτά που είναι κάτω από τη γη διεισδύει, ούτε τον ουρανό διασχίζει.
Λοιπόν ας γίνει αντιληπτό, πως η αρχή τής κοσμογονίας προϋποθέτει, ότι τις αφορμές και τις αιτίες και τις δυνάμεις όλων τών όντων, ο Θεός τις κατέβαλλε ακαριαία και αδιακρίτως, και στην πρώτη ορμή τού θελήματος, η ουσία τού καθενός τών όντων συνεισέφερε: ουρανός, αιθέρας, αστέρια, φωτιά, αέρας, θάλασσα, γη, ζώο, φυτά· τα οποία όλα φαίνονταν καθαρά από το μεν θείο μάτι, φανερωνόμενα από τον λόγο τής δυνάμεως, κατά τον λόγο που λέει η προφητεία: "βλέποντα τα πάντα πριν αυτά γίνουν".
Όσο για τη σοφία και δύναμη που καταβλήθηκε προς την τελείωση τού καθενός τών συστατικών μερών τού κόσμου, ακολούθησε κάποια αναγκαία ακολουθία κατά κάποια σειρά, ώστε η φωτιά να προλάβει μεν να εμφανισθεί πριν από όλα τα άλλα που μπορούν να φανούν, και έτσι μετά από εκείνο, το αναγκαίως επόμενο τού προηγουμένου, και πάνω σε αυτό κάποιο τρίτο, όπως τα ανάγκαζαν όλα μαζί τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τής φύσης. Μετά τέταρτο και πέμπτο, και τα λοιπά τής συνεχιζόμενης ακολουθίας. Όχι όμως παρουσιαζόμενα με τρόπο κάποιας αυτόματης σύμπτωσης, κατά κάποια άτακτη και τυχαία κατεύθυνση. Αλλά όπως η αναγκαία σειρά τής φύσεως επιζητεί την ακολουθία μεταξύ τών γινομένων, έτσι έγινε το καθένα από αυτά λέει υπό μορφήν διηγήσεως, φιλοσοφώντας περί τών φυσικών νόμων.
Και γράφοντας σε αυτά και κάποια προστακτικά λόγια τού Θεού για το καθένα γινόμενο, και αυτό πάλι καλά και θεοπρεπώς το κάνει. Επειδή κάθε τι το κατ' ακολουθίαν και σοφία γινόμενο από τον Θεό, είναι κάποια αντίστοιχη φωνή. Επειδή τη μεν ουσία τού Θεού τι είναι, δεν γνωρίζουμε· αλλά λαμβάνοντας υπ' όψιν την αυτοσοφία και την αυτοδύναμη, πιστεύουμε ότι με τη διάνοια μπορούμε να προσλάβουμε τον Θεό.
Χάριν τούτου, όταν γινόντουσαν όλα, πριν το καθένα από αυτά που συμπληρώνουν το όλο φανεί καθ' ευατό, σκοτάδι χυνόταν στα πάντα· επειδή δεν είχε φανεί ακόμα η αυγή τής φωτιάς, κρυμμένη κάτω από τα συστατικά τής ύλης, όπως τα χαλίκια μένουν αφανή στο σκοτάδι· αν και έχουν με φυσικό τρόπο μέσα τους τη φωτιστική δύναμη, μέσω τής μεταξύ τους πρόσκρουσης, γεννώντας το σπινθήρα που εμφανίζεται απ' αυτά κι αυτά συνφαίνονται στο φως τής λάμψης του· έτσι αόρατα και αφανή ήταν τα πάντα, πριν πρωτοεμφανισθεί η φωτιστική ουσία. Επειδή ευθύς αμέσως συνολικά με τη μία ροπή τού θείου θελήματος που έδωσε υπόσταση στα πάντα αδιακρίτως, και σε όλα τα στοιχεία ανακατεμένα μεταξύ τους, η φωτιά που ήταν παντού εγκατεσπαρμένη επισκοτιζόταν, καθώς επιπροστίθετο στο πλεόνασμα τής ύλης.
Επειδή όμως είναι οξεία η δύναμή του και ευκίνητη, μόλις δόθηκε στη φύση τών όντων από τον Θεό το παράγγελμα για τη γένεση τού κόσμου, εξόρμησε πριν από κάθε βαρύτερη φύση, και αμέσως τα πάντα φωτίσθηκαν από το φως.
Και ό,τι έγινε κατά τον λόγο τής σοφίας, με τη δύναμη τού Δημιουργού έγινε, και μνημονεύθηκε από τον Μωυσή ως προστακτικός λόγος τού Θεού, με το: "Είπε ο Θεός: Να γίνει φως, και έγινε φως". Επειδή κατά τη δική μας αντίληψη, όταν αναφερόμαστε στον Θεό, το έργο είναι λόγος. Επειδή κάθε τι που γίνεται, γίνεται με λόγο· και δεν νοείται τίποτα άλογο και τυχαίο και αυτόματο από όσα λαμβάνουν υπόσταση από τον Θεό. Αλλά πρέπει να πιστεύεται ότι κάθε ύπαρξη περιβάλλεται και με λόγο σοφό και περιεκτικό χαρακτηριστικών, αν και αυτό είναι υπέρτερο τής δικής μας δυνατότητας να το δούμε.
Τι είπε λοιπόν ο Θεός; Επειδή μια τέτοια φωνή φανερώνει λόγο, νομίζω ότι θεοπρεπώς πρέπει να καταλάβουμε το ρητό, αναφέροντάς το στον λόγο που περιβάλλει την κτίση. Επειδή έτσι και ο μεγάλος Δαβίδ μας εξηγεί τις παρόμοιες φωνές λέγοντας: "Όλα με σοφία τα έφτιαξες". Επειδή τα προστακτικά λόγια τής θείας φωνής για τη δημιουργία τών όντων, τα οποία γράφθηκαν από τον Μωυσή, αυτά ο Δαβίδ τα ονόμασε "σοφία", η οποία παρατηρείται σε όσα έγιναν. Γι' αυτό λέει και ότι "οι ουρανοί διηγούνται δόξα Θεού", δηλαδή αναφέρεται στην επιδεξιότητα που φανερώνεται σε αυτούς, μέσω τής αρμονικής περιφοράς, που αντί  τού λόγου παρατηρείται από τους επιστήμονες.
Επειδή λέγοντας ότι "οι ουρανοί διηγούνται, και αναγγέλλει το στερέωμα", διορθώνει αυτούς που ακούνε παχύτερα τα λεγόμενα· και αποδέχονται ίσως και ήχο φωνής και έναρθρο λόγο τής "διηγήσεως εκ τών ουρανών", με αυτά που λέει. Επειδή "δεν υπάρχουν λαλιές, ούτε λόγοι, τών οποίων δεν ακούγονται οι φωνές τους", έτσι ώστε να δείξει ότι η παρατηρούμενη στην κτίση σοφία, είναι λόγος, αν και όχι έναρθρος.
Και πάλι όσον αφορά κάποιες λεπτομερείς φωνές που έγιναν από τον Θεό προς τον Μωυσή, που τού μίλησε κατά τη θαυματοποιία τών σημείων στην Αίγυπτο, ανώτερο είναι από την αντίληψη τών πολλών αυτό που φανέρωσε ο Ψαλμωδός λέγοντας: "Έθεσε σ' αυτούς τους λόγους τών σημείων Του και τών τεραστίων Του στη γη Χαμ". Επειδή με κάποιο λόγο προξενείται η δύναμη που οδηγεί σε ενέργεια, στο κάθε τι που γίνεται, σαφώς με αυτά τα λόγια ο Ψαλμωδός υπαινίχθηκε ότι ο λόγος δεν βρίσκεται στα λεγόμενα, αλλά στα σημεία δυνάμεως, που ονομάσθηκε με αυτό τον τρόπο.
Επομένως και εδώ η φωτιστική δύναμη προέτρεξε μεν και ξεχώρισε από τα όντα λόγω τής ταχύτητας και ευκίνητης φύσεώς της, ξεχωρίζοντας τον εαυτό της από αυτά που είχαν διαφορετική φύση, και όλο το περιβάλλον καταφωτίσθηκε από την ακτινοβόλα του δύναμη. Με ποιον λόγο όμως τα ενεργεί αυτά η ουσία τής φωτιάς, μόνο ο Θεός μπορεί να πει, ο Οποίος εναποθέτει τον φωτιστικό λόγο στη φύση· και αυτό το μαρτυράει και ο μεγάλος Μωυσής μέσω τής ίδιας γραφής, με όσα λέει ότι: "Και είπε ο Θεός: Να γίνει φως"· αυτό διδάσκει μέσω τών λεγομένων, όπως νομίζω, ότι το έργο τού φωτός είναι θείος λόγος, ξεπερνώντας κάθε ανθρώπινη έννοια.
Επειδή εμείς μεν βλέπουμε μόνο αυτό που γίνεται και δεχόμαστε το θαύμα με την αίσθηση. Από πού όμως η φωτιά τρεφόμενη συνολικά απογεννιέται; Αν από την πρόσκρουση κάποιων χαλικιών ξεπηδάει, από ποιους, ή από ποιά άλλη ύλη που τρίβεται με τον εαυτό της· και ποια η δύναμη που κατατρώει το μεν υλικό από το οποίο περνάει, τον δε αέρα καταυγάζει με τη φλόγα, ούτε να δούμε μπορούμε, ούτε να πάρουμε ιδέα γι' αυτό· αλλά μόνο στον Θεό απομένει να αποδώσουμε τον λόγο αυτής τής παράδοξης θαυματοποιίας, Αυτόν που δημιούργησε κατά τον άρρητο λόγο τής δυνάμεως να γεννηθεί από τη φωτιά το φως. Όπως ο Μωυσής μαρτύρησε στον ίδιο λόγο, ότι: "και είπε ο Θεός: Να γίνει φως, και έγινε φως· και είδε ο Θεός ότι το φως ήταν καλό".
Επειδή αληθινά μόνο στον Θεό ανήκει το να γνωρίζει πώς γίνεται το με τον τρόπο αυτό καλό· ενώ η φτώχεια τής δικής μας φύσεως, βλέπει το μεν γινόμενο, αλλά τον λόγο κατά τον οποίο γίνεται δεν έχει τη δυνατότητα ούτε να τον δει, ούτε να τον επαινέσει. Επειδή ο έπαινος ανήκει σε όσα γνωρίζονται και όχι σε όσα αγνοούνται.
"Είδε" λοιπόν, λέει, "ο Θεός το φως ότι ήταν καλό, και διαχώρισε ο Θεός ανάμεσα στο φως και ανάμεσα στο σκοτάδι". Πάλι ο Μωυσής ανάγει σε θεία ενέργεια αυτό που γίνεται, με αναγκαίο τρόπο, κατά την ακολουθία τής φύσεως με κάποια σειρά και αρμονία· διδάσκοντας, νομίζω, με αυτά που λέει, το ότι τα πάντα είχαν προκατανοηθεί από τη σοφία τού Θεού, όλα αυτά που ακολούθως με κάποια αναγκαία σειρά πραγματοποιήθηκαν. Επειδή όταν η φωτιστική ουσία που ήταν εγκατεσπαρμένη παντού, συνεργαζόμενη προς το συγγενικό, και όλη μαζεύτηκε γύρω από τον εαυτό της, κατ' ανάγκην αυτά που κάλυπταν την  υπόλοιπη ύλη τών στοιχείων βρίσκονταν σε σκιά, και αυτή η σκιά ήταν σκότος.
Τούτο λοιπόν που έγινε στη συνέχεια, για να μη το ανάγει κάποιος σε κάποια αυτόματη σύμπτωση, λέει ο Μωυσής ότι είναι Θεού έργο, ο Οποίος εναπόθεσε τη δύναμη αυτή στα κατασκευασμένα· Αλλά βέβαια το ότι η φύση τής φωτιάς είναι  έντονη και ανοδική και αεικίνητη, είναι φανερό σε όλους από τα φαινόμενα· εκείνο όμως που ο λόγος δι' αυτής της αρχής υποβάλλει να εννοήσουμε κατά συνέπεια, έχει καταγραφεί ιστορικά από τον Μωυσή υπό τύπον διηγήματος γράφθηκε μαζί το: "και έγινε εσπέρα, και έγινε πρωί".
Επειδή ποιος δεν γνωρίζει ότι, αφού η κτίση γίνεται με δύο τρόπους αντιληπτή, τον νοητό και τον αισθητό, όλη η φροντίδα του νομοθέτη είναι τώρα, όχι να εξηγήσει τα νοητά, αλλά να μάς υποδείξει μέσω αυτών που φαίνονται τη διακόσμηση των αισθητών;
Αμέσως λοιπόν μαζί με τη σύσταση του παντός, η φωτιά, αφού εκτοξεύθηκε από τα ετεροφυή στοιχεία σαν βέλος, με την ανηφορική και ελαφριά ιδιότητα της φυσικής κινήσεως, προηγήθηκε από τα πάντα· και, αφού διαπέρασε την αισθητή ουσία με ίσια κίνηση, δεν μπόρεσε να αναπτύξει σ' ευθεία γραμμή την κίνηση, επειδή η νοητή κτίση είναι ακοινώνητη απέναντι στην επιμιξία με τα αισθητά, όμως η φωτιά είναι αισθητή. Για το λόγο τούτο η φωτιά, όταν φθάσει στα ακραία όρια της κτίσεως, αναγκαστικά κάνει κυκλοειδή κίνηση, φέρεται προς μεν τα πάντα συνωθούμενη από την ενυπάρχουσα στη φύση δύναμη, αλλά δεν υπάρχει τόπος για την κατ' ευθείαν κίνηση· (διότι όλη η αισθητή κτίση περιέχεται μέσα στα όριά της)· διακινείται στο ακραίο πέρας της αισθητής φύσεως, όπου καταφέρνει να κινείται, αφού, καθώς προ ολίγου είπαμε, η νοητή φύση δεν αποδέχεται μέσα της τη διέλευση τής φωτιάς.
Γι' αυτό ο Μωυσής, ακολουθώντας με τη διάνοιά του την κίνηση τής φωτιάς, λέγει ότι το γενόμενο φως δεν παρέμεινε στα ίδια μέρη, αλλά περιοδεύοντας την παχύτερη υπόσταση των όντων, κατά την σφοδρότητα της κινήσεως δια της περιοδείας μεταφέρει διαδοχικά στα αφώτιστα το φέγγος και στα φωτισμένα το σκοτάδι. Ίσως μάλιστα κατά τα χρονικά διαστήματα που αυτή η διαδοχή του φωτός και του σκότους γίνεται στην κάτω περιοχή· πάλι ο Μωυσής αποδίδει στον Θεό την ονομασία ημέρας και νύκτας, μη επιτρέποντας να υποθέσουμε ότι κανένα από τα κατ' ακολουθίαν δημιουργήματα έλαβε αυτόματα ή από κάτι άλλο την αρχή.
Γι' αυτό λέει: «ο Θεός κάλεσε το φως ημέρα και το σκότος το κάλεσε νύχτα». Επειδή δηλαδή η φωτιστική δύναμη αδυνατεί εκ φύσεως να σταματήσει, όταν ο φωτισμός πέρασε το πάνω μέρος του κύκλου και η φορά ήταν προς το αποκάτω, κατ' ανάγκην με την υποχώρηση τής φωτιάς, αυτό που βρισκόταν από πάνω σκιάσθηκε, εφ' όσον, όπως είναι εύλογο, η παχύτερη φύση παρεμποδίζει την αυγή. Την υποχώρηση λοιπόν του φωτός ονόμασε εσπέρα. Και πάλι, όταν η φωτιά διέτρεξε τον υποκείμενο κύκλο, και επανέφερε την αυγή προς τα πάνω, ονόμασε πρωί αυτό που συνέβη, ονομάζοντας  έτσι τη χαραυγή.
Ας επαναλάβουμε όμως σύντομα τον λόγο, ώστε και τα παρατεθέντα από τη θεία Γραφή να συνεργήσουν στη λογική σειρά της εξηγήσεως στην οποία συντελέσαμε. Επειδή πρώτα ο λόγος της κοσμογονίας είπε, ότι «στην αρχή έφτιαξε ο Θεός τον ουρανό και τη γη». Εμείς εκλάβαμε ότι τούτο σημαίνει ότι ο λόγος παριστάνει συνολικά την σύσταση τών όντων, δείχνοντας από το περιέχον και το περιεχόμενο· επειδή ανάμεσα στα άκρα οπωσδήποτε περιέχονται και τα μέσα. Άκρα δε ως προς την ανθρώπινη αίσθηση είναι ο ουρανός και η γη. Επειδή με αυτά ορίζεται από τις δυο μεριές η όραση των ανθρώπων. Όπως λοιπόν εκείνος που είπε ότι «στο χέρι του είναι τα πέρατα της γης» συμπεριέλαβε και τα μέσα, στην περιοχή των περάτων, έτσι και ο Μωυσής με τα λόγια περί των περάτων έδωσε ένδειξη για την υλική καταβολή όλου του κόσμου· και λέμε ότι προς την εκδοχή αυτή συνεργούν τα ενδιάμεσα λόγια.
Επειδή έχει γραφτεί ότι «η γη ήταν αόρατη και ακατασκεύαστη», ώστε από αυτό είναι φανερό ότι δυνάμει τα πάντα βρίσκονταν στην πρώτη ορμή του Θεού για την κτίση, σαν κατά κάποιο τρόπο να καταβλήθηκε κάποια σπερματική δύναμη για την γένεση του παντός, όμως ενεργά δεν υπήρχαν ακόμη το καθ' ένα απ' αυτά. Γιατί λέει: «η γη ήταν αόρατη και ακατασκεύαστη». Και αυτό είναι το ίδιο σαν να λέμε ότι η γη ήταν και δεν ήταν. Επειδή δεν είχαν ακόμη συνδράμει γύρω της οι ποιότητες. Και απόδειξη αυτής της απόψεως είναι ο λόγος που λέει ότι αυτή ήταν αόρατη. Γιατί το αόρατο δεν είναι χρώμα· κάτι τέτοιο γίνεται από απορροή τού σχήματος τής επιφανείας, και το σχήμα δεν υφίσταται χωρίς σώμα. Αν λοιπόν ήταν αόρατο, θα ήταν οπωσδήποτε και αχρωμάτιστο. Και τούτο γίνεται αντιληπτό μαζί με το ασχημάτιστο· μ' εκείνο το ασώματο. Επομένως κατά τη συνολική καταβολή του κόσμου, ανάμεσα στα όντα ήταν και η γη, όπως και όλα τα άλλα· ανέμενε όμως την κατασκευή μέσω τών ποιοτήτων. Και αυτό είναι που έγινε.
Επειδή λέγοντας το: "αυτή ήταν αόρατη", ο λόγος δείχνει ότι δεν διακρινόταν καμιά άλλη ποιότητα γύρω της. Και μέσω τού ότι την κατονόμασε: "ακατασκεύαστη", εννοείται  ότι αυτή δεν είχε πυκνωθεί ακόμη με τις σωματικές ιδιότητες.
http://users.sch.gr/aiasgr/Paterika_keimena/Agios_Grhgorios_Nusshs/H_spermatikh_dunamh_tou_Theou.htm