Την εποχή που βασίλευε ο Μέγας Κωνσταντίνος (306-337 μ.Χ.), ζούσε στην πόλη Μαγεδών της Περσίας ο Λικίνιος που ήταν ηγεμόνας μιας επαρχίας και η γυναίκα του που λεγόταν Λικινία. Αυτοί ήταν οπαδοί μίας περσικής θρησκείας του Ζωροάστρη. Κάποτε απέκτησαν μία χαριτωμένη κορούλα που την ονόμασαν Πηνελόπη κι όσο αυτή μεγάλωνε, τόσο πιο πολύ ξεχώριζε η εξωτερική της ομορφιά αλλά και το χάρισμα της ευστροφίας που διέθετε. Έτσι οι γονείς της, έκτος από τις περιποιήσεις και τα υλικά αγαθά που της προσέφεραν πλουσιοπάροχα, για να την κάνουν ευτυχισμένη, ανέθεσαν και τη μόρφωση της σε έναν σοφό δάσκαλο, τον Απελλιανό. Εκείνος, ανέλαβε τη διαπαιδαγώγηση της Πηνελόπης με μεγάλο ενδιαφέρον και με χαρά έβλεπε την πρόοδό της, στα μαθήματα που της έκανε. Πολλές φορές, συζητώντας μαζί της, καταλάβαινε πως η νεαρή κόρη με τα προτερήματα που είχε και με το χαρακτήρα της, τον βοηθούσε να γίνει περισσότερο σοφός.
Όταν ο καιρός ήταν καλός, η
Πηνελόπη περνούσε τις μέρες της με τους γονείς της και τον δάσκαλό της, στον
εξοχικό τους πύργο, που ήταν περιτριγυρισμένος από κήπους με ανθισμένα δέντρα
και λουλούδια. Μέσα στο αρχοντικό, όλα τα έπιπλα ήταν φτιαγμένα από χρυσάφι,
ενώ πολλές δούλες υπηρετούσαν τα αφεντικά τους και τις ανάγκες της έπαυλης.
Μία όμως από αυτές, διέφερε από τις άλλες γιατί ήταν πρόθυμη και υπάκουη κι
έτσι, πολύ γρήγορα απέκτησε την εκτίμηση του άρχοντα και της γυναίκας του,
χωρίς να γνωρίζουν βέβαια ότι ήταν Χριστιανή. Η Πηνελόπη ξεχώρισε τις σπάνιες
αρετές της υπηρέτριας και γι' αυτό της άρεζε να κάνει παρέα μαζί της. Στον
ελεύθερο χρόνο της συζητούσε με τη Χριστιανή δούλη και με ενδιαφέρον προσπαθούσε
να ανακαλύψει το μυστικό της που την έκανε τόσο διαφορετική από τις άλλες υπηρέτριες.
Ένα βράδυ, η κόρη του άρχοντα καθώς κοιμόταν, είδε στο όνειρό της ένα λευκό
περιστέρι που κρατούσε στο ράμφος του ένα κλαδί ελιάς και το άφησε πάνω στο
χρυσό τραπέζι του πύργου. Έπειτα εμφανίστηκε ένας αετός που κρατούσε ένα
στεφάνι από λουλούδια και στο τέλος παρουσιάστηκε ένα κοράκι που άφησε από το
ράμφος του ένα σκοτωμένο φίδι. Η Πηνελόπη ξύπνησε τρομαγμένη αλλά όταν
ξανακοιμήθηκε, είδε έναν Άγγελο Κυρίου που της είπε:
-Ο αληθινός Θεός σε καλεί να τον ακολουθήσεις. Σε αυτό θα
σε βοηθήσει η αγαπημένη σου Χριστιανή υπηρέτρια.
Το πρωί η Πηνελόπη ζήτησε από τον δάσκαλο της, να της
εξηγήσει το παράξενο αλλά θεϊκό όνειρο που είδε κι εκείνος της είπε:
-Το περιστέρι συμβολίζει την αγνή ψυχή σου, ο αετός προμηνύει νίκη και δόξα,
αλλά το κοράκι σημαίνει ότι στη ζωή σου θα υποφέρεις και θα δοκιμαστείς πολύ!
Τότε η νεαρή κόρη πήγε στην υπηρέτρια και της είπε:
-Είσαι Χριστιανή και μου το διαβεβαίωσε Άγγελος από τον
ουρανό, γι' αυτό θέλω να μου μιλήσεις για τον Θεό σου!
Η υπηρέτρια ζήτησε συγγνώμη από την αρχοντοπούλα που της
το είχε κρατήσει μυστικό και από τότε άρχισε να της μιλά για τη ζωή του
Χριστού και για το κήρυγμα Του στη γη. Αργότερα η Πηνελόπη θέλησε να βαπτιστεί,
γι' αυτό κάποιο βράδυ, ένας Χριστιανός ιερέας μπήκε κρυφά στον πύργο και
βάπτισε την Αγία, δίνοντας της το όνομα Ειρήνη. Αμέσως η κόρη του ηγεμόνα
ομολόγησε τη Χριστιανική Πίστη στους γονείς της και παρ' όλο που εκείνοι
προσπάθησαν να τη μεταπείσουν, η Ειρήνη τους μίλησε με σύνεση και τους είπε
πώς πρέπει να υπακούμε πρώτα στον Θεό κι έπειτα στους ανθρώπους. Έτσι κι εκείνη
θα υπάκουε στις γεμάτες αγάπη, εντολές του Θεού και όχι στις εγωιστικές διαταγές
των ανθρώπων.
Σύντομα μαθεύτηκε στην πόλη ότι η κόρη του ηγεμόνα
έγινε Χριστιανή. Τότε πήγαν οι Πέρσες ιερείς στον Λικίνιο και τον έπεισαν να
δικάσει την Ειρήνη. Ο πατέρας της Αγίας μάταια δοκίμασε να την καλοπιάσει,
ούτε κατόρθωσε να την τρομάξει με διάφορες απειλές. Γι' αυτό θύμωσε τόσο πολύ
που διέταξε να δέσουν τη κόρη του και να την βάλουν ανάμεσα σε αφηνιασμένα
άλογα, για να την καταπατήσουν και να την θανατώσουν με κλωτσιές. Όμως συνέβη
κάτι φοβερό! Ένα αγριεμένο άλογο, όρμησε ξαφνικά πάνω στον ηγεμόνα, τον
κλώτσησε με δύναμη και τον σκότωσε. Τότε έβγαλε ανθρώπινη φωνή και είπε:
Ο λαός που παρακολουθούσε το μαρτύριο της Αγίας, θαύμασε για το ανεξήγητο
εκείνο γεγονός και πολλοί από εκείνους πίστεψαν στον Χριστό και βαπτίσθηκαν,
αλλά οι άπιστοι Ιερείς νόμιζαν πως η Αγία έκανε μαγικά και τη μίσησαν ακόμη πιο
πολύ.
Όταν η Ειρήνη είδε ότι σκοτώθηκε ο πατέρας της, έτρεξε δίπλα του και ξεχνώντας
το κακό που θα της έκανε εκείνος πριν από λίγο, γονάτισε μεγαλόψυχα κι άρχισε
να προσεύχεται με δάκρυα στον Θεό. Αμέσως έγινε θαύμα και ο άρχοντας Λικίνιος
που βρισκόταν ξαπλωμένος στο χώμα, αναστήθηκε και σηκώθηκε όρθιος. Μόλις
κατάλαβε τι είχε συμβεί, ζήτησε μετανοημένος συγχώρεση από την κόρη του και
αποφάσισε να βαπτιστεί και να γίνει Χριστιανός μαζί με τη γυναίκα του και τον
δάσκαλο Απελλιανό. Έπειτα, παραιτήθηκε από το υψηλό αξίωμά του κι έζησαν
ενάρετα στον εξοχικό τους πύργο, κάνοντας ελεημοσύνες, προσευχές, νηστείες και
άλλα χριστιανικά έργα. Μαζί με αυτούς, πλήθος κόσμου που είδε το θαύμα, δόξαζε
τον αληθινό Θεό και εγκατέλειπε τις ψεύτικες θρησκείες που λατρεύονταν μέχρι
τότε.
Αργότερα, ηγεμόνας της πόλης έγινε ο Σεδεκίας ο οποίος, όταν έμαθε πως η Ειρήνη
ήταν Χριστιανή, διέταξε να τη συλλάβουν και να τη φυλακίσουν σε ένα βαθύ
λάκκο, όπου μέσα ζούσαν δηλητηριώδη φίδια. Ύστερα από δεκατέσσερις μέρες, ο
άρχοντας με πλήθος κόσμου, πήγαν να παραλάβουν το πτώμα της νεαρής Αγίας αλλά
με έκπληξη διαπίστωσαν πως εκείνη ζούσε και τα ερπετά τη σεβόταν και δε την άγγιζαν.
Τότε ο Σεδεκίας διέταξε να τη δέσουν σε έναν τροχό με αιχμηρά μαχαίρια, ο
όποιος γύριζε με τη δύναμη ενός ορμητικού χειμάρρου. Όμως μέχρι να τη δέσουν,
το νερό σταμάτησε και ο τροχός δε γύριζε πια! Εξοργισμένος ο ηγεμόνας, έδωσε
εντολή να πριονίσουν τα πόδια της Ειρήνης. Η Αγία υπέμενε το φρικτό
βασανιστήριο και γι' αυτό ο Θεός την ενθάρρυνε κάνοντας ακόμη ένα θαύμα. Μόλις
οι δήμιοι τελείωσαν την αποτρόπαια πράξη τους, εκείνη θεραπεύτηκε εντελώς και
όλοι κοιτούσαν άφωνοι, μη μπορώντας να εξηγήσουν ποια δύναμη προστάτευε τη
Χριστιανή μεγαλομάρτυρα.
Διάδοχος του Σεδεκία ήταν ο γιος του, ο Σαβώρ, ο οποίος έστειλε τον στρατό του
να πολεμήσει τους πολιτικούς εχθρούς του. Λίγο πιο έξω από την πόλη, οι
απάνθρωποι στρατιώτες συνάντησαν την Αγία και αφού της έμπηξαν καρφιά στις
φτέρνες, της φόρτωσαν στην πλάτη ένα βαρύ τσουβάλι με άμμο και τη διέταξαν να
το μεταφέρει ως τον βασιλιά. Αλλά την ίδια στιγμή, έγινε σεισμός, η γη άνοιξε
στα δύο και πολλοί άπιστοι στρατιώτες έπεσαν στο γκρεμό και σκοτώθηκαν, ενώ
πολύ σύντομα πέθανε κι ο βασιλιάς. Η Αγία ελεύθερη πια, κήρυξε το λόγο του
Θεού στον λαό κι έκανε πολλά θαύματα, με αποτέλεσμα να αυξηθούν οι Χριστιανοί
της Περσίας.
Έπειτα η μάρτυς ταξίδεψε σε διάφορα μέρη και σε ξένους
τόπους, διδάσκοντας την Χριστιανική Πίστη, μέχρι που έφτασε στην πόλη
Καλλίνικο, όπου βασίλευε ο άρχοντας Νουμεριανός. Αυτός, όταν άκουσε το
Χριστιανικό κήρυγμα της Ειρήνης, διέταξε να την πιάσουν και αφού τη γυμνώσουν,
να τη ρίξουν μέσα σε ένα πυρακτωμένο καμίνι που είχε σχήμα βοδιού. Μα η Αγία
δεν έπαθε τίποτα και τότε την έβαλαν ξανά σε δεύτερο καμίνι για να την κάψουν
ζωντανή. Ο Θεός προστάτεψε και πάλι τη μάρτυρα κι εκείνη αντί να καίγεται και
να υποφέρει από τις καυτές φλόγες γύρω της, δόξαζε χαρούμενη τον Θεό. Τότε την
έριξαν σε τρίτο καμίνι αλλά εκείνο έσπασε από την πολύ ζέστη, ενώ η Ειρήνη
βγήκε ζωντανή, κάνοντας πολλούς ανθρώπους που παρευρίσκονταν εκεί, να
πιστέψουν στη δύναμη του Χριστού.
Η φήμη της Αγίας έφτασε μέχρι και στον βασιλιά της
Περσίας, τον Σαβώριο. Εκείνος την κάλεσε κοντά του και αφού διαπίστωσε πως δεν
μπορούσε να την πείσει να προσκυνήσει τα είδωλα, διέταξε να την αποκεφαλίσουν
και να την κλείσουν σ' έναν τάφο. Όμως Άγγελος Κυρίου ανέστησε την μάρτυρα και
μόλις ο βασιλιάς την αντίκρυσε ζωντανή, πίστεψε κι εκείνος στον Χριστό. Μετά
από αυτά η Ειρήνη περιόδευσε σε αρκετές πόλεις, διδάσκοντας το θέλημα του
Θεού και με τη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος έκανε θαύματα, ενισχύοντας την
πίστη των Χριστιανών, οι όποιοι την αποκαλούσαν Ισαπόστολο. Ύστερα από μία
μαρτυρική και πολυβασανισμένη ζωή, η Αγία αισθάνθηκε πως πλησίαζε το τέλος της.
Έτσι, προετοιμάστηκε και πέθανε ειρηνικά, ευχαριστώντας τον Θεό που την αξίωσε
να υποφέρει τόσα πολλά για τη δόξα Του. Η μνήμη της Αγίας μεγαλομάρτυρος
Ειρήνης, εορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 5 Μαΐου.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εἰρήνης τὸν ἄρχοντα, ἰχνηλατοῦσα
σεμνή, εἰρήνης ἐπώνυμος, δι' ἐπιπνοίας Θεοῦ, ἐδείχθης πανεύφημε, σὺ γὰρ τοῦ
πολέμου, τᾶς ἐνέδρας φυγοῦσα, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, ὡς παρθένος φρονίμη, διὸ
Μεγαλομάρτυς Εἰρήνη, εἰρήνην ἠμὶν αἴτησαι.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α'. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Ὁ Χριστὸς ἡ εἰρήνη σὲ Εἰρήνην
ἐκάλεσε· σὺ γὰρ τὴν εἰρήνην βραβεύεις τοῖς τελοῦσι τὴν μνήμην σου, καὶ ὕμνοις
καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, προστρέχουσι τῷ θείῳ σου ναῷ, καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ
πάντων, τῇ τρισηλίῳ παρισταμένη Θεότητι. Ἅπαντες οὖν χαρμονικῶς, τὴν μνήμην
αὐτῆς τελέσωμεν, τὸν ἀντιδοξάσαντα αὐτήν, Χριστόν μεγαλύνοντες.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἁγνείας λαμπρότησι, κρίνον ὡς εὔοσμον, ἐξήνθησας ἔνδοξε Εἰρήνη μάρτυς Χριστοῦ, στολαῖς μαρτυρίου σου, κάλλεσιν ὡραΐσθης, ἐπιγνώσεως Θείας, πλάνης δυσωδεστάτης ἀπελαύνουσα βλάβην· διό σου τὴν πανεύφημον μνήμην γεραίρομεν.
Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς.
Τὴν καλλιπάρθενον ὑμνήσωμεν πάντες, νύμφην Χριστοῦ, ἐκ τῶν νεκρῶν ἀναστάσαν, ἧν ὁ Θεός ἐδόξασε σημείοις φρικτοῖς, Εἴλκυσε γὰρ πλῆθος ἄπειρον, ἀσεβῶν ἐν τῇ πίστει, καὶ θεόθεν ἔλαβε, τὴν Χριστώνυμον κλήσιν, ὁ τοῦ Θεοῦ γὰρ Ἄγγελος ἐλθών, ἐκ Πηνελόπης Εἰρήνην ἐκάλεσε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας κάλλεσι, πεποικιλμένη παρθένε, τῇ ἀθλήσει γέγονας, ὡραιοτάτη Εἰρήνη· αἵμασι, τοῖς ἐκχυθεῖσί σου φοινιχθεῖσα, πλάνην τε, καταβαλοῦσα τῆς ἀθεΐας· διὰ τοῦτο καὶ ἐδέξω, βραβεῖα νίκης χειρὶ τοῦ Κτίστου σου
Κάθισμα
Ἦχος Πλ. δ'. Τὴν σοφίαν καὶ λόγον.
Τὴν οὐράνιον νύμφην τοῦ ποιητοῦ, καὶ ἀκήρατον κόρην τοῦ λυτρωτοῦ, Εἰρήνην τιμήσωμεν, τὴν ἀμνάδα τὴν πάντιμον, τὴν καὶ μετὰ πότμον ἐν νεφέλαις ἀρθεῖσαν, Μαγεδὼν ἐκ πόλεως, καὶ εἰς Ἔφεσον φθάσασαν, ἔνθα τοῖς σημείοις καὶ τοῖς τέρασι πάντας ἐνθέως ἐξέπληξας, καὶ τὴν πίστιν ἐκήρυξας, ἀθληφόρε ἀήττητε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἀφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α'. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Καλλιμάρτυς Εἰρήνη, καὶ Χριστοῦ Νύμφη ἄφθορε, σὺ αὐτῷ παρεστῶσα ὡς ὡραία καὶ πάγκαλος, ὡς λίθους φαιδροὺς καὶ διαυγεῖς, τὰ στίγματα φέρουσα σαρκός, καὶ αἱμάτων τὴν πορφύραν, ὑπέρ ἡμῶν ἀπαύστως πρέσβευε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ σὲ ἀναδείξαντι λαμπρῶς, Παρθένων ὄντως καλλονὴν καὶ Μαρτύρων καύχημα.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος δ'. Κατεπλάγη Ἰωσήφ.
Κατεπλάγησαν ἁγνή, μάρτυς Εἰρήνη οἱ χοροί, τῶν ἀγγέλων καὶ βροτῶν, φύσις ἐξέστη ἐπὶ σοί, πῶς τὸν ἀρχέκακον δράκοντα κατεπάτησας, ὡραίοις σου ποσὶ καὶ κατηδάφισας, καὶ πλήθη ἀσεβῶν ἐχειραγώγησας, καὶ διαδήματι κάλλους παρὰ Χριστοῦ τοῦ Νυμφίου σου ἐστέφθης· διὸ αἰτοῦμεν, μὴ ἐπιλάθου καὶ ἡμῶν τῶν τιμώντων σοι.
Ἕτερον Κάθισμα
Ἦχος α'. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τῷ κάλλει σου Χριστέ, ἡ παρθένος τρωθεῖσα, παρέδραμε σπουδῇ, τὰ ὁρώμενα πάντα, καὶ πᾶσαν τὴν τοῦ σώματος, εὐμορφίαν ἐκδέδωκε, ταῖς κολάσεσι, καὶ ταῖς πικραῖς τιμωρίαις, ἀφανίζεσθαι· ἣν εἰς ὡραίους νυμφῶνας, εἰσήγαγες Δέσποτα
Ὁ Οἶκος
Τοῦ νυμφίου Χριστοῦ ἔρωτι, Παναοίδιμε, ἀπὸ βρέφους σεμνὴ πυρποληθεῖσα ἔδραμες, δορκὰς ὡς διψῶσα πηγαῖς ἀειρύτοις, καὶ τῇ ἀθλήσει σαυτὴν συντηρήσασα, ἐν τῷ ἀφθάρτῳ, ὄντως τοῦ Κτίστου σου θαλάμῳ ἔνδοξε, ὡς νύμφη εὐκλεής, ἐστολισμένη, πεποικιλμένη, εἰσῆλθες ὡς ἐκλεκτή, στεφανηφόρος ὁραθεῖσα, ἐξ ἀφθάρτου νυμφίου δεξαμένη, ὡς χρυσίον, βραβεῖον νίκης τῆς σῆς ἀθλήσεως.
Μεγαλυνάριον
Τῇ εἰρηνωνύμῳ κλήσει σεμνή,
κατακολουθοῦσα, εὐηγγέλισαι μυστικῶς, ἄθλοις σου θαυμάτων, ψυχαῖς
πολεμουμέναις, σωτήριον εἰρήνην, Εἰρήνη ἔνδοξε.
Η ΖΩΗ ΤΩΝ
ΑΓΙΩΝ ΜΑΣ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΗ
ΤΕΥΧΟΣ 7
ΕΚΔΟΣΕΙΣ
"ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ"
saint
impantokratoros