Όραμα του γέροντα Σωφρόνιου (μαθητού του οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
Το μοναστήρι του Νιαμέτς ήταν για την Μολδαβία ό,τι και το μοναστήρι της Άγιας Τριάδος στην Ρωσία, ό,τι της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου για την Ουκρανία, ό,τι το Άγιον Όρος για την Ελλάδα. Για πέντε αιώνες ήταν το κέντρο της θρησκευτικής διαφώτισης στην Μολδαβία. Από εκεί βγήκε ο περίφημος μολδαβός γέροντας Παΐσιος Βελιτσκόφσκυ, ιδρυτής και πατέρας του θεσμού των γερόντων στη Ρωσία στους έσχατους καιρούς.
Εκεί ένας από τους πολλούς μαθητές του οσίου Παϊσίου, ο Σωφρόνιος, που εκείνη την εποχή ήταν ηγούμενος, όντας πνευματικός άνθρωπος και αυστηρός ασκητής, είδε ένα όραμα...
Μία νύχτα, νομίζοντας πως πλησίαζε να ξημερώσει, ο Σωφρόνιος βγήκε από την πύλη του μοναστηριού και κοίταξε προς την εξωτερική πύλη, εκεί που σήμερα βρίσκεται το αγίασμα. Εκεί είδε ένα άνθρωπο που ήταν μαύρος στην όψη και φοβερός στο θέαμα.
Φορούσε στρατιωτικό μανδύα και φώναζε δυνατά, όπως κάνουν οι αξιωματικοί όταν δίνουν διαταγές στους στρατιώτες. Τα μάτια
του ήταν κόκκινα και γυάλιζαν σαν φλόγες. Το στόμα του ήταν σαν των πιθήκων και τα δόντια του εξείχαν απ' αυτό. Στη μέση του ήταν περιτυλιγμένο ένα τεράστιο φίδι, του οποίου το κεφάλι κρεμόταν προς τα κάτω κι από το στόμα του έβγαινε η γλώσσα σαν ξίφος.
του ήταν κόκκινα και γυάλιζαν σαν φλόγες. Το στόμα του ήταν σαν των πιθήκων και τα δόντια του εξείχαν απ' αυτό. Στη μέση του ήταν περιτυλιγμένο ένα τεράστιο φίδι, του οποίου το κεφάλι κρεμόταν προς τα κάτω κι από το στόμα του έβγαινε η γλώσσα σαν ξίφος.
Στους ώμους του είχε σιρίτια, που είχαν το σχήμα κεφαλών φιδιών και στο κεφάλι του φορούσε ένα καπέλο, απ` όπου ξεπρόβαλαν φαρμακερά φίδια και τυλίγονταν σαν μαλλιά γύρω απ` το λαιμό του.
Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος αντίκρισε όλα αυτά, πέτρωσε από τον φόβο. Μετά από λίγο συνήλθε κάπως και ρώτησε τον άρχοντα αυτό του σκότους τι γύρευε τέτοια ώρα στον περίβολο του μοναστηριού.
«Είναι δυνατό να μην ξέρεις ότι εγώ δίνω διαταγές εδώ στο μοναστήρι σου»; απάντησε ο μαύρος.
«Εμείς δεν έχουμε στρατό εδώ κι η πατρίδα μας διανύει περίοδο απόλυτης ειρήνης», είπε ο ηγούμενος.
«Τότε», συνέχισε ο μαύρος δαίμονας, «μάθε πως εμένα με έστειλαν οι αόρατοι άρχοντες του σκότους και βρισκόμαστε εδώ για να εγείρουμε πόλεμο εναντίον την μοναχικής τάξης. Όταν κατά την κουρά σας δίνετε τους μοναχικούς σας όρκους, δηλώνετε ότι θα μας πολεμάτε και μας προξενείτε πολλές πληγές με το πνευματικό σας οπλοστάσιο».
«Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να υποχωρούμε με ντροπή, γιατί η φλόγα της προσευχής σας μας καίει. Τώρα όμως δε σας φοβόμαστε, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του Παϊσίου, του ηγουμένου σας.
Εκείνος μας τρόμαζε και υποφέραμε πολύ στα χέρια του. Από τότε ακόμα που ήρθε εδώ από το Άγιο Όρος μαζί με εξήντα άλλους μοναχούς, εμένα με έστειλαν εδώ με εξήντα χιλιάδες στρατιώτες μας για να τον σταματήσουμε».
«Όσο καιρό είχε αυτός είχε την ηγουμενία δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Παρ' όλους τους πειρασμούς, τα τεχνάσματα και τις μεθοδείες μας εναντίον εκείνων και των μοναχών του, δεν καταφέρναμε τίποτα. Και ταυτόχρονα δεν μπορεί να διηγηθεί ανθρώπινη γλώσσα τις φοβερές οδύνες, τις ταλαιπωρίες και τις δοκιμασίες που υποστήκαμε κατά την διάρκεια της διαμονής αυτού του ανθρώπου εδώ. Ήταν ένας έμπειρος στρατιώτης και η στρατηγική του μας έβρισκε πάντα εκτός θέσης».
«Μετά τον θάνατο του όμως, να πράγματα άλλαξαν κάπως και μπορέσαμε να αποδεσμεύσουμε από αυτό το φρούριο δέκα χιλιάδες δικούς μας. Έτσι μείναμε εδώ πενήντα χιλιάδες. Όταν οι μοναχοί άρχισαν να αμελούν τον κανόνα τους και να ενδιαφέρονται περισσότερο για τους αγρούς, τα κτίρια και τα αμπέλια, απαλλάξαμε άλλους δέκα χιλιάδες από τα καθήκοντα τους εδώ, και οι υπόλοιποι σαράντα χιλιάδες μείναμε για να συνεχίσουμε τις προσβολές μας.
Λίγα χρόνια αργότερα, μερικοί από τους μονάχους αποφάσισαν να αλλάξουν το τυπικό του Παϊσίου, διαφώνησαν μεταξύ τους και μερικοί έφυγαν. Στο μεταξύ δόθηκε άδεια σε λαϊκούς να νοικιάζουν δωμάτια στο μοναστήρι, κι όταν μάλιστα έφεραν και τις γυναίκες τους μέσα, κάναμε γιορτή για την νίκη μας και μειώσαμε τον στρατό μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμα. Αργότερα, που άνοιξαν και τα σχολεία για νεαρά αγόρια, ο πόλεμος πλησίασε μπρος στο τέλος του πια και μπορούσαμε να μειώσουμε τις δυνάμεις μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμη, αφήνοντας εδώ μόνο είκοσι χιλιάδες δικούς μας, για να επιβλέπουν τους μοναχούς».
Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος άκουσε όλα αυτά αναστέναξε μέσα του και ρώτησε τον μαύρο δαίμονα: «Τι ανάγκη έχετε να μένετε ακόμη στο μοναστήρι αφού βλέπετε, όπως και ο ίδιος ομολογείς, πως οι μοναχοί έχουν παραιτηθεί από τον πόλεμο; Τι άλλη δουλειά έμεινε ακόμα εδώ για σας»;
Και εκείνος ο παγκάκιστος, εξαναγκασμένος από την δύναμη του Θεού, αποκάλυψε το μυστικό του:
«Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει κανένας πια να μας πολεμήσει όπως παλιά, αφού η αγάπη έχει ψυχρανθεί και έχετε προσκολληθεί σε επίγειες και κοσμικές υποθέσεις.
Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα στο μοναστήρι που μας ενοχλεί και μας ανησυχεί...
Είναι αυτά τα κουρελόχαρτα τα βιβλία! Στον όλεθρο να πάνε!...Αυτά που έχετε στην βιβλιοθήκη σας. Ζούμε με τον φόβο και τον τρόμο μήπως κάποιος από τους νεωτέρους μονάχους τα πιάσει στα χέρια κι αρχίζει να τα διαβάζει».
«Μόλις αρχίσουν να διαβάζουν τα καταραμένα αυτά κουρελόχαρτα, μαθαίνουν την αρχαία ευλάβεια κι εχθρότητα σας εναντίον μας κι οι νεαροί αρχάριοι ξεσηκώνονται.
Μαθαίνουν από αυτά, πως οι παλιοί χριστιανοί, μοναχοί και λαϊκοί, συνήθιζαν να προσεύχονται αδιάλειπτα, να νηστεύουν, να εξετάζουν και να εξαγορεύονται τους λογισμούς, να αγρυπνούν και να ζουν σαν ξένοι και παρεπίδημοι σ' αυτόν τον κόσμο.
Μετά, απλοϊκοί όπως είναι, αρχίζουν να θέτουν τις ανοησίες αυτές σε εφαρμογή. Ακόμη παίρνουν σοβαρά όλη την Αγία Γραφή. Μας βρίζουν και ωρύονται εναντίον μας σαν άγρια θηρία. Αρκεί να σου πω ότι ένας από αυτούς τους ανόητους θερμοκέφαλους είναι αρκετός για να μας διώξει όλους από εδώ».
«Είναι τόσο ανηλεείς και ασυμβίβαστοι εναντίον μας, όσο και ο θανατωμένος αρχηγός σας (ο Σωτήρας). Επιτέλους, έχουμε τόση ειρήνη και ηρεμία μαζί σας. Αυτά τα αποκαλούμενα πνευματικά βιβλία σας όμως είναι μια διαρκή πηγή εχθρότητα και ταραχής».
«Γιατί να μην μπορούμε να έχουμε ειρήνη; Γιατί εσείς δεν διαβάζετε τα βιβλία μου; Δεν είναι και αυτά πνευματικά; Κι εγώ πνεύμα δεν είμαι; Κι εγώ εμπνέω ανθρώπους να γράφουν βιβλία».
«Είναι αρκετό και ένα μόνο απ' αυτά τα παλιόχαρτα, που τα λέτε περγαμηνές, να πέσει στα χέρια ενός απλού κι ανόητου, κι αμέσως αρχίζει εκ νέου καινούργιος πόλεμος κι αναγκαζόμαστε να φεύγουμε και να αρπάζουμε πάλι τα όπλα εναντίον σας».
Ανήμπορος πια να κρατήσει σιωπή, ο φτωχός ηγούμενος τον ρώτησε:
«Ποιο είναι το μεγαλύτερο όπλο σας εναντίον των μοναχών στους καιρούς μας»;
Και ο μαύρος δαίμονας απάντησε:
«Όλο το ενδιαφέρον μας σήμερα στρέφεται στο να κρατήσουμε τους μονάχους και τις μοναχές μακριά από τις πνευματικές ενασχολήσεις, ιδιαίτερα δε από την προσευχή και την μελέτη αυτών των καπνισμένων βιβλίων».
«Γιατί δε δαπανάτε περισσότερο χρόνο στη φροντίδα των κήπων και των αμπελιών, στο ψάρεμα, στα σχολεία για τους νέους, στη φιλοξενία όλων αυτών των καλών ανθρώπων που έρχονται εδώ το καλοκαίρι για καθαρό αέρα και υγιεινό νερό»;
«Οι μοναστές που ασχολούνται με τέτοια πράγματα πιάνονται στα δίχτυα μας, όπως οι μύγες στον ιστό της αράχνης».
«Ως ότου όλα αυτά τα βιβλία καταστραφούν ή φθαρούν από το χρόνο, δε θα ειρηνέψουμε. Είναι σαν σαΐτες και βέλη για μας».
Δεν είχε καλά καλά τελειώσει τα λόγια αυτά ο μαύρος δαίμονας και σήμανε το σήμαντρο για την ακολουθία του όρθρου. Ο αρχηγός των δαιμόνων εξαφανίστηκε αμέσως σαν καπνός.
Ο γέροντας Σωφρόνιος ξεκίνησε για την εκκλησία με μεγάλο πόνο ψυχής,εξαιτίας των αποκαλύψεων αυτών και μπήκε στην εκκλησία. Όταν μαζεύτηκαν οι μοναχοί τους διηγήθηκε με δάκρυα στα μάτια όλα όσα είδε κι άκουσε κατά την διάρκεια της φοβερής αυτής οπτασίας. Και μετά έδωσε εντολή να καταγραφούν όλα αυτά για να ωφεληθούν οι επόμενες γενιές μοναχών.
«Πρέπει να διαβάζουμε διαρκώς Πατερικά Βιβλία. Όλοι οι άγιοι πατέρες διάβαζαν πολύ.
Διάβαζαν έως ότου να λάβουν το χάρισμα της προσευχής...»
~ Γέροντας Αθανάσιος (πνευματικό παιδί του Μολδαβού γέροντος Γεωργίου, που ασκήτεψε στο Άγιον Όρος, ως μαθητής του Στάρετς Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ, στην περιοχή Βίγλας στην ρουμανική σκήτη)
Ο γέροντας Αθανάσιος είχε δει και αυτός τον διάβολο (σαν σε έκσταση, όπως συνήθως αποκαλύπτεται σε τέτοιους ανθρώπους) ο οποίος τού είπε γρυλίζοντας:
«Ω!...Πόσο με ενοχλούν αυτά τα παλιόχαρτα»! (εννοούσε τα πατερικά βιβλία - μεταφράσεις του Στάρετς Παϊσίου.) «Θα΄ρθει καιρός όμως που όλοι θα υποταχθούν στην θέληση μου, και αυτά τα βιβλία θα εξαφανιστούν»!...
Και η εποχή αυτή, πρόσθεσε ο γέροντας Αθανάσιος, ήρθε...
Η περίφημη βιβλιοθήκη της μονής Νιαμέτς κατακάηκε και τα λίγα βιβλία για την νοερά προσευχή, που γλίτωσαν από την καταστροφή, έμειναν στα αζήτητα και κανείς πια δεν ενδιαφέρεται γι` αυτά.
Σχόλιο Λόγος Φωτός: Στις ημέρες μας, εποχή γενικής αποστασίας από την ορθόδοξη Πατερική Παράδοση, έχουν ήδη ξεκινήσει να βρίσκουν εφαρμογή τα προφητικά λόγια του Άγιου Ιωάννου Μαξίμοβιτς, που έρχονται να συμπληρώσουν με πατερική ακρίβεια και συμφωνία, τα οράματα του γέροντος Σωφρόνιου και Αθανασίου:
«Στα έσχατα χρόνια το κακό και η αίρεση θα έχουν τόσο εξαπλωθεί, που οι πιστοί δεν θα βρίσκουν Ιερέα και Ποιμένα να τους προστατέψει από την πλάνη και να τους συμβουλέψει στη σωτηρία.
Τότε οι Πιστοί, δεν θα μπορούν να δεχτούν Ασφαλείς οδηγίες από ανθρώπους, αλλά Οδηγός τους θα είναι τα κείμενα των Αγίων Πατέρων. Ιδίως σε αυτήν την εποχή ο κάθε Πιστός θα είναι Υπεύθυνος για όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας...»
~ Άγιος Ιωάννης ο Μαξίμοβιτς
Πώς οι δαίμονες τρέμουν όταν οι χριστιανοί μελετούν πατερικά βιβλία
Όραμα του γέροντα Σωφρόνιου
(μαθητού του οσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ)
Πηγή Λόγος Φωτός.
https://paterikiparadosi.blogspot.com