1. Επειδή το θείο είναι αυτοαγαθότητα, έλεος αληθινό και άβυσσος καλωσύνης, ή μάλλον που κι αυτή την άβυσσο περιλαμβάνει, γιατί είναι πάνω από κάθε όνομα που λέμε και κάθε τι που νοούμε, μόνο με την ένωση μαζί Του μπορεί κανείς να βρει έλεος. Ενώνεται δε κανείς μαζί Του με τη μετοχή, κατά το δυνατόν, των όμοιων αρετών και με την κοινωνία κατά την προσευχή προς το Θεό με τη δέηση και την ένωση. Η κοινωνία όμως δια μέσου των αρετών, λόγω ομοιότητας, κάνει κατάλληλο τον αγωνιστή να υποδέχεται το θείον, όχι όμως και να τον ενώνει μαζί Του.
Ενώ η δύναμη της προσευχής ιερουργεί και τελεσιουργεί την ανάταση και ένωση του ανθρώπου προς το Θεό, γιατί είναι σύνδεσμος των λογικών κτισμάτων με τον Κτίστη, όταν βέβαια η προσευχή, με τη φλογερή κατάνυξη, ξεπεράσει τα πάθη και τους λογισμούς. Γιατί είναι αδύνατο να ενωθεί ο Θεός με τον εμπαθή νου. ώστε, όσο ο νους είναι εμπαθής ενώ προσεύχεται, δεν έχει βρει το έλεος του Θεού. Όσο πάλι μπορεί να ξεπερνά τους λογισμούς, τόσο αποκτά και το πένθος. κι ανάλογα με το πένθος δέχεται και το έλεος της θείας παρηγοριάς.Κι αν μείνει σ’ αυτά για καιρό με ταπείνωση, τότε μεταποιεί ολοκληρωτικά και το παθητικό μέρος της ψυχής.
2. Όταν το ενιαίο του νου γίνει τρισσό, μένοντας ενιαίο, τότε ενώνεται με τη θεαρχική Τριαδική Μονάδα, αποκλείει κάθε είσοδο πλάνης και γίνεται ανώτερο από τη σάρκα, τον κόσμο και τον κοσμοκράτορα διάβολο. Και έτσι, ξεφεύγοντας ολοσχερώς τις αφορμές από αυτά, βρίσκεται μέσα στον εαυτό του και το Θεό και απολαμβάνει πλουσιοπάροχα την πνευματική αγαλλίαση που πηγάζει από μέσα του όσο βρίσκεται σ’ αυτή τη κατάσταση. Το ενιαίο του νου γίνεται τρισσό, μένοντας ενιαίο, με τη στροφή του νου στον εαυτό του και με την ανάβαση στο Θεό δια μέσου του εαυτού του. Η στροφή του νου προς τον εαυτό του είναι η φύλαξη του εαυτού του, ενώ η ανάβασή του στο Θεό γίνεται αρχικά με την προσευχή, προσευχή όμως με συνεπτυγμένη μορφή, αν και κάποτε γίνεται και με πιο διεξοδική, πράγμα που είναι πιο κοπιαστικό. Αν τώρα παραμένει κανείς καρτερικά στη σύμπτυξη αυτή του νου και την ανύψωσή του στο Θεό, εμποδίζοντας με ισχυρή βία την τάση της διάνοιάς του να κινείται σε πολλά, πλησιάζει το Θεό νοερά και επιτυγχάνει τα άρρητα και γεύεται τον μέλλοντα αιώνα και με νοερή αίσθηση γνωρίζει ότι ο Κύριος είναι αγαθός, όπως λέει και ο Ψαλμωδός: «Γευθείτε και δείτε ότι ο Κύριος είναι αγαθός»(Ψαλμ.33,9). Το να βρει λοιπόν κανείς το νου του τρισσό, να είναι δηλαδή ο ίδιος μόνος του ο φύλακας και ο φυλασσόμενος και ο προσευχόμενος κατά τη φύλαξη, δεν είναι ίσως πολύ δύσκολο. Η μακρά όμως καρτερική παραμονή σ’ αυτή την κατάσταση που γεννά τα απόρρητα, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Οποιοσδήποτε κόπος άλλης αρετής είναι μικρός κι ευκολότατος, αν συγκριθεί με αυτόν. Γι’ αυτό και πολλοί που αφήνουν την προσπάθεια εξαιτίας της στενοχωρίας της προσευχητικής αρετής, δεν αξιώνονται να φτάσουν στην πλατωσιά των θείων χαρισμάτων. Εκείνους όμως που υπομένουν, τους περιμένουν μεγαλύτερες εκδηλώσεις της θείας βοήθειας, που τους υποβαστάζουν και τους σηκώνουν και τους προωθούν με ηδονή προς τα εμπρός, κάνοντας πιο βατή τη δύσβατη οδό και βάζοντας μέσα τους την αγγελική, ας πούμε επιτηδειότητα και ενδυναμώνοντας την ανθρώπινη φύση μας να πλησιάζει τα υπέρ φύση , σύμφωνα με το λόγο του Προφήτη: «Όσοι υπομένουν, θα βγάλουν φτερά. θα ανανεωθεί η ισχύς τους»(Ησ. 40,31).
3. Νους ονομάζεται και η ενέργεια του νου που αποτελείται από λογισμούς και έννοιες. Νους είναι και η δύναμη που τα ενεργεί αυτά, η οποία και καρδιά ονομάζεται από τη Γραφή. Σύμφωνα με αυτήν, που είναι η κυριότατη απ’ όλες τις εσωτερικές μας δυνάμεις, η ψυχή μας είναι λογική. Η ενέργεια λοιπόν του νου που συνίσταται στους λογισμούς, στους ανθρώπους που σχολάζουν στην προσευχή και μάλιστα τη μονόλογιστη, τακτοποιείται και καθαίρεται εύκολα. Η δύναμη όμως του νου που γεννά αυτή την ενέργεια, δεν μπορεί να καθαρθεί, αν δεν καθαρθούν κι όλες οι άλλες δυνάμεις της ψυχής. Γιατί η ψυχή είναι οντότητα πολυδύναμη. Όταν λοιπόν δημιουργηθεί μέσα της κακία από κάποια από τις δυνάμεις της, μολύνεται ολόκληρη και μετέχουν στο μολυσμό της μιας όλες οι δυνάμεις, επειδή η ψυχή είναι ενιαία. Αφού λοιπόν κάθε δύναμη της ψυχής παρέχει διαφορετική ενέργεια, είναι δυνατό, μια οποιαδήποτε ενέργεια να καθαρθεί προσωρινά μετά από κατάλληλη προσπάθεια. αυτό όμως δε σημαίνει ότι κι η αντίστοιχη δύναμη της ψυχής είναι καθαρή. Γιατί καθώς επικοινωνεί με τις άλλες, μπορεί να είναι ακάθαρτη μάλλον, παρά καθαρή. Γι’ αυτό εκείνος, που με την επιμέλεια της προσευχής καθάρισε την ενέργεια του νου και φωτίστηκε σ’ ένα βαθμό, ή με φως γνώσεως ή και με νοερά έλλαμψη, αν για τούτο θεωρήσει τον εαυτό του καθαρμένο, πλανάται εξαπατώντας τον εαυτό του και με την οίηση ανοίγει εναντίον του εαυτού του μεγάλη θύρα στο διάβολο που πάντοτε επιχειρεί να μας πλανά. Αν όμως, γνωρίζοντας την ακαθαρσία της καρδιάς του, δεν υπερηφανευτεί με τη μέτρια εκείνη καθαρότητα, τότε χρησιμοποιώντας αυτή σαν βοηθό, βλέπει καθαρότερα την ακαθαρσία, και των άλλων ψυχικών του δυνάμεων και προοδεύει στην ταπείνωση και προσθέτει πένθος στο πένθος και εφευρίσκει την κατάλληλη θεραπεία για την κάθε μία δύναμη της ψυχής. Καθαρίζει λοιπόν με την πράξη την πρακτική του δύναμη, με τη γνώση τη γνωστική και με την προσευχή τη θεωρητική, και με αυτά φτάνει στην τέλεια κι αληθινή και μονιμότατη καθαρότητα της καρδιάς και του νου. Αυτήν δεν μπορεί ποτέ να αποκτηθεί από κανένα, παρά με την τελειότητα στην πράξη, την επίμονη γύμναση, τη θεωρία και τη θεωρητική προσευχή.
Πηγή : Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος
Άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς
Τρία κεφάλαια για την
προσευχή και την καθαρότητα της καρδιάς.
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, Τόμος Δ΄)