Ὅποιον σκέφτεσαι, σ’ αὐτόν
καί ἀνήκεις. Ἐάν λαχταρᾶς τόν Ἰησοῦ, θυμᾶσαι πάντοτε τούς λόγους Του. Ὁ οὐρανός
καί ἡ γῆ παρελεύσονται, oἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι.
Ὅλες οἱ ἡμέρες, ὅλες οἱ νύχτες, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί μαζί τους ὅλη ἡ δημιουργία, σπεύδουν πρός τήν ἔσχατη ἡμέρα κατά τήν ὁποία θά τελειώσει τό μυστήριο αὐτοῦ τοῦ κόσμου καί τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὁ χρόνος τότε ἑνώνεται μέ τήν αἰωνιότητα, ἑνώνεται τό ἐν χρόνῳ μέ τόν ἀΐδιο Θεό, τό κτῖσμα μέ τόν Κτίστη ἐν Χριστῷ. Ἐκείνη τήν ἡμέρα, ὁ χρόνος θά παύσει νά ὑπάρχει, θά εἰσέλθει μυστηριακά τό κτιστό στό ἄκτιστο, στήν αἰωνιότητα.
Στήν θεία Ἀποκάλυψη ὀνομάζεται
ἐσχάτη ἡμέρα[1].Λέγεται καί μεγάλη ἡμέρα[2]. Λέγεται καί ἡμέρα κρίσεως, ἡμέρα ὀργῆς
καί ἀποκαλύψεως καί δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ[3].
Τότε θά διαχωριστεῖ τελειωτικά
καί αἰώνια τό καλό ἀπό τό κακό καί θά θέσει ἕνα ἀπροσπέλαστο σύνορο μεταξύ τους
ὅπως ἀκούσαμε σήμερα στό εὐαγγέλιο· αἰώνιος παράδεισος, αἰώνια κόλαση. Τότε θά τελεστεῖ
τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ[4] περί τοῦ ἀνθρώπου, περί τῆς κτίσεως, περί τοῦ κόσμου, περί
τῆς οἰκουμένης. Ὅπως ἡ ὕπαρξη τοῦ χρόνου ἄρχισε μέ τόν Χριστό, ἔτσι θά τελειώσει
μ΄Ἐκεῖνον. Δηλαδή ἡ ἐσχάτη ἡμέρα, θά εἶναι ταυτοχρόνως καί ἡ Δευτέρα Παρουσία τοῦ
Μεσσίου, τοῦ Χριστοῦ. Ὁ χρόνος θά βυθιστεῖ στήν αἰωνιότητα, αἰώνια ἡμέρα, αἰώνια
λαμπρή, αἰώνιο φῶς.
Ὁ Μ. Βασίλειος μᾶς λέει
στό μεσονυκτικό:«...ἀλλ’ἐγρηγορότες καί διεγηγερμένοι ἐν τῇ ἐργασίᾳ τῶν ἐντολῶν
αὐτοῦ εὑρεθῶμεν, καί ἕτοιμοι εἰς τήν χαράν
καί εἰς τόν θεῖον νυμφῶνα τῆς δόξης αὐτοῦ συνεισέλθωμεν, ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων
ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καί ἡ ἀνέκφραστος ἡδονή τῶν καθορώντων τοῦ σοῦ προσώπου τό κάλλος
τό ἄρρητον ». Ὁ Μεσσίας θά εἶναι ὁ λειτουργός, θά εὐλογεῖ, θά χαρίζει αἰώνιες παραδείσιες
καταστάσεις.
Τότε ὅλοι οἱ ἀγαθοί καί
ὅλο τό ἀγαθό, θά κληρονομήσουν τήν αἰώνια μακαριότητα,τήν αἰώνια βασιλεία. Ἀντιθέτως
ὅλοι οἱ κακοί πού πολέμησαν καί μίσησαν τόν Χριστό καί τήν ἐκκλησία Του, θά κληρονομήσουν
ὅλο τό κακό, τό αἰώνιο μαρτύριο, τήν αἰώνια κόλαση. Πῶς τό λέει ὁ Κύριος; Σκότος
τό ἐξώτερον, σκώληξ ὁ ἀκοίμητος, πῦρ ἄσβεστον, βρυγμός καί τρυγμός τῶν ὁδόντων.
Φοβερές ὠδῖνες. Πότε θά ἔρθει ἡ ἡμέρα ἐκείνη, γνωρίζουμε;
Δέν ἀποκαλύφθηκε οὔτε σέ
ἀγγέλους, οὔτε σέ ἀνθρώπους[5]. Κατά τήν φιλάνθρωπη θεία πρόνοια παραμένει κεκρυμμένον
μυστήριον γιά ἐμᾶς, ὥστε νά εἴμαστε σέ νήψη, νά νήφουμε νυχθημερόν διά τῶν ἁγίων
ἀρετῶν, ἀναμένοντας τήν ἔλευση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ «Γρηγορεῖτε οὔν, ὅτι οὐκ οἴδατε
τήν ἡμέρα οὐδέ τήν ὥρα ἐν ἧ ὁ Υἱός τοῦ Ἀνθρώπου ἔρχεται»[6]
Ἔτσι οἱ ἔχοντες νοῦν Χριστοῦ,
ἀσκοῦνται ἀκαταπαύστως στή νηστεία, στήν ἐγκράτεια, στήν ἐλεημοσύνη, στή συγχωρητικότητα,
στό ἀκατάκριτον. Σ’ αὐτές τίς ἀρετές, ἐντολές, βρίσκουμε τόν Χριστό, συναντοῦμε
τούς ἀδελφούς Του, τούς ἐλαχίστους. « ἐπείνασα γάρ και ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα
καί ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην καί συνηγάγετέ με, γυμνός καί περιεβάλετέ με, ἠσθένησα
καί ἐπισκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καί ἤλθατε πρός με»[7]. Αὐτός, ὁ κατά τήν θείαν
πρόνοιαν αἰφνιδιασμός τῆς Δευτέρας Παρουσίας εἶναι χρήσιμος γιά τούς πραγματικούς
χριστιανούς, ὅμως ὄχι καί γιά ἐκείνους πού ἀπογύμνωσαν τήν ψυχή τους καί τήν ἀμαύρωσαν
μέ τό κακό, τόν φθόνο ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ, τόν διωγμό τῆς ἁγίας Του ἐκκλησίας καί
βλασφημοῦν τά σωτήρια μυστήριά της.
Ἐντούτοις παρ’ὅλο πού ὁ
Κύριος χάριν τῆς σωτηρίας μας, μᾶς ἄφησε στήν ἀβεβαιότητα περί τοῦ χρόνου τῆς Δευτέρας
Παρουσίας Του, δέν ἔκανε τό ἴδιο μέ τά σημεῖα πού θά προηγηθοῦν αὐτῆς καί θά σηματοδοτήσουν
τήν ἐγγύτητα τῆς ἔλευσής Του. Αὐτά τά σημεῖα εἶναι: Τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου σέ
ὅλα τά ἔθνη, σέ ὅλη τήν κτίση[8], ἡ μεταστροφή τοῦ Ἰσραήλ στό Χριστό[9], ἡ ἐμφάνιση
τοῦ Ἀντιχρίστου, σεισμοί, λιμοί, λοιμοί, ἀναταραχή τόσο ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους
ὅσο καί στή φύση, ἐμφανῆ σημεῖα στόν οὐρανό.
Ἐπίσης σέ ἀντιδιαστολή
μέ τήν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, οἱ πρόδρομοι τοῦ Ἀντιχρίστου, οἱ αὐτουργοί
τοῦ κακοῦ, θά διαδώσουν καί θά ἐπεκτείνουν τό κακό καί τίς βλασφημίες ἐναντίον τῆς
ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἐναντίον τῶν μυστηρίων, ἐναντίον τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως,
πολεμώντας νυχθημερόν τούς Ἁγίους της. Θά προσπαθήσουν νά ὑφαρπάξουν τήν ἐπιτυχία
τοῦ Εὐαγγελίου, θά ἐπιστρατεύσουν ὅλα τά ψεύδη, ὅλη τή βία, ὅλη τή φρίκη καί θά
ἐμπλέξουν σέ αὐτά τούς χριστιανούς, ὥστε νά παραπλανήσουν εἰ δυνατόν καί τούς ἐκλεκτούς.
Τό μανιῶδες κακό, ἡ μανία,
ἡ κακία, θά εἰσβάλει στά βάθη τῶν χριστιανομάχων ψυχῶν, θά τούς προκαλέσει τόση
ἀναταραχή, θά συσσωρεύσει μέσα τους τόση ἐκρηκτική ὕλη, πού ὅταν ἐκραγοῦν, θά ξεσπάσουν
σέ ἀδιάντροπη βλασφημία πρός κάθε τί τοῦ Χριστοῦ καί Θεοῦ. Ὁ Ἅδης πού τά πάντα περιγελᾶ,
θά χλευάζει κάθε τί τό θεῖο. Τό μυστήριο τοῦ κακοῦ, τῆς ἀνομίας, θά συναρπάσει πολλούς,
θά τούς τυφλώσει μέ τήν ἐφήμερη ἀλλά ψεύτικη ἐπιτυχία του καί θά πλανηθοῦν πολλοί.
Ὅπως τήν ἐποχή τοῦ Νῶε καί τοῦ Λώτ, ὅσοι ἀμφισβήτησαν, χάθηκαν, ἔτσι καί τώρα ὅλοι
ἐκεῖνοι πού δέν θά φέρουν τήν σφραγίδα τοῦ Χριστοῦ, τήν Θεία χάρι καί τήν ἐν Χριστῷ
ὁμολογία τήν ὀρθόδοξη πίστη θά χαθοῦν.
Ἀδελφοί μου, προσοχή ἐδῶ.
Θά χρειαστοῦμε τήν ὀρθόδοξον πίστη καί τήν ὑπομονή ἕως τέλους ἔστω καί ἄν χρειαστεῖ
νά διωχθοῦμε, νά μαρτυρήσουμε ἤ νά καταφύγουμε πρός καιρόν στίς κατακόμβες. Ὁ Ἀπόστολος
τῶν Ἐθνῶν Παῦλος ὅλο τοῦτο τό λυσσαλέο ξεφάντωμα τοῦ κακοῦ τό ὀνομάζει μυστήριον
τῆς ἀνομίας[10] πού ἐνεργεῖται στούς υἱούς τῆς ἀπειθείας[11] καί ἐνεργεῖ ἐνάντια
σέ κάθε τί τοῦ Χριστοῦ, ἐνάντια σέ κάθε τί τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀπομακρύνοντας τούς
ἀνθρώπους ἀπό τόν Χριστό, τήν ἐκκλησία, τά μυστήρια[12].
Αὐτοί εἶναι οἱ κατηραμένοι
πού ἀναφέρει τό σημερινό Εὐαγγέλιο καί πού στό τέλος κολάζονται αἰώνια. Παρατηρώντας
τούς ἔσχατους καιρούς, ἀπό τό θεανθρώπινο οὐράνιο παρατηρητήριό Του, καί τό πλεονάζον
κακό τῶν ἡμερῶν μας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει στόν Τιμόθεο: «Τοῦτο δέ γίνωσκε, ὅτι
ἐν ἐσχάταις ἡμέραις ἐνστήσονται καιροί χαλεποί· ἔσονται γάρ οἱ ἄνθρωποι φίλαυτοι,
φιλάργυροι, ἀλαζόνες, ὑπερήφανοι, βλάσφημοι, γονεῦσιν ἀπειθεῖς, ἀχάριστοι, ἀνόσιοι,
ἄστοργοι, ἄσπονδοι, διάβολοι, ἀκρατεῖς, ἀνήμεροι, ἀφιλάγαθοι, προδόται, προπετεῖς,
τετυφωμένοι, φιλήδονοι μᾶλλον ἤ φιλόθεοι, ἔχοντες μόρφωσιν εὐσεβείας τήν δέ δύναμιν
αὐτῆς ἠρνημένοι. καί τούτους ἀποτρέπου»[13].Ὅπως ἐπίσης ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής
Λουκάς στό κεφάλαιο ιη’ στίχος 8 ἐπισημαίνει: « ..ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐλθών ἆρα
εὑρήσει τήν πίστιν ἐπί τῆς γῆς ;»
Στῶμεν καλῶς ἀδελφοί μου.
Οἱ καιροί οὐ μενετοί. Ὅπου ἡ καρδιά μας ἐκεῖ καί ὁ θησαυρός μας. Ἄς μήν ξεχνοῦμε
τό βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως ἐν τόπῳ ἁγίῳ, ὅπως τό ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής
Ματθαῖος στό κεφάλαιο κδ’, στίχος 15.
Προσοχή, νήψη, προσευχή,
ὁ Κύριος ἐγγύς.
Ναί ἔρχου Κύριε Ἰησοῦ.
Ἀμήν.
[1] Ἰω. 6, 39-40), (Ἰω.
11, 24), (Ἰω. 12, 48)
[2] ( Πράξεις 2,20 ),
(Ἰούδα 1,6)
[3] (Ρωμ.2,5)
[4] (Ἀποκ. 10,7)
[5] (Πράξ.1,7-8), (Α’ Θεσ/κεῖς
5,1-2) , ( Β’Πέτρου, 3,10)
[6] (Ματθ.κε’,13)
[7] (Ματθ. κε’, 31-46)
[8] ( Ματθ.24,14)
[9] (Ἡσαΐου 59,20), (Ἡσαΐου
27,9) , (Ρωμ.11,26),
[10] (Β’Θεσ/κεῖς 2,7),
[11] (Ἐφεσ.2,2), (Κολασ.3,6)
[12] (Β’ Θεσ/κεῖς
2,3).
[13] (Β’ Τιμ.3,1-5)