Ἡ εὐχή, λοιπόν, γιά νά τήν ἀκούσει ὁ Θεός, πρέπει νά εἶναι ἡ ἀρχή μίας καλῆς θέλησης καί τό τέλος μίας φιλότιμης προσπάθειας. «Βουλομένων γάρ οὐ τυραννουμένων τό τῆς σωτηρίας μυστήριον», λέει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ ὁμολογητής. Δηλαδή, ἡ σωτηρία ἀνήκει σ’ ἐκείνους πού τή θέλουν κι ὄχι σέ τυραννουμένους. Μέ τό ζόρι δέν πιάνει ἡ εὐχή καί τά πράγματα τότε ἀκολουθοῦν τό φυσικό τους δρόμο· δέ γίνεται θαῦμα.
Γιατί τό θαῦμα εἶναι ἀκριβῶς αὐτό. Κάτι πού γίνεται ἔξω ἀπό τή φυσική τάξη, μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι ὁ ποιητής καί δημιουργός, ὁ κατασκευαστής τῶν πάντων, πολύ περισσότερο μπορεῖ νά εἶναι κι ὁ μετασκευαστής. Κι ὅταν βέβαια εἶναι νά ἐπέμβει στήν ἄψυχη φύση, τότε δέ χρειάζεται τή συγκατάθεσή της. Τό πράγμα τότε ἔχει μόνο φυσική σημασία. Ὅταν, ὅμως, εἶναι νά ἐπέμβει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, τότε χρειάζεται τή συγκατάθεσή του. Καί τό πράγμα τότε δέν ἔχει φυσική, ἀλλά ἠθική σημασία.
proskynitis