Διηγούνταν ένας
άγιος Ασκητής ότι, ήταν ένα γυναικείο Μοναστήρι στη Θεσσαλονίκη, όπου μια
μοναχή πολεμηθείσα ισχυρώς υπό το μισόκαλου διαβόλου, έφυγε από τη μετάνοιά της
και έπεσε στην πορνεία για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Κάποια στιγμή ήλθε στο μυαλό της αγαθός λογισμός, και μετανόησε με τη συνεργασία του Αγίου Θεού. Ερχόμενη στο Μοναστήρι της προκειμένου να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής της με μετάνοια και άσκηση, ξεψύχησε μπροστά στη θύρα της εισόδου.
Γι’ αυτήν απεκάλυψε
ο Θεός σε έναν άγιο Επίσκοπο τον θάνατό της, και είδε τους αγίους Αγγέλους που
ήλθαν να πάρουν τη ψυχή της και τους δαίμονες που φιλονικούσαν λέγοντας στους
Αγγέλους : «Γιατί μας αδικείτε και μας την παίρνετε, αυτή είναι δική μας, και
δούλευσε μέσα στη πορνεία αρκετό καιρό». Οι δε Άγγελοι έλεγαν : «Αυτή σας
απαρνήθηκε και ήρθε στο Μοναστήρι της». «Αυτή ακόμη δεν μπήκε στη Μονή. Πώς
λέτε ότι μετανόησε», έλεγαν τα δαιμόνια. Και απάντησαν οι Άγγελοι : «Αφού είδε
ο Φιλάνθρωπος Θεός την προαίρεσή της και πώς σκέφθηκε να εξομολογηθεί και πήγε
στο Μοναστήρι, από εκείνη την ώρα την συγχώρησε και γι’ αυτό σώθηκε. η μεν
μετάνοια και επιστροφή είναι στο θέλημά της, η δε ζωή και ο θάνατος είναι στο
θέλημα του Θεού. Αυτά ακούσαντες οι δαίμονες έφυγαν ντροπιασμένοι.
ΠΗΓΗ : «ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ», έτος 18ο, 1953, αριθ, 197-8, σ. 21