Στοὺς κατανυκτικοὺς ἑσπερινοὺς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀμέσως μετὰ τὴν εἴσοδο, ψάλλουμε δύο μεγάλα, ὅπως ὀνομάζονται, προκείμενα. Τὸ ἕνα ἐξ αὐτῶν εἶναι: «ἔδωκας κληρονομίαν τοῖς φοβουμένοις τὸ ὄνομά Σου, Κύριε». Ὅπως ὅλα τὰ προκείμενα, εἶναι καὶ αὐτὸ δανεισμένο ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ἀναφέρεται στὴν περίοδο πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ εἶναι ἐμπνευσμένο ἀπὸ τὸν 60ὸ ψαλμό. Ἐμεῖς δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε οὔτε μὲ τὸ ρῆμα «ἔδωκας», οὔτε μὲ τὸ «τοῖς φοβουμένοις», οὔτε μὲ «τὸ ὄνομά Σου». Θὰ μπορούσαμε ὅμως νὰ πάρουμε μιὰ γεύση σχολιάζοντας μιά μόνο λέξη, τὴ λέξη «κληρονομία».
Ὁ Θεὸς μᾶς ἔχει δώσει κάποια κληρονομιά, τὴν ὁποία
μποροῦμε καὶ καλούμεθα νὰ γνωρίσουμε καὶ νὰ ἀξιοποιήσουμε. Κληρονομιὰ σημαίνει
δῶρο, ὄχι ἀπόκτημα, κάτι ποὺ μᾶς δόθηκε χωρὶς ἐμεῖς νὰ ἐργαστοῦμε γι’ αὐτό. Καὶ
μάλιστα δόθηκε λόγω συγγένειας, λόγω σχέσης με τὸν δωρεοδότη. Ποιά ἄραγε νὰ
εἶναι αὐτὴ ἡ πνευματικὴ κληρονομιά; Γιὰ μὲν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ἦταν ἡ Γῆ τῆς
Ἐπαγγελίας. Ἦταν ἡ ἰδιότητα τοῦ Ἑβραϊκοῦ λαοῦ ὡς περιουσίου λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἦταν
τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Κύριος τοὺς χάρισε τὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλήμ. Τὸ ἐρώτημα ὅμως
ἀπευθύνεται σὲ μᾶς τοὺς χριστιανούς, σὲ κάθε ἄνθρωπο ποὺ ζεῖ καὶ τρέφεται ἀπὸ
τὴν κολυμβήθρα καὶ τὴν τράπεζα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Ποιά εἶναι ἡ κληρονομιὰ
ποὺ ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε;
Ἂς κάνουμε μιὰ ἁπλῆ ἀναλογία· τὴν ἀναλογία στὶς δικές μας,
τὶς ἀνθρώπινες κληρονομιές. Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι φυσικὸς κληρονόμος,
κοινωνικός, οἰκονομικὸς κληρονόμος κ.λπ. Τί κληρονομεῖ ἀπὸ τοὺς δικούς του; Τί
κληρονομήσαμε ἐμεῖς ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας; Κληρονομοῦμε πρῶτα τὴ συγγένεια, τὴ
σχέση. Ἄλλο εἶναι νὰ φύγει ἀπὸ αὐτὸ τὸν κόσμο ὁ στριφνὸς ἐνδεχομένως δικός μας
ἄνθρωπος καὶ ἄλλο εἶναι νὰ χωριστοῦμε ἀπὸ ἕναν πολὺ καλό, ἀλλὰ ὄχι συγγενικό μας
ἄνθρωπο. Ὁ πρῶτος, κι ἂς εἶναι δύσκολος, μᾶς πληγώνει παραπάνω. Εἶναι δικός
μας. Τὸ λέμε αὐτὸ γιὰ νὰ καταλάβουμε τὶ σημαίνει σχέση αἵματος. Αὐτὸς ποὺ ἔχει
τὸ ἴδιο αἷμα μὲ μᾶς, ὁ συγγενής μας, εἶναι πιὸ κολλημένος στὴν ὕπαρξή μας.
Ἔχουμε ἄλλου εἴδους σχέση. Τὸ πρῶτο πρᾶγμα, λοιπόν, ποὺ κληρονομοῦμε ἀπὸ τοὺς
συγγενεῖς μας εἶναι μιὰ πολὺ δυνατὴ σχέση.
Τὸ δεύτερο ποὺ κληρονομοῦμε εἶναι τὰ χαρακτηριστικά τους.
Ἕνα παιδὶ μοιάζει σὲ ὁρισμένα μὲ τὸν πατέρα του, καὶ σὲ ἄλλα μὲ τὴ μητέρα του.
Ἔχει πάρει καὶ τὰ φυσικὰ χαρακτηριστικά, ἀλλὰ ἔχει κληρονομήσει καὶ τὰ
χαρακτη-ριστικὰ τῆς προσωπικότητος καὶ τοῦ χαρακτῆρος τῶν γονέων του.
Τρίτο στοιχεῖο εἶναι τὸ ὄνομα. Δὲν διαλέγει ὁ καθένας τὸ
ὄνομά του, ἀλλὰ τοῦ δίνεται τὸ ὄνομα. Τὸ κληρονομεῖ αὐτὸ τὸ ὄνομα.
Καὶ ἕνα τέταρτο, αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο τόσοι καυγάδες τόσο
συχνὰ γίνονται, εἶναι ἡ περιουσία.
Κληρονομοῦμε, λοιπόν, σχέση, κληρονομοῦμε χαρακτηριστικά,
ὄνομα, περιουσία. Ἂς δοῦμε πῶς αὐτὰ τὰ κληρονομικὰ στοιχεῖα ἀνάγονται σ᾿ αὐτὸ
ποὺ λέμε κληρονομοῦμε τὸν Θεό. Τί κληρονομιὰ ἔχει δώσει σ᾿ ἐμᾶς ὡς χριστιανοὺς
ὁ Θεός;
Τὸ πρῶτο πρᾶγμα ποὺ μᾶς ἔχει δώσει εἶναι ἡ σχέση μαζί Του.
Τί μεγάλο πρᾶγμα! Αὐτὸ εἶναι πραγματικὴ περιουσία. Εἶναι ἡ κληρονομιὰ τῆς
υἱοθεσίας. Μιὰ κληρονομιὰ ποὺ διακρίνεται ὡς λαχτάρα, ὡς πόθος, ὡς νοσταλγία,
θὰ λέγαμε ὡς ὄνειρο στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ἀλλὰ μὲ μιὰ ὁλοκληρωμένη μορφή,
ἐμφανίζεται ὡς τελεία σχέση πατρὸς καὶ τέκνων στὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἕνα
χαρακτηριστικὸ παράδειγμα εἶναι ἡ Κυριακὴ προσευχή, «Τὸ Πάτερ ἡμῶν», ὁ
τρόπος αὐτῆς τῆς προσευχῆς. Στὴν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὑπάρχουν
ἀναφορὲς ὅπου ὁ Θεὸς ἀπευθύνεται σὰν πατέρας σὲ παιδιά. Ἀλλὰ δὲν ὑπάρχει οὔτε
μιὰ περίπτωση, ὅπου μὲ κάποιο τρόπο νὰ ὑποδεικνύεται ὡς μέσο ἐπικοινωνίας μιὰ
προσευχή, κατὰ τὴν ὁποία μποροῦσε κανεὶς νὰ στραφεῖ στὸν Θεό καὶ νὰ Τὸν
ἀποκαλέσει πατέρα. Αὐτό ἰσχύει γιὰ τὴν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.
Ἐρχόμαστε ὅμως στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὅπου οἱ μαθητὲς ταπεινὰ
ζητοῦν ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ τοὺς διδάξει πῶς νὰ προσεύχονται. Ἐκεῖνος τοὺς
παραδίδει τὴν Κυριακὴ προσευχή ὡς τὴ μεγαλύτερη κληρονομιὰ καὶ παρακαταθήκη καὶ
τοὺς βάζει σὰν πρώτη λέξη, τὴν λέξη «πάτερ». Νὰ λοιπὸν ἡ πρώτη σχέση, ἡ κατὰ
χάριν σχέση, ἡ ὁποία προσφέρεται σὲ κάθε πιστό, σὲ κάθε ἄνθρωπο καὶ μέλος τῆς
Ἐκκλησίας ἀπὸ τὸν Θεό. Εἶναι ἡ σχέση τῆς υἱοθεσίας· σχέση δηλαδὴ δική μας μὲ
τὸν Θεὸ Πατέρα ὡς τέκνων Του.
Ὑπάρχει καὶ ἄλλη μία σχέση· ἡ σχέση τῆς φύσεώς μας, τῆς
ἀνθρώπινης φύσεως μὲ τὴν θεανθρώπινη φύση τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας
Τριάδος, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μία σχέση ποὺ καθαγιάζει τὴν ἴδια τὴν
ὑπόσταση τῆς φύσεώς μας. Τί τιμή! Νὰ ἡ δεύτερη περιουσία. Νὰ μιὰ ἄλλη σχέση
κληρονομιᾶς. Αὐτὴ ἡ φύση ποὺ φέρουμε, καὶ δὲν ἐννοῶ μόνο τὸ σῶμα ἀλλὰ καὶ τὴν
ἴδια τὴν ἀνθρώπινη ὑπόσταση, εἶναι καθαγιασμένη ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸ ποὺ ἔχουμε κληρονομήσει εἶναι ἀρχικὰ μὲν ἡ φύση τῆς
δημιουργίας μας, στὴ συνέχεια δὲ τῆς ἀναδημιουργίας μας, ἡ θεωμένη ἀνθρώπινη
φύση.
Τὸ δεύτερο ποὺ εἴπαμε ὅτι κληρονομοῦμε εἶναι τὰ
χαρακτηριστικά. Ὑπάρχει στὴν ἀρχὴ τῆς πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολῆς μιὰ λέξη ποὺ
ἐμφανίζεται μόνο μιὰ φορὰ στὴν Ἁγία Γραφή, ποτὲ ἄλλοτε· ἡ λέξη «χαρακτήρας».
Ἀναφέρεται στὸν Χριστό, ὅτι εἶναι «ἀπαύγασμα τῆς δόξης καὶ χαρακτὴρ τῆς
ὑποστάσεως Αὐτοῦ» (Ἑβρ. α΄ 3). Ὁ Χριστὸς εἶναι χαρακτήρας τῆς ὑποστάσεως
τοῦ Θεοῦ Πατρός. Χαρακτήρας θὰ πεῖ ὅτι εἶναι ἀκριβῶς ἴδιος μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα,
ὅσον ἀφορᾶ τὴν οὐσία, τὴ φύση τῆς ὑποστάσεως· δηλαδή, ἡ ὑπόστασις τοῦ Κυρίου
ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἔχει χάραγμα θεϊκό.
Κάτι ἀντίστοιχο μ᾿ αὐτὸ ὑπάρχει καὶ γιὰ μᾶς. Ἔχουμε
κληρονομήσει τέτοιον πνευματικὸ χαρακτήρα. Ὁ καθένας μας, ὄντας πλασμένος «κατ᾿
εἰκόνα Θεοῦ», ἔχει κληρονομήσει ἰδιώματα θεϊκά, δοσμένα ὡς δῶρο σὲ μᾶς ἀπὸ τὸν
ἴδιο τὸν Θεό. Κλασσικὸ παράδειγμα αὐτῆς τῆς περιπτώσεως βρίσκουμε στὴν
ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας ποὺ ἀναφέρεται στὰ πρόσωπα τῶν ἁγίων, ὅπως στὸ
πρόσωπο τῆς ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας που τιμοῦμε τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.
Σχεδὸν ὅλα τὰ τροπάρια ποὺ ἀνεφέρονται στὴν ἁγία περιλαμβάνουν τὴ λέξη
«εἰκόνα» καὶ περιγράφουν πῶς ἡ ἴδια κατέστρεψε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, καὶ πῶς
τελικὰ βλέποντας τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας φρόντισε νὰ ἀναστήσει μέσα της αὐτὸ τὸ
στοιχεῖο τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς καὶ νὰ ἀναμορφώσει τὸ κάλλος γιὰ τὸ ὁποῖο
εἶχε πλαστεῖ, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ.
Ὑπάρχει καὶ τὸ τρίτο στοιχεῖο τὸ ὁποῖο κληρονομοῦμε· τὸ
ὄνομα. Τὸ ὄνομα χαρακτηρίζει τὸ πρόσωπο καὶ μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα ἔχουμε
πολιτογραφηθεῖ στὸν οὐρανό. Ὁ Κύριος λέει κατ᾿ ἐπανάληψιν στὴν Ἁγία Γραφὴ στοὺς
Ἀποστόλους, νὰ χαίρεσθε γιατί τὰ ὀνόματά σας ἐγράφησαν «ἐν βίβλῳ ζωῆς»,
«ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Φιλ. δ΄ 3, Λουκ. ι΄ 20). Εἶναι αὐτὸ τὸ ὄνομα τὸ ὁποῖο
μᾶς τὸ δίνει σὰν κληρονομιὰ ὁ Θεὸς μέσα ἀπὸ τὸ μυστήριο τοῦ βαπτίσματος, τὸ
ὁποῖο καλούμεθα νὰ χρησιμοποιήσουμε γιὰ νὰ φθάσουμε ἀπὸ τὸ «κατ᾿ εἰκόνα» στὸ
«καθ᾿ ὁμοίωσιν». Εἶναι αὐτὸς ὁ ἀγώνας ποὺ γίνεται γιὰ νὰ ἀναστήσουμε μέσα μας
τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, τὴν εἰκόνα τοῦ προσώπου Του.
Ἂς ἔλθουμε στὸ τέταρτο στοιχεῖο, τὴν περιουσία τοῦ Θεοῦ.
Ποιά εἶναι ἡ περιουσία τὴν ὁποία μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός πέραν ἀπὸ τὴ σχέση,
πέραν ἀπὸ τὸν χαρακτήρα Του, τὸ «κατ᾿ εἰκόνα», πέραν ἀπὸ τὸ θεϊκό Του ὄνομα, τὸ
«καθ᾿ ὁμοίωσιν»; Πολλὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ἀναφέρουμε ὡς περιουσία τοῦ Θεοῦ· ἂς
ποῦμε μόνο μερικά.
Ἡ πρώτη περιουσία ποὺ μᾶς ἐμπιστεύεται ὁ Θεός εἶναι ἡ
χάρις Του, οἱ ἀρετὲς ὡς καρπὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μᾶς δίνει τὴ δυνατότητα νὰ
Τὸν πλησιάσουμε μέσα ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ προσεγγίσουμε αὐτὸν τὸν πολύτιμο
θησαυρὸ ποὺ ὑπάρχει καὶ ὀνομάζεται χάρις. Νὰ μπορέσουν νὰ συμβοῦν στὴ ζωή μας
αὐτὰ ποὺ μόνοι μας δὲν μποροῦμε νὰ καταφέρουμε, ὅσο κι ἂν ἀγωνιζόμαστε, καὶ νὰ
φθάσουμε ἔτσι στὴν κατάσταση τῆς τελειότητος. Στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι
δυνατὸν νὰ μὴν ὑπάρχει τελειότητα. Κάθε τι πρέπει νὰ εἶναι τέλειο ἐκεῖ.
Συμμετέχοντας στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, μᾶς δίνει ὁ Θεὸς τὴ χάρι Του, γιὰ
νὰ περάσουμε τὴ διαδικασία τῆς τελειώσεως σ᾿ αὐτὴ τὴ ζωὴ καὶ νὰ μεταπηδήσουμε
στὴν κατάσταση τῆς τελειότητος στὴν ἄλλη ζωή. Ἕνα λοιπὸν στοιχεῖο περιουσίας
εἶναι αὐτὴ ἡ πολύτιμη κληρονομιὰ τῆς χάριτός Του.
Ἕνα ἄλλο εἶναι ὁ θησαυρὸς τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὴ ἡ ἀπέραντη
κολυμβήθρα ποὺ καθαίρει τὸν καθένα μας. Αὐτὴ ἡ μεγάλη μήτρα ποὺ μᾶς ἀναγεννᾶ
καὶ ἡ ὁποία ἐγκυμονεῖ τὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν καρδιὰ μας.
Τρίτο δῶρο ποὺ μᾶς ἔχει δώσει σὰν περιουσία ὁ Θεὸς εἶναι
τὰ ἰδιώματα τῆς φύσεώς μας. Ὁ κάθε ἕνας μας ἔχει τὸν δικό του φυσικό χαρακτήρα.
Μέσα ἀπὸ αὐτὸν τὸν χαρακτήρα, μέσα ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς προσωπικότητος ποὺ εἶναι
διαφορετικὰ γιὰ ὅλους μας, θὰ βρεῖ τὸν δρόμο του. Καὶ εἶναι περιουσία ποὺ μᾶς
τὴ δίνει ὁ Θεὸς, διότι ἔτσι Ἐκεῖνος κρίνει ὅτι εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος γιὰ τὴ
σωτηρία μας. Νὰ φέρουμε ὁ καθένας χωριστά τὸν δικό του χαρακτήρα. Δὲν θὰ ὑπῆρχε
καλύτερος τρόπος νὰ σωθοῦμε παρὰ μέσα ἀπὸ τὴν περιουσία τοῦ δικοῦ μας
χαρακτῆρος.
Ἂς περάσουμε καὶ στὸ τέταρτο δῶρο. Εἶναι οἱ συνθῆκες τῆς
ζωῆς μας. Οἱ ἀφορμὲς τῆς σωτηρίας μας εἶναι ποικίλες. Ἄλλος μπαίνει στὴ
βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴ μιὰ πόρτα, ἄλλος ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἄλλοτε μὲ χαρές, ἄλλοτε
μὲ λύπες, ἄλλοτε μὲ αἰφνδιαστικὲς ἀφορμές, ἄλλοτε μὲ τιμές, ἄλλοτε μὲ
ταπεινώσεις. Αὐτὸ ποὺ ὀνομάζει ὁ κόσμος συμπτώσεις, αὐτὸ ποὺ ὀνομάζει
συγκυρίες, δὲν εἶναι γιὰ μᾶς ἄψυχη τύχη. Ὄχι, δὲν εἶναι συγκυρίες, δὲν εἶναι
συμπτώσεις, ἀλλὰ τὰ ἴδια τὰ γεγονότα εἶναι ὁ τρόπος τῆς σωτηρίας μας. Αὐτὰ τὰ
γεγονότα θὰ συνδυαστοῦν μὲ τὸν χαρακτήρα καὶ μὲ τὴν ἐλευθερία μας, θὰ στάξει
ἀπὸ πάνω καὶ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ, κι ἔτσι θὰ γεννηθεῖ ἡ μορφὴ τῆς σωτηρίας γιὰ τὸν
καθένα μας.
Ἕνα πέμπτο στοιχεῖο τέτοιας περιουσίας ποὺ μᾶς δίνει ὁ
Θεός εἶναι οἱ σταυροί μας. Εἶναι κληρονομιὰ καὶ θεϊκὴ περιουσία οἱ σταυροί μας.
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ἴδιος ὁ Θεός, σταυρὸ ἔφερε. Σὲ σταυρωμένο Θεὸ πιστεύουμε.
Ἀπὸ αὐτὸν τὸν σταυρό Του δείχνει σὲ μᾶς, στὸν πεπτωκότα κόσμο στὸν ὁποῖο ζοῦμε,
τοὺς δικούς μας σταυρούς. Δὲν εἶναι τιμωρίες, ἀλλὰ εἶναι μέσα σωτηρίας. Εἶναι
συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας αὐτὸ ἐδῶ καὶ δύο χιλιάδες χρόνια. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν
δὲν ὑπῆρχαν σταυροί, ἀγωνίζονταν οἱ ἅγιοι μόνοι τους νὰ ἀνακαλύψουν καὶ νὰ
δημιουργήσουν σταυρώσιμες προϋποθέσεις γιὰ τὴ δική τους σωτηρία.
Ἡ μεγάλη περιουσία γιὰ τὸν κάθε χριστιανό, λοιπόν, εἶναι
αὐτὴ ἡ θεϊκὴ σχέση, εἶναι τὸ «κατ᾿ εἰκόνα», τὸ ὅτι φέρει μέσα του ὁ καθένας
θεϊκὰ στοιχεῖα ὡς χαρακτήρα. Εἶναι τὸ ὄνομα, τὸ «καθ᾿ ὁμοίωσιν». Εἶναι ἡ
περιουσία τῆς Ἐκκλησίας, ἡ χάρις, τὰ μυστήρια, οἱ ἀρετές, ἡ φύση τοῦ καθενός
μας, οἱ συγκυρίες τῶν γεγονότων. Εἶναι οἱ σταυροί μας καὶ οἱ δοκιμασίες μας. Οἱ
Ἑβραῖοι ὡς κληρονομιὰ εἶχαν τὴν ἐλπίδα γιὰ τὴν ἐπίγεια Ἱερουσαλήμ. Ἐμεῖς οἱ
ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ πιστοὶ χριστιανοί, ὡς κληρονομιὰ ἔχουμε τὴν ἄνω
Ἱερουσαλήμ.
Ἔτσι πρέπει νὰ μεταμορφώνουμε τὶς μέρες μας καὶ μ᾿ αὐτὴ
τὴν προοπτικὴ νὰ διερχόμεθα τὸ στάδιο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Νὰ ζήσουμε τὴν
Ἀνάσταση καὶ τὸ Πάσχα, ὄχι ἐδῶ ἀνθρώπινα καὶ ἐφήμερα, οὔτε πάλι ὡς δική μας
κατάκτηση ἢ ὡς δικό μας ἀπόκτημα, ἀλλὰ ὡς μιὰ πνευματικὴ κληρονομιὰ ποὺ θὰ
ἀποτελεῖ ἀπαύγασμα τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ, τῆς οὐράνιας χαρᾶς, τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Καλή καὶ εὐλογημένη Τεσσαρακοστή!
Μητροπολίτου Μεσογαίας
καὶ Λαυρεωτικής Νικολάου
Μ. Τεσσαρακοστή 2022