Στις 15 Ιουλίου 1990, ημέρα Κυριακή, το πρωί, μόλις ο π. Ιάκωβος (Τσαλίκης) κατέβηκε από το κελλάκι του στο Ναό για την Θεία Λειτουργία, περιέγραφε μέσα στο ιερό με πρόσωπο εκστατικό σε Πατέρες της Μονής του όσα ο Θείος Ιωάννης ο Ρώσος «πνευματικώ τω τρόπω» του είχε πει την νύχτα που πέρασε –«ο Θεός οίδε πως»– εμπρός στην Ιερή Λάρνακα με το αδιαλώβητο σκήνος Του στο Ναό Του στο Προκόπι.
–«Νομίζουν πως κοιμάμαι, ότι είμαι νεκρός, και δεν με
υπολογίζουν οι Χριστιανοί. Εγώ όμως είμαι ζωντανός. Τους πάντες βλέπω. Το σώμα
μου είναι μέσα, αλλά εγώ εξέρχομαι πολλές φορές από την λάρνακά μου. Τρέχω
ανάμεσα στους ανθρώπους για να τους βοηθήσω. Πολύς ο πόνος. Αυτοί δε με
βλέπουν. Εγώ τους βλέπω και τους ακούω τι λένε. Και πάλι μπαίνω στη λάρνακα
μου. Αλλά άκουσε Πάτερ μου να σου πω. Πολλή η αμαρτία στο κόσμο, πολλή η
ασέβεια και πολλή η απιστία».
–«Γιατί τα λες αυτά άγιέ μου»; Του απάντησα. «Δεν βλέπεις
πόσος κόσμος έρχεται στη χάρη σου και σε προσκυνά»;
«Πολλοί έρχονται,
Πάτερ Ιάκωβε, αλλά λίγα είναι τα τέκνα μου», πρόσθεσε ο Όσιος και συνέχισε.
– «Για αυτό πρέπει να γίνει πόλεμος. Γιατί πολλή η αμαρτία
στον κόσμο».
–«Όχι, άγιε μου» του είπα ταραγμένος. «Από μικρό παιδί όλο
σε πολέμους και ταλαιπωρίες βρέθηκα. Στην Μικρά Ασία που γεννήθηκα αλλά και
όταν ήλθαμε στην Ελλάδα. Ύστερα άγιε μου αν γίνει έξαφνα ο πόλεμος θα χαθούν
και ψυχές πριν προφτάσουν να μετανοήσουν».
–«Πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει
να γίνει πόλεμος», απάντησε λυπημένα με μια σταθερή φωνή ο Όσιος».
Πηγή: Από το βιβλίο «ΕΝΑΣ ΑΓΙΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ Ο Μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης».